Η αυστριακή κυβέρνηση προσέφυγε χθες Παρασκευή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) εναντίον της απόφασης της Κομισιόν να μπει «πράσινη» ταμπέλα στην πυρηνική ενέργεια, ανακοίνωσε το υπουργείο Περιβάλλοντος στη Βιέννη.
Η χώρα των Άλπεων, ιστορικά εναντίον της πυρηνικής ενέργειας, σφυροκοπούσε εξαρχής το σχέδιο αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και είχε διαμηνύσει εδώ και καιρό πως η πρόθεσή της ήταν το θέμα να κριθεί από τη δικαιοσύνη.
«Η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο δεν είναι ούτε πράσινες, ούτε βιώσιμες μορφές ενέργειας», εξηγησε η υπουργός Λεονόρε Γκέβεσλερ (Πράσινοι) στο δελτίο Τύπου που δόθηκε στη δημοσιότητα από τις υπηρεσίες της. «Γι’ αυτό προσφύγαμε, πριν από την παρέλευση της προθεσμίας τη Δευτέρα».
Η Kurier δημοσίευσε νωρίτερα την πληροφορία ότι η αυστριακή κυβέρνηση προσέφυγε στο ΔΕΕ, χωρίς να επικαλεστεί πηγή. Η εφημερίδα συμπλήρωσε ωστόσο πως η προσφυγή έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας.
Στην επιχειρηματολογία της, η αυστριακή κυβέρνηση επικαλείται διαδικαστικά σφάλματα και επισημαίνει ακόμη ότι είναι κάθε άλλο παρά συνηθισμένο να λαμβάνονται τόσο σημαντικές πολιτικές αποφάσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διευκρίνισε η Κουρίρ .
Η κυρία Γκέβεσλερ είχε καταγγείλει στην αρχή της χρονιάς, όταν οι Βρυξέλλες αποκάλυψαν το επίμαχο κείμενο, τη «μεγάλη ζημιά στο περιβάλλον» που προκαλεί η πυρηνική ενέργεια. Για την ίδια, η πυρηνική ενέργεια ανήκει «στο παρελθόν».
Η αναγνώριση της συμβολής της πυρηνικής ενέργειας και του αερίου στον αγώνα εναντίον της κλιματικής αλλαγής από την Κομισιόν προκαλεί επίσης αγανάκτηση στις οικολογικές οργανώσεις, που κατηγορούν τις Βρυξέλλες πως χαρακτηρίζουν ψευδώς και παραπλανητικά φιλικές προς το περιβάλλον αυτές τις μορφές ενέργειας, πως επιδίδεται σε «greenwashing» («πράσινο ξέπλυμα»).
Το κείμενο, που εγκρίθηκε τον Ιούλιο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θεωρητικά έχει σκοπό να επιτρέψει την επένδυση ιδιωτικών κεφαλαίων σε δραστηριότητες που μειώνουν τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την υπερθέρμανση του πλανήτη. Εγγράφεται στα μέτρα για την επίτευξη του στόχου η ΕΕ να επιτύχει κλιματική ουδετερότητα ως το 2050.
Βασιζόμενο σε εκθέσεις ειδικών χαρακτηρίζει «βιώσιμες» ορισμένες επενδύσεις για την παραγωγή ηλεκτρισμού μέσω πυρηνικών σταθμών και σταθμών που καίνε αέριο, υπό τον όρο ότι χρησιμοποιούν τις πιο σύγχρονες τεχνολογίες. Και επίσης ότι θα επιτρέψουν να κλείσουν σταθμοί που καίνε άνθρακα και μολύνουν πολύ περισσότερο.
Μεταξύ των 27 κρατών μελών της ΕΕ μόλις οκτώ χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας και του Λουξεμβούργου, εξέφρασαν την αντίθεσή τους σε αυτή την «ταξινόμηση». Ο αριθμός τους απέχει παρασάγγας από την «υπερπλειοψηφία» των είκοσι κρατών που απαιτείτο για να απορριφθεί το σχέδιο.
Αντίθετα το υπερασπίστηκα η Γαλλία και χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, επιχειρηματολογώντας ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική ενέργεια, φωτοβολταϊκά) δεν επιτρέπουν από μόνες τους να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες λόγω του ότι από τη φύση τους δεν επιτρέπουν αδιάλειπτη παραγωγή.
Η Αυστρία απαγόρευσε διά νόμου το 1978 την εκμετάλλευση της πυρηνικής ενέργειας· το μέτρο εγγράφτηκε στο Σύνταγμα της χώρας το 1999.
Η χώρα των 9 εκατομμυρίων κατοίκων αντλεί σήμερα πάνω από το 75% της ενέργειας που καταναλώνει από ανανεώσιμες πηγές, κυρίως χάρη στη μεγάλη δυναμικότητά της ως προς την υδροηλεκτρική ενέργεια.
Συνεχίζει ωστόσο να εισάγει ενέργεια —που παράγεται αξιοσημείωτα από πυρηνικούς σταθμούς— για να καλύπτει τις ανάγκες της.