Το νέο deal της Bayer με τη Monsanto, που βρίσκεται στα … σκαριά θεωρείται ως η μεγαλύτερη επιχειρηματική συγχώνευση της χρονιάς. Όμως, όσο «γιγαντιαίο» θεωρείται το εγχείρημα και ο νέος κολοσσός που θα προκύψει, άλλο τόσο μεγάλες είναι και οι ανησυχίες που απορρέουν από τη «μίξη» των δύο εταιριών.
Ορισμένοι κάνουν λόγο για ριζική αλλαγή στο αγροτικό «τοπίο» με την κυριαρχία των δύο συγκεκριμένων εταιριών. Εάν καταφέρουν Bayer και Monsanto να συνεργαστούν κατ’ αποκλειστικότητα με παράγοντες της αγοράς σε σπόρους και χημικά, τότε θα έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων τους προς τους αγρότες με αποτέλεσμα να αυξηθούν και οι τιμές των τροφίμων. Για το λόγο αυτό, οργανώσεις όπως η Εθνική Ένωση Καλλιεργητών αντιτίθενται σε τέτοιου είδους συμφωνίες.
Την ίδια στιγμή, υπάρχει έντονη ανησυχία για το γεγονός ότι οι δυο νέοι "γίγαντες" της γεωργίας θα αποκτήσουν μεγάλη πολιτική εξουσία. "Θα μπορούν να ασκούν πιέσεις στις κυβερνήσεις" αναφέρει χαρακτηριστικά ο Phil Howard του Πανεπιστημίου του Michigan, ο οποίος μελετά την ενοποίηση στον κλάδο των τροφίμων. "Θα έχουν πολύ περισσότερη δύναμη να διαμορφώσουν πολιτικές που οι ίδιοι θα επωφελούνται αλλά θα είναι εις βάρος των καταναλωτών και των αγροτών" προσθέτει ο ίδιος.
Ένας άλλος φόβος είναι ότι αν αυτά τα μεγαθήρια αντιμετωπίσουν μικρότερο ανταγωνισμό, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν και λιγότερη πίεση να ακολουθήσουν τα είδη των καινοτομιών που απαιτούνται για τη βελτίωση των αποδόσεων των καλλιεργειών ώστε να βοηθήσουν στην τροφοδοσία ενός ταχέως αναπτυσσόμενου κόσμου. Πολλοί πιστεύουν ότι οι δύο αυτές εταιρίες με τη συγχώνευσή τους θα εστιάσουν σε επικερδείς καλλιέργειες και όχι σε μικρότερες σε λιγότερο αναπτυγμένες αγορές όπως η Αφρική.
Με δεδομένο ότι οι συγκεκριμένες βιομηχανίες θα ενοποιηθούν, εκτιμάται ότι θα ξοδέψουν λιγότερα χρήματα για την έρευνα, η οποία θα έχει ως στόχο το μεγάλο κέρδος με καλλιέργειες βασικών προϊόντων, όπως το καλαμπόκι ή η σόγια. Αυτό σημαίνει ότι ήδη δαπανούν λιγότερα χρήματα για μικρότερες καλλιέργειες και ακόμη μικρότερες αγορές, όπως το νοτιοανατολικό τμήμα των ΗΠΑ.