Από θερμοκρασίες ρεκόρ και εκτεταμένες δασικές πυρκαγιές επλήγη η Μεσόγειος τις τελευταίες εβδομάδες και κυρίως το νοτιοανατολικό κομμάτι της. Ο φετινός Ιούλιος αναμένεται να είναι ο θερμότερος Ιούλιος που έχει καταγραφεί παγκοσμίως σύμφωνα με το σύστημα Copernicus. Τα ρεκόρ θερμοκρασιών στη Μεσόγειο καταρρίπτονται το ένα μετά το άλλο από τον ιστορικό καύσωνα διαρκείας που επηρεάζει την περιοχή εδώ και περίπου 2 εβδομάδες. Για παράδειγμα στην Σαρδηνία και τη Σικελία την Δευτέρα 24 Ιουλίου καταγράφηκαν ακραίες τιμές θερμοκρασίας.
Πιο συγκεκριμένα, στην περιοχή Jerzu, στην επαρχία Nuoro στην Ανατολική Σαρδηνία, σημειώθηκε μέγιστη τιμή θερμοκρασίας στους 48.2°C. Η τιμή αυτή αποτελεί νέο ρεκόρ μέγιστης θερμοκρασίας στην Ευρώπη για το μήνα Ιούλιο, αναφέρει η σελίδα climatebook.
Οι εκτεταμένες δασικές πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου έχουν κοστίσει τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους και ζώα κατακαίοντας δάση και καταστρέφοντας περιουσίες.
Στην Ελλάδα, σχεδόν 500.000 στρέμματα έχουν καεί μόνο τον Ιούλιο σύμφωνα με την υπηρεσία Copernicus με το νησί της Ρόδου να μετρά πάνω από 175.000 καμένα στρέματα ενώ μεγάλο πλήγμα δέχτηκε και η Δυτική Αττική αλλά και η Μαγνησία.
«Ήταν ένα επεισόδιο καύσωνα διάρκειας 15 ημερών το οποίο είναι πρωτόγνωρο για τη χώρα μας δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ, δεν το έχουμε καταγράψει ποτέ», αναφέρει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο διδάκτωρ μετεωρολογίας και ερευνητής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γιώργος Παπαβασιλείου, προσθέτοντας ότι αυτή η κατάσταση ήταν αναμενόμενο να επιδεινώσει αρκετά τις πυρομετεωρολογικές συνθήκες.
Όπως εξηγεί το φαινόμενο hot- dry- windy, ήταν αυτό που τροφοδότησε την ταχεία εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών καθιστώντας το περιβάλλον αρκετά εύφλεκτο.
«Ήταν ιστορικά το μεγαλύτερο επεισόδιο που έχουμε καταγράψει και αυτή η κατάσταση όπως έχουμε τονίσει 10 μέρες πριν ξεκινήσει ήταν κάτι που αναμέναμε να επιδεινώσει ραγδαία τις πυρομετεωρολογικές ενδείξεις. Πράγματι μετά την έναρξη του πρώτου κύματος υψηλών θερμοκρασιών μετά τις 12 Ιουλίου είδαμε αυτόματα αυτή την αντίδραση , παρατηρήσαμε την γρήγορη αύξηση της ευφλεκτότητας ήδη τις πρώτες μέρες. Το εντυπωσιακό στοιχείο ήταν ότι αφορούσε σχεδόν το σύνολο της Μεσογείου. Με το που είχαμε την εγκατάσταση αυτού του πεδίου υψηλών πιέσεων πάνω από την περιοχή μας αυτομάτως είδαμε τις πολύ θερμές και ξηρές συνθήκες να διαμορφώνονται στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας μας οι οποίες είναι αυτές που καθιστούν πολύ εύφλεκτο το περιβάλλον», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαβασιλείου και προσθέτει ότι η νεκρή καύσιμη ύλη χρειάζεται λιγότερο από πέντε ημέρες υψηλών θερμοκρασιών για να ξηρανθεί.
Ιδανικές συνθήκες στην ξηρότητα της βλάστησης δημιούργησε ο παρατεταμένος καύσωνας σύμφωνα με τον καθηγητή του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Γιάννη Γήτα.
