O James Hogan, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Etihad Airways, παρότρυνε πρόσφατα τις κυβερνήσεις και τις αεροπορικές εταιρείες της Ευρώπης να αγκαλιάσουν τις ξένες επενδύσεις που συμβάλουν στην ενίσχυση του τομέα των αερομεταφορών.
Μιλώντας στη Βιέννη σε ένα συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανταγωνιστικότητα των αεροπορικών μεταφορών στην Ευρώπη, ο κ. Hogan δήλωσε ότι η αεροπορία είναι μια παγκόσμια, και όχι μια τοπική βιομηχανία, δημιουργώντας ισχυρά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη. Ανέφερε επίσης ότι η αεροπορική του εταιρεία ήθελε να εμπλακεί με την Ευρωπαϊκή αγορά αποσκοπώντας σε αμοιβαίο όφελος.
Ο κ. Hogan ανέφερε: «Η ενοποίηση των αεροπορικών εταιρειών είναι κρίσιμης σημασίας για την βιωσιμότητα των αεροπορικών υπηρεσιών. Η ξένη επένδυση δεν αποτελεί απειλή. Είναι μια ευκαιρία για την ενίσχυση των αεροπορικών εταιρειών, καθώς και για τη στήριξη της απασχόλησης και της οικονομικής ανάπτυξης».
Η Etihad Airways έχει αποκτήσει μειοψηφικές συμμετοχές σε τρεις ευρωπαϊκές εταιρείες – την airberlin (29,2 τοις εκατό), την Aer Lingus (4,99 τοις εκατό) και την Air Serbia (49 τοις εκατό), και ολοκληρώνει τώρα την εξαγορά του 33,3 τοις εκατό των μετοχών του τοπικού ελβετικού αερομεταφορέα Darwin Airline, η οποία λειτουργεί ως Etihad Regional. Η Etihad Airways ανακοίνωσε επίσης την πρόθεσή της να αποκτήσει μερίδιο 49 τοις εκατό στην Ιταλική Alitalia, που υπόκειται σε ρυθμιστικές εγκρίσεις.
Ο κ. Hogan δήλωσε ότι οι αεροπορικές εταιρείες της Μέσης Ανατολής αντιμετωπίζονταν ολοένα και πιο διστακτικά στην Ευρώπη, καθώς οι αντίπαλοι αναγνώριζαν την επέκταση των αερομεταφορέων του Κόλπου ως μια σημαντική ανταγωνιστική απειλή.
Ο κ. Hogan είπε συνεχίοζοντας: «Όλες οι αεροπορικές εταιρίες του Κόλπου δεν είναι ίδιες. Έχουμε διαφορετικά μεγέθη, διαφορετικούς κόμβους και ακολουθούμε διαφορετικές στρατηγικές. Είμαστε στην πραγματικότητα έντονα ανταγωνιστικές εταιρίες μεταξύ μας».Ο ίδιος δήλωσε ότι η Etihad Airways, εν προκειμένω, απασχόλησε μεγαλύτερους ανταγωνιστές οι οποίοι φοβήθηκαν και αντέδρασαν στην επενδυτική στρατηγική της.
«Η Etihad Airways ανήκει εξολοκλήρου στην κυβέρνηση του Άμπου Ντάμπι. Όπως κάθε εταιρεία, λάβαμε το αρχικό κεφάλαιο, αλλά δεν λαμβάνουμε κρατικές επιδοτήσεις, ούτε δωρεάν καύσιμα, ούτε έχουμε μειωμένα τέλη αεροδρομίων εντός των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων».
Ο κ. Hogan είπε ότι η ευρωπαϊκή αεροπορική βιομηχανία θεμελιώθηκε πάνω σε δεκαετίες κρατικής ιδιοκτησίας και υποστήριξης, και ότι ακόμη και μετά την ιδιωτικοποίηση ή μερική ιδιωτικοποίηση, διασώσεις από την εκάστοτε κυβέρνηση, διαγραφές χρεών και διάφορες μορφές επιδοτήσεων συνεχίστηκαν.
Ανέφερε επίσης παραδείγματα των άμεσων κρατικών ενισχύσεων συνολικού ύψους € 14.2 δισεκατομμυρίων, συμπεριλαμβανομένης της πληρωμής € 800 εκατομμυρίων από τη γερμανική κυβέρνηση για την Lufthansa ώστε να υποστηρίξει ένα χρηματοδοτικό κενό των συνταξιοδοτικών ταμείων, των κρατικών ενισχύσεων του €1.1 δισεκατομμυρίου της SWISS μετά την κατάρρευση του προκατόχου της Swissair, και την απορρόφηση €500 εκατομμυρίων της Αυστριακής Κυβέρνησης, προερχόμενο ποσό από το συσσωρευμένο χρέος της Austrian Airlines. Και οι δύο αεροπορικές εταιρείες είναι πλέον θυγατρικές της Lufthansa.
«Οι αερομεταφορείς του Κόλπου δεν είναι η αιτία των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι αερογραμμές της Ευρώπης», είπε ο κ. Hogan , προσθέτοντας ότι ο κλάδος αντιμετωπίζει ήδη σοβαρά προβλήματα δεκαετίες πριν την ίδρυση της Etihad Airways το 2003.
