Ο πληθωρισμός στην Ευρώπη φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προειδοποιεί τόσο τις τράπεζες, όσο και τα κράτη για αυξανόμενους κινδύνους σταθερότητας για όλους.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι πιέσεις από το κόστος διαβίωσης βλάπτουν την ικανότητα των ανθρώπων να εξυπηρετούν τα χρέη, ενώ οι επιδεινούμενες προοπτικές ανάπτυξης της Ευρώπης απειλούν τα εταιρικά κέρδη, ανέφερε η ΕΚΤ την Τετάρτη στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Σημείωσε επίσης πιθανούς κινδύνους για τα δημόσια οικονομικά καθώς οι κυβερνήσεις δανείζονται για να μετριάσουν τον αντίκτυπο της ενεργειακής κρίσης, την περαιτέρω καθοδική πίεση στις μετοχές ενώ σημείωσε ότι οι τιμές των κατοικιών ενδέχεται να κορυφώνονται μετά από μια άνοδο πολλών ετών.
«Οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις αισθάνονται ήδη τον αντίκτυπο του αυξανόμενου πληθωρισμού και της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος. «Η εκτίμησή μας είναι ότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν αυξηθεί, ενώ μια τεχνική ύφεση στην ευρωζώνη έχει γίνει πιο πιθανή».
Ο συνδυασμός των αυξανόμενων τιμών και της συρρίκνωσης της παραγωγής που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία ασκεί προκλήσεις στους φορείς χάραξης πολιτικής καθώς και τους επενδυτές. Η ΕΚΤ έχει ξεκινήσει τον πιο επιθετικό κύκλο αυξήσεων των επιτοκίων που έγινε ποτέ για να εμποδίσει τον πληθωρισμό να παγιωθεί - ακόμη κι αν πλησιάζει μια οικονομική ύφεση.
Τα επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία παραμένουν «ευαίσθητα στην αβέβαιη πορεία του πληθωρισμού», καθώς και στη νομισματική πολιτική και στις οικονομικές εξελίξεις, ανέφερε η ΕΚΤ. Ορισμένα, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών μετοχών, «εξακολουθούν να φαίνονται streched δεδομένων των θεμελιωδών μεγεθών» - ακόμη και μετά από μεγάλες διορθώσεις, ανέφερε.
«Είναι πολύ δύσκολο να έχουμε χρηματοπιστωτική σταθερότητα χωρίς σταθερότητα τιμών», είπε ο ντε Γκίντος σε δημοσιογράφους στη Φρανκφούρτη.
Οι αξιωματούχοι εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι περαιτέρω διακυμάνσεις των τιμών θα μπορούσαν να προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα στις αγορές παραγώγων, οι οποίες έχουν ήδη ταλαιπωρηθεί από την άνοδο του ενεργειακού κόστους.
Οι τράπεζες, εν τω μεταξύ, ενδέχεται να χρειαστεί να διαθέσουν περισσότερα χρήματα για επισφαλή δάνεια το επόμενο έτος, σύμφωνα με την ΕΚΤ. Ανέφερε «μια περαιτέρω απότομη επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών» και, σε μικρότερο βαθμό, τα υψηλότερα αναμενόμενα βραχυπρόθεσμα επιτόκια.
Η ΕΚΤ είπε ότι οι προβλέψεις της φαίνεται να είναι πιο συντηρητικές από εκείνες των αναλυτών που παρακολουθούν τον κλάδο.
Μετά από μεγάλες δαπάνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης έχουν ξοδέψει περίπου το 1,4% της παραγωγής για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις του ενεργειακού σοκ, εκτιμά η ΕΚΤ. Προειδοποίησε ότι «τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα δεν είναι στοχευμένα».
«Η αύξηση των επιτοκίων επιβαρύνει περισσότερο τις δημοσιονομικές θέσεις από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως», ανέφερε η έκθεση. «Ως εκ τούτου, μια περαιτέρω επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών θα μπορούσε να αλλάξει το κλίμα της αγοράς προς ορισμένους από τους πιο ευάλωτους κρατικούς εκδότες της ευρωζώνης».
Οι αγορές ακινήτων μπορεί να βρίσκονται «σε σημείο καμπής», καθώς η αύξηση του κόστους δανεισμού μειώνει τη ζήτηση για νέα δάνεια.
«Υπάρχουν ενδείξεις ότι η επέκταση των ακινήτων των τελευταίων ετών θα μπορούσε να τερματιστεί, με τις εκτιμήσεις υπερτίμησης και τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων να βρίσκονται πλέον στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών», ανέφερε η ΕΚΤ.
«Ομοίως, οι συνθήκες χρηματοδότησης στις αγορές εμπορικών ακινήτων έχουν γίνει πιο σφιχτές, αντιστρέφοντας πιθανώς την ανάκαμψη μετά την πανδημία», πρόσθεσε.