Ο σουηδικός κολοσσός ένδυσης H&M ανακοίνωσε εχθές ότι θα σταματήσει σταδιακά τις δραστηριότητές του στη Μιανμάρ, μετά τη δημοσίευση έκθεσης από μια μη κυβερνητική οργάνωση που καταγγέλλει παραβιάσεις των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε βιοτεχνίες κλωστοϋφαντουργίας της ασιατικής χώρας.
"Έπειτα από ώριμη σκέψη, λάβαμε την απόφαση να σταματήσουμε σταδιακά τις δραστηριότητές μας στη Μιανμάρ", δήλωσε η εταιρία H&M σε ηλεκτρονική επιστολή που έστειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα το 2021 και την καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας από τον στρατό, πλήθος ξένων εταιριών επέλεξαν να φύγουν από τη Βιρμανία υπό την πίεση των ΜΚΟ που τις ωθούν να επανεξετάσουν τις δραστηριότητές τους στη χώρα.
"Παρακολουθήσαμε από πολύ κοντά την εξέλιξη της κατάστασης στη Μιανμάρ και διαπιστώνουμε ότι είναι όλο και πιο δύσκολο να διεξάγουμε τις επιχειρήσεις μας σύμφωνα με τους κανόνες και τις απαιτήσεις μας", διευκρίνισε ο 2ος μεγαλύτερος όμιλος παγκοσμίως στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας.
Έκθεση που δόθηκε αυτήν την εβδομάδα στη δημοσιότητα από τη ΜΚΟ Business & Human Rights Resource Centre, αποκάλυψε 156 παραβιάσεις των δικαιωμάτων εργαζομένων μεταξύ Φεβρουαρίου 2022 και 2023. Την αντίστοιχη περίοδο ένα χρόνο νωρίτερα, 56 περιπτώσεις είχαν ταυτοποιηθεί.
"Με άλλα λόγια, η κατάσταση των εργαζομένων στην ένδυση επιδεινώνεται, και γρήγορα", σημειώνει η έκθεση.
Σε ένα σύνολο 212 περιπτώσεων κατάχρησης που εντόπισε η ΜΚΟ από τον Φεβρουάριο του 2021, 20 περιπτώσεις συνδέονται με προμηθευτές του H&M.
Σύμφωνα με την πολυεθνική, ο όμιλος δεν διαθέτει κανένα εργοστάσιο παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών ειδών στη Μιανμάρ, αλλά εφοδιάζεται από 26 προμηθευτές που διαθέτουν συνολικά 39 εργοστάσια.
Από την Αϊτή έως τη Μιανμάρ και την Καμπότζη, οι εργάτες κλωστοϋφαντουργίας -που εργάζονται σε πολύ επισφαλείς συνθήκες - ζητούν τακτικά αυξήσεις μισθών, κυρίως κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, ορισμένες από τις οποίες έχουν κατασταλεί βίαια.