Δήλωσε ακόμα ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή βιομηχανία ήταν μακροχρόνια ζητήματα, όπως η συμφόρηση σε αεροδρόμια με χαμηλές επενδύσεις, η διαχείριση του εναέριου χώρου, το υψηλό κόστος λειτουργίας στους αερολιμένες, το υψηλό κόστος εργασίας καθώς και η αντιφατική και άδικη φορολογία που επιβάλλονται στις αεροπορικές εταιρείες και στους επιβάτες.
Η ταχεία και ευρεία ανάπτυξη των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους έχει επίσης επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις αεροπορικές εταιρείες, προκαλώντας μια σημαντική μετατόπιση της κυκλοφορίας εντός της Ευρώπης σε εταιρείες χαμηλού κόστους δημιουργώντας απώλειες των αερομεταφορέων στα δρομολόγια μικρών και μεσαίων αποστάσεων. Το 2013, οι 10 αερομεταφορείς μέλη του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Αεροπορικών Εταιρειών Χαμηλού Κόστους λειτουργούσαν 915 αεροσκάφη και μετέφεραν 216 εκατομμύρια επιβάτες, ή αλλιώς το 43 τοις εκατό όλων των ενδοευρωπαϊκων μεταφορών.
Ο κ. Hogan δήλωσε ότι η ενοποίηση είχε δημιουργήσει τον συνασπισμό τριών μεγάλων ευρωπαϊκών αεροπορικών εταιρειών – αυτόν της Lufthansa Group, η οποία, εκτός από την SWISS και τις θυγατρικές της Αυστρίας, κατέχει την Germanwings, καθώς και σημαντικό μέρος μετοχών στην Brussels Airlines και SunExpress και ένα μερίδιο μειοψηφίας του αμερικανικού αερομεταφορέα JetBlue, της International Group Αεροπορίας (IAG), η οποία κατέχει την British Airways, Iberia και Vueling, και της Air France KLM, η οποία έχει μετοχικό κεφάλαιο της Alitalia, Transavia, Martinair και ξένους αερομεταφορείς, συμπεριλαμβανομένων της Kenya Airways και της βραζιλιάνικης αεροπορικής εταιρείας GOL.
Ο κ. Hogan σχολίασε: «Κατανοούμε και σεβόμαστε το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες έχουν δικά τους επιχειρηματικά μοντέλα, τα οποία κατανοούμε και λειτουργούμε στο πλαίσιο των κανόνων της Ευρώπης. Εμείς διαθέτουμε ένα διαφορετικό επιχειρηματικό μοντέλο που μπορεί και ταιριάζει στις διαφορετικές απαιτήσεις μας».
«Για να αναπτυχθούμε, χρειαζόμαστε εύρος. Δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε το μέγεθος των χρόνια καθιερωμένων ανταγωνιστών μας, συμπεριλαμβανομένων και των υπόλοιπων αερομεταφορέων του Κόλπου, οπότε έχουμε αναπτύξει μια στρατηγική ανάπτυξης μέσω της εταιρικής σχέσης».
«Η στρατηγική μας είναι επωφελής για τον ανταγωνισμό. Συνεργαζόμαστε με όλους τους εταίρους μας για το αμοιβαίο κέρδος, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού και των κανόνων ιδιοκτησίας. Η συνεργατική ανάπτυξη προσφέρει βιωσιμότητα στις επιχειρήσεις, και περισσότερες επιλογές, άνεση, συνέπεια, αξιοπιστία και σταθερότητα για τους πελάτες μας».
Ο κ. Hogan δήλωσε ότι οι επενδύσεις της Etihad Airways ενισχύουν τη σχέση των συνεργαζόμενων αεροπορικών εταιρειών, προστατεύουν και δημιουργούν θέσεις εργασίας και διατηρούν τις υπηρεσίες των αεροπορικών εταιρειών, με οφέλη για τους καταναλωτές, τις τοπικές και εθνικές οικονομίες, καθώς και των μεγάλων προμηθευτών, όπως η Airbus Industrie.
Ο κ. Hogan τόνισε: «Χωρίς τη στήριξη της Etihad Airways θα παρουσιαζόταν απώλεια των χρηματοοικονομικών επενδύσεων και των θετικών στοιχείων της συνέργειας της airberlin, της Aer Lingus, Air Serbia και Darwin Airline, καθώς και την απώλεια του επενδυτικού ‘διασώστη’ για την Alitalia, που κοστίζουν χιλιάδες θέσεις εργασίας και οδηγούν σε κλείσιμο εναέριων διαδρομών, μειώσεις πτήσεων, υψηλότερες τιμές και απώλεια φορολογικών εσόδων για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ορισμένοι φορείς θα μπορούσαν ακόμη και να κλείσουν, προκαλώντας πολύ μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα. Υπάρχουν ισχυρά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη από τις σταθερές και συνδεόμενες αεροπορικές εταιρείες. Η Etihad Airways επιθυμεί να εμπλακεί με την Ευρώπη».