Οι διαπραγματεύσεις για την αύξηση του ορίου δανεισμού της κυβέρνησης των ΗΠΑ αναμένεται να πυροδοτήσουν απότομες διακυμάνσεις στις αγορές μετοχών, εκτιμά ο αναλυτής της Morgan Stanley Μάικλ Γουίλσον.
Ειδικότερα, όπως έγραψε σε σημείωμα ο Γουίλσον, οι περισσότεροι πελάτες της αμερικανικής τράπεζας "πιστεύουν ότι το θέμα τελικά θα επιλυθεί, αλλά όχι χωρίς κάποια βραχυπρόθεσμη αστάθεια", προσθέτοντας ότι πολλοί χαρακτηρίζουν την κατάσταση ως lose - lose για τις αγορές.
Σύμφωνα με τον αναλυτή που είχε προβλέψει σωστά τη βουτιά της Wall Street το 2022, ακόμα και αν το ανώτατο όριο χρέους αυξηθεί πριν από τη λεγόμενη X-date (την ημέρα που θα ξεμείνουν από μετρητά οι ΗΠΑ) αυτό θα μπορούσε πιθανώς να περιορίσει τη ρευστότητα και να οδηγήσει τον S&P 500 σε πτωτική κίνηση, "δεδομένης της ευαισθησίας που έχει δείξει στις μεταβολές ρευστότητας στην πρόσφατη ιστορία".
Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και ο Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος της Βουλής Κέβιν Μακάρθι έχουν εγκλωβιστεί εδώ και μήνες σε μία "μονομαχία" για τον προϋπολογισμό, ενώ θα συναντηθούν ξανά αύριο Τρίτη για να συζητήσουν το θέμα.
Μία χρεοκοπία των ΗΠΑ θα μπορούσε να πυροδοτήσει sell-off στην αγορά, απότομη αύξηση του κόστους δανεισμού και να επιφέρει πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία ανάλογο με το κραχ του 2008.
Σε παρόμοιες καταστάσεις πάντως, ιστορική ανάλυση της Morgan Stanley δείχνει ότι οι εταιρείες της ενέργειας και κοινής ωφελείας εμφάνισαν τις υψηλότερες σχετικές επιδόσεις στη διάρκεια των προηγούμενων αντιπαραθέσεων για το ανώτατο όριο χρέους.
Την ίδια ώρα, η τεχνολογία, η υγειονομική περίθαλψη, τα βασικά καταναλωτικά αγαθά και εταιρείες υψηλών μερισμάτων αναδείχθηκαν πρωταγωνιστές μετά την επίλυση του ζητήματος.
Σε κάθε περίπτωση, το αδιέξοδο για το χρέος δεν έχει δείξει προς ώρας να έχει επιπτώσεις στην Wall Street, με τους επενδυτές να εστιάζουν στα εταιρικά αποτελέσματα και τα μακροοικονομικά στοιχεία.
Ο Γουίλσον από την πλευρά του παραμένει πτωτικός στην Wall Street για το σύνολο του έτους, παρά το γεγονός ότι η σεζόν εταιρικών αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου ήταν αρκετά καλύτερη από ό,τι προέβλεπαν οι αναλυτές.
Όπως έγραψε, "κάτω από την επιφάνεια η αγορά εκφράζεται ξεκάθαρα - προετοιμάζεται για περαιτέρω απογοητεύσεις τόσο στα μακροοικονομικά όσο και στα εταιρικά κέρδη", εξηγώντας ότι σε αυτό οφείλεται η απροθυμία που δείχνουν οι επενδυτές να τοποθετηθούν σε κλάδους όπως οι περιφερειακές τράπεζες και οι χαμηλότερης ποιότητας εταιρείες κυκλικές οικονομίας, παρά την υποαπόδοσή τους το τελευταίο διάστημα.