Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τον ηγέτη της ένοπλης πτέρυγας της Χαμάς Μοχάμεντ Ντιάμπ Ιμπραχίμ Αλ-Μάσρι, τον επονομαζόμενο Μοχάμεντ Ντέιφ, τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον μέχρι πρότινος υπουργό Αμυνας του Ισραήλ Γιόαβ Γκάλαντ.
Το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η αποδοχή της αρμοδιότητας του διεθνούς δικαστικού οργάνου από το Ισραήλ δεν είναι απαραίτητη.
«Το Δικαστήριο εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά δύο ιδιωτών, του κ. Μπενιαμίν Νετανιάχου και του κ. Γιόαβ Γκάλαντ, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου τα οποία διαπράχθηκαν τουλάχιστον από τις 8 Οκτωβρίου 2023 μέχρι τουλάχιστον τις 20 Μαΐου 2024, ημερομηνία κατά την οποία η κατηγορούσα αρχή κατέθεσε τα αιτήματα για την έκδοση των ενταλμάτων σύλληψης», αναφέρεται στην ανακοίνωση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
Χωριστή ανακοίνωση αναφέρεται στην έκδοση εντάλματος σύλληψης κατά του Μοχάμεντ Ντέιφ.
Τα εντάλματα σύλληψης χαρακτηρίσθηκαν «απόρρητα» για την προστασία των μαρτύρων και την διαφύλαξη της εξέλιξης των ερευνών, ανακοίνωσε το Δικαστήριο.
Ωστόσο «το Δικαστήριο θεωρεί ότι είναι προς το συμφέρον των θυμάτων και των οικογενειών τους να ενημερωθούν για την ύπαρξη αυτών των ενταλμάτων».
Ο εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Χαν είχε ζητήσει τον Μάιο από το Δικαστήριο την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης κατά των Νετανιάχου και Γκάλαντ (ο τελευταίος παύθηκε στις αρχές Νοεμβρίου από τον ισραηλινό πρωθυπουργό) για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου στην Γάζα.
Ο Καρίμ Χαν ζήτησε επίσης την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης κατά μελών της ηγεσίας της Χαμάς, ανάμεσά τους και ο Μοχάμεντ Ντέιφ, για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Σύμφωνα με το Ισραήλ, ο Μοχάμεντ Ντέιφ σκοτώθηκε σε αεροπορική επιδρομή στην Γάζα, αν και η Χαμάς αρνείται τον θάνατό του.
Στο Ισραήλ, ο πρόεδρος Ισαάκ Χέρτσογκ έκανε λόγο για «παράλογη απόφαση, ο πρώην πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ χαρακτήρισε «στίγμα ντροπής» τα εντάλματα του ΔΠΔ, ενώ ο ηγέτης της ισραηλινής αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ κατήγγειλε μία «επιβράβευση της τρομοκρατίας».