Μόλις λίγες ώρες μετά την πρώτη επίθεση του Ιράν εναντίον του Ισραήλ, η τιμή του πετρελαίου ανέβηκε αισθητά το πρωί της Τετάρτης. Τόσο το αργό μπρεντ της Βόρειας Θάλασσας, όσο και το αμερικανικό WTI (West Texas Intermediate) αυξήθηκαν κατά 1,5%, φτάνοντας στα 74,74 και 71,04 δολάρια το βαρέλι, αντιστοίχως. Την Τρίτη είχε προηγηθεί μία ακόμη αύξηση κατά 2,5%.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου είχε ξεκαθαρίσει εξ αρχής ότι ένας από τους στόχους για πιθανά αντίποινα είναι η πετρελαιοβιομηχανία του Ιράν. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Capital Economics «το Ιράν συνεισφέρει το 4% στην παγκόσμια τροφοδοσία πετρελαίου. Σε περίπτωση που εκλείψει το ιρανικό πετρέλαιο, το μείζον ερώτημα είναι αν η Σαουδική Αραβία θα αυξήσει τη δική της παραγωγή» για να αντισταθμίσει το κενό.
Το πετρέλαιο αποτελεί σημαντική πηγή εσόδων για την Τεχεράνη. Παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ, το Ιράν συνεχίζει τις εξαγωγές, ιδιαίτερα στην Κίνα. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ιρανό υπουργό Πετρελαίου Τζαβάντ Οουτζί, το 2023 τα έσοδα από τις εξαγωγές του «μαύρου χρυσού» ξεπέρασαν τα 35 δισεκατομμύρια δολάρια. Αναλυτές του οίκου Vortexa θεωρούν ότι τους πρώτους πέντε μήνες του 2024 το Ιράν έχει αυξήσει τις εξαγωγές του, φτάνοντας τα 1,56 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως.
Αυτό οφείλεται σε μία πιθανή αύξηση της παραγωγής, στην ενισχυμένη ζήτηση από την Κίνα, αλλά και στην επέκταση του «σκιώδους στόλου», που διευκολύνει την Τεχεράνη να παρακάμπτει τις κυρώσεις. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αμερικανικής οργάνωσης United Against Nuclear Iran (UANI), αυτός ο «σκιώδης στόλος» αριθμεί πλέον 383 πλοία. Συν τοις άλλοις το ιρανικό πετρέλαιο διατίθεται με έκπτωση 20% έναντι της επίσημης τιμής στις διεθνείς αγορές, αναφέρει το τηλεοπτικό δίκτυο Iran International με έδρα το Λονδίνο. Κατ' αυτόν τον τρόπο η Τεχεράνη «αγοράζει» το ρίσκο του πελάτη να αντιμετωπίσει μελλοντικά προβλήματα λόγω των αμερικανικών κυρώσεων. Σύμφωνα με το Iran International, ο καλύτερος πελάτης για τις παράνομες ιρανικές εξαγωγές είναι τα κρατικά διυλιστήρια της Κίνας, αλλά πριν φτάσει το ιρανικό πετρέλαιο στον προορισμό του ενδιάμεσοι έμποροι το αναμειγνύουν με άλλες ποσότητες πετρελαίου, οπότε το δηλώνουν στην Κίνα ως εμπόρευμα προερχόμενο από τρίτες χώρες, για παράδειγμα από τη Σιγκαπούρη.
Κυρώσεις και πληθωρισμός
Οι κυρώσεις δεν πλήττουν μόνο τη βιομηχανία πετρελαίου, αλλά επιπλέον έχουν αποκόψει την Τεχεράνη από το διεθνές τραπεζικό σύστημα. Το αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευση του εθνικού νομίσματος ριάλ. Σήμερα οι Ιρανοί αναγκάζονται να πληρώσουν στη μαύρη αγορά 580.000 ριάλ για ένα δολάριο, ενώ το 2015, μετά την υπογραφή της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, η ισοτιμία ήταν ένα δολάριο προς 32.000 ριάλ. Αναμενόμενη συνέπεια είναι η άνοδος του πληθωρισμού, που φτάνει πλέον το 40%.
Ακόμη και αν αυξάνονται οι εξαγωγές πετρελαίου, το Ιράν δεν μπορεί να θεωρηθεί ισχυρός «παίκτης» στην παγκόσμια οικονομία. Έχει πληθυσμό σχεδόν δεκαπλάσιο από εκείνον του Ισραήλ, ωστόσο το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας δεν ξεπερνά τα 403 δις δολάρια, έναντι 503 δις του Ισραήλ. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ του Ιράν δεν ξεπερνά τα 4.663 δολάρια, ενώ εκείνο του Ισραήλ φτάνει τα 52.219 δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Ιδιαίτερα αισθητή είναι η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης για τη μεσαία τάξη στο Ιράν. Όπως επισημαίνει στην DW ο Τζαβάντ Σαλεχί Ισφαχανί, καθηγητής Οικονομικών στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Virginia Tech, «λόγω των κυρώσεων, το επίπεδο διαβίωσης αντιστοιχεί και πάλι σε εκείνο που είχε καταγραφεί πριν από 20 χρόνια».
Ιράν: Αδιαφάνεια και διαφθορά
Επιπλέον, πολλά χρήματα εξαφανίζονται στις αδιάφανες δομές εξουσίας των Σιϊτών ηγετών στην Τεχεράνη. Σύμφωνα με την παγκόσμια κατάταξη της Διεθνούς Διαφάνειας για τη διαφθορά, το Ιράν καταλαμβάνει την 149η θέση επί συνόλου 180 χωρών. Εξαιρετικά αδιαφανής είναι ο ρόλος των «Φρουρών της Επανάστασης» και των θρησκευτικών ιδρυμάτων, που ελέγχουν κομβικούς κλάδους της οικονομίας. Δεν υποχρεούνται να πληρώνουν φόρους, ούτε να δημοσιεύουν ισολογισμούς. Υπάγονται απευθείας στον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη της χώρας, Αλί Χαμενεἴ.
Το καθεστώς προσπαθεί να επιβάλει μία υποτυπώδη «κοινωνική ειρήνη» μοιράζοντας επιδοτήσεις σε τρόφιμα, καύσιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Παρά τον αυταρχικό χαρακτήρα του, φαίνεται να υπολογίζει και να φοβάται τις αντιδράσεις του κόσμου. Κάθε τόσο ξεσπούν διαμαρτυρίες στο Ιράν, άλλοτε λόγω των συνεχών αυξήσεων στα τρόφιμα, άλλοτε κατά της υποχρεωτικής μαντήλας για τις γυναίκες.
Ένας διαρκής πόλεμος με το Ισραήλ θα αποτελούσε μία τεράστια οικονομική επιβάρυνση για την Τεχεράνη. Ως αποτέλεσμα, η ιρανική ηγεσία θα ήταν αναγκασμένη να εξοικονομήσει χρήματα από αλλού για να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις, κάτι που θα επέτεινε ακόμη περισσότερο τη λαϊκή δυσαρέσκεια.