«Ο παρατεταμένος καύσωνας έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται ιδανικές συνθήκες στην ξηρότητα της βλάστησης μετατρέποντας την βλάστηση σε καύσιμη ύλη. Όταν δεν έχει καθόλου υγρασία είναι το κύριο συστατικό που μπορεί να στηριχθεί μία έναρξη φωτιάς ή μια μετάδοση πυρκαγιάς. Δηλαδή μπορεί να ξεκινήσει στο σημείο εκείνο μία φωτιά και να διαδοθεί εύκολα. Φέτος βιώσαμε έντονες βροχοπτώσεις κατά τη διάρκεια της 'Ανοιξης ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό, πλησιάζοντας στην αρχή του καλοκαιριού που είχε ως αποτέλεσμα να έχουμε χαμηλή βλάστηση παντού. Οι τρεις καύσωνες που βιώσαμε ήταν απανωτοί, είχαν ως αποτέλεσμα όλη αυτή η βιομάζα από υγιής πράσινη βιομάζα να μετατραπεί σε κίτρινη ξερή και άρα όλη η Ελλάδα να έχει φέτος χαμηλή πράσινη βλάστηση που μετατράπηκε από πράσινη σε κίτρινη και επομένως σε καύσιμη ύλη. Οι καύσωνες στέγνωσαν τη βλάστηση σε συνδυασμό με τους δυνατούς ανέμους δημιουργώντας τέτοιες συνθήκες που αν η πυρκαγιά δεν σταματήσει στην έναρξή της μετά μεγαλώνει και είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί με οποιαδήποτε μέσα έχουμε», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γήτας.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαβασιλείου στις πυρκαγιές σε Ανατολική Αττική, Δερβενοχώρια και Λουτράκι επικράτησε το φαινόμενο του hot- dry- windy ενώ στη Ρόδο αν και οι άνεμοι την ημέρα έναρξης της πυρκαγιάς ήταν πιο ήπιοι, όπως αναφέρει, οι θερμές και ξηρές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή κατέστησαν την συγκεκριμένη δασική πυρκαγιά δύσκολη στο να ελεγχθεί. «Είχαμε την έναρξη μιας δασικής πυρκαγιάς με πιο ήπιες συνθήκες όσον αφορά τον άνεμο στην περιοχή της Ρόδου όπου εκεί οι θερμές και ξηρές συνθήκες ήταν αυτές που καθιστούσαν την συγκεκριμένη δασική πυρκαγιά πολύ δύσκολο να ελεγχθεί από τη στιγμή που πήραν διαστάσεις. Οι συνθήκες διατηρήθηκαν, είδαμε σιγά σιγά και περισσότερα επεισόδια δασικών πυρκαγιών οι συνθήκες ήταν επικίνδυνες και στη συνέχεια είχαμε και το τρίτο επεισόδιο που ουσιαστικά ήταν η λήξη του καύσωνα με θερμοκρασίες 46 και 45 βαθμών Κελσίου.
Είδαμε δασικές πυρκαγιές πολλές μιας και το hot- dry- windy αφορούσε πολύ μεγάλο μέρος της ανατολικής κυρίως ηπειρωτικής χώρας όπως η περίπτωση των αγροτοδασικών πυρκαγιών στη Μαγνησία με τις συνέπειες που είχαν», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαβασιλείου. Σύμφωνα με το EFFIS, όπως τονίζει ο κ. Παπαβασιλείου τα στρέμματα καμένης έκτασης ανέρχονται σε 550.000 στρέμματα. «Ο μέσος όρος για την περίοδο του Ιουλίου είναι 110.000 στρέμματα είμαστε δηλαδή 5 φορές πάνω από το μέσο όρο», σημειώνει.
Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς αναμένεται μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης επεισοδίων καύσωνα τα οποία θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια καθώς και ένταση. «Η επιστημονική κοινότητα το χει αντιληφθεί και έχει επενδύσει για την ανάπτυξη εργαλείων για τη διαχείριση και αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων. Θα βιώνουμε όλο και συχνότερα περιβάλλοντα όλο και πιο φιλικά προς τη φωτιά. Αυτό παρατηρείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι μέρες με ακραίες πυρομετεωρολογικές συνθήκες έχουν αυξηθεί ήδη και αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο στο μέλλον», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαβασιλείου και προσθέτει ότι ίσως στο μέλλον χρειαστεί να επεκταθεί η αντιπυρική περίοδος ώστε να υπάρξει προσαρμογή στις νέες συνθήκες. «Οι μέρες που το περιβάλλον είναι πιο ευνοϊκό οι για την εκδήλωση, δασικών πυρκαγιών που μπορεί να καταστούν ανεξέλεγκτες είναι πιο συχνές και εμφανίζονται πολύ περισσότερες φορές μέσα στο χρόνο. Πρέπει να πράξουμε κάτι για να αποφύγουμε το πρόβλημα. Χρειάζεται να χαραχτεί μια διαφορετική στρατηγική, η οποία θα απαιτήσει να επικοινωνηθεί με πολύ πιο άμεσο τρόπο η επιστημονική γνώση που έχει κατακτηθεί τα διαθέσιμα επιστημονικά εργαλεία με τους επιχειρησιακούς φορείς. Με τις στρατηγικές τις παρούσες δεν θα είναι εφικτό να αντιμετωπιστούν τα μελλοντικά περιστατικά», υπογραμμίζει και συμπληρώνει ότι στις περιοχές όπου οι πυρομετεωρολογικές συνθήκες είναι δυσμενείς χρειάζεται καλύτερη προετοιμασία.
«Για να γίνει αυτό πρέπει να έχουμε την καλύτερη δυνατή πληροφορία που προέρχεται από μετρικά συστήματα, διαθέσιμες παρατηρήσεις πεδίου, ραδιοβολήσεις, να υπάρξει μία καλύτερη συνεννόηση μεταξύ των επιστημονικών φορέων και των επιχειρησιακών φορέων», σημειώνει