Οι ανώτατοι δικαστικοί της Αγγλίας αρχίζουν να εξετάζουν από αύριο τις προσφυγές κατά της απόφασης της πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι να ξεκινήσει τη διαδικασία του Brexit χωρίς να συμβουλευτεί το Κοινοβούλιο.
Οι προσφυγές αυτές έχουν κατατεθεί από πολίτες πολύ διαφορετικών προφίλ, ξεκινώντας από έναν κομμωτή και φθάνοντας μέχρι τη διαχειρίστρια συνταξιοδοτικού ταμείου.
Η Τερέζα Μέι τους κατηγορεί ότι θέλουν «να παρακάμψουν » το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου, που έδωσε την επιλογή του Brexit το 52% των ψήφων. Οι ίδιοι θεωρούν ότι η ψηφοφορία είχε συμβουλευτικό χαρακτήρα και ότι πρέπει να επικυρωθεί από τα μέλη του Κοινοβουλίου ή ακόμη και ότι μόνο το Κοινοβούλιο νομιμοποιείται να καταλύσει τα δικαιώματα που απολαμβάνουν οι Βρετανοί ως ευρωπαίοι πολίτες.
«Το Κοινοβούλιο μας έβαλε την Ευρωπαϊκή Ενωση και μόνο αυτό μπορεί να μας βγάλει», εξηγεί ένας από τους συνηγόρους των πολιτών που έχουν καταθέσει προσφυγές.
Βέβαια, οι βουλευτές αποδέχθηκαν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος- ακόμη και αν στην πλειοψηφία τους αγωνίσθηκαν για την παραμονή της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ομως οι συζητήσεις στο Κοινοβούλιο για το θέμα του Brexit μπορεί να διαρκέσουν ακόμη μήνες και να καθυστερήσουν τη διαδικασία.
Ακόμη περισσότερο που ορισμένοι βουλευτές, κυρίως οι προερχόμενοι από το Εργατικό Κόμμα εννοούν να έχουν λόγο για τους όρους της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση, από τον φόβο ότι θα είναι πολύ βίαιη.
Η Τερέζα Μέι ανακοίνωσε ότι προτίθεται να επικαλεσθεί πριν από το τέλος του Μαρτίου 2017 το άρθρο 50 της συνθήκης της Λισαβόνας, απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για το διαζύγιο, οι οποίες θα πρέπει να διαρκέσουν το πολύ δύο χρόνια. Θεωρεί ότι η υλοποίηση του Brexit αποτελεί αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας, η οποία δεν απαιτεί την έγκριση του Κοινοβουλίου.