Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο πρώτος πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ που δικάζεται από ποινικό δικαστήριο εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας του, χαρακτήρισε «επίθεση κατά της Αμερικής» τη δίκη του στη Νέα Υόρκη, η οποία καθιστά ακόμη πιο απρόβλεπτη τη «μονομαχία» του με τον Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Κατά την άφιξή του στο δικαστήριο του Μανχάταν, ο Ρεπουμπλικάνος επιχειρηματίας-πολιτικός κατήγγειλε για άλλη μια φορά την «πολιτική δίωξη» που υφίσταται από την κυβέρνηση του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν.
Στη συνέχεια, ο 77χρονος Τραμπ, μπήκε στη δικαστική αίθουσα ακολουθώντας έναν από τους δικηγόρους του και κάθισε ανέκφραστος, πιάνοντας κουβέντα με τον νομικό του σύμβουλο, χωρίς να δώσει καμία σημασία στον εισαγγελέα Άλβιν Μπραγκ.
Ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν κήρυξε την έναρξη της δίκης στις 10.00, τοπική ώρα, αφού καλημέρισε τον «κύριο Τραμπ», όπως τον αποκάλεσε. Αμέσως άρχισε να εξετάζει τα αιτήματα που έχει επιβάλει η υπεράσπιση και απέρριψε εκείνο με το οποίο του ζητούσαν να αυτοεξαιρεθεί. Αυτή ήταν η δεύτερη απόπειρα του νομικού επιτελείου του Τραμπ να απομακρύνουν τον δικαστή από την υπόθεση, καθώς θεωρούν ότι συνιστά σύγκρουση συμφερόντων το γεγονός ότι η κόρη του εργάζεται για μια εταιρεία πολιτικών συμβούλων που έχει για πελάτες της Δημοκρατικούς.
Η δίκη θα συνεχιστεί με την επιλογή των 12 ενόρκων και των 6 αναπληρωματικών τους, μεταξύ μιας ομάδας κατοίκων του Μανχάταν. Θα ακολουθήσουν οι καταθέσεις των μαρτύρων.