Το τουρκικό υπουργείο Άμυνας έχει λάβει «πράσινο φως» για την αγορά 24 επιπλέον μαχητικών F-35 της Lockheed Martin, δήλωσε ο Τούρκος υπουργός Άμυνας, Φικρί Ισίκ, σε συνέντευξή του στο A Haber την Τρίτη.
Η Υπογραμματεία Αμυντικής Βιομηχανίας ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα πως η Τουρκία έχει αποφασίσει να παραγγείλει μια δεύτερη δόση αεροσκαφών. Δύο Αμερικανοί αξιωματούχοι με γνώση επί του θέματος, μιλώντας υπό καθεστώς ανωνυμίας, δήλωσαν στο Reuters πως αυτή θα αποτελείται από 24 αεροπλάνα.
Η Τουρκία αναμένει να παραλάβει τα πρώτα της F-35 το 2018. Σύμφωνα με την υπογραμματεία, οι επόμενες παραλαβές αναμένονται το 2021 και το 2022.
Η Lockheed κατασκευάζει τρεις παραλλαγές του F-35 για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και 10 χώρες οι οποίες σκοπεύουν να αποκτήσουν το αεροσκάφος: Τη Βρετανία, την Αυστραλία, τη Νορβηγία, τη Δανία, την Ολλανδία, την Τουρκία, το Ισραήλ, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.
Εκπρόσωπος της εταιρείας έχει δηλώσει πως «την τιμά» η δέσμευση της Τουρκίας στο πρόγραμμα. Σημειώνεται πως το αμερικανικό κομμάτι του συνολικού προγράμματος αναμένεται να αγγίξει κόστος ύψους 379 δισ. δολαρίων. Συνολικά, 3.000 αεροσκάφη του τύπου αναμένεται να τεθούν σε υπηρεσία ανά τον κόσμο μέσα στα επόμενα έτη.
Η Τουρκία είχε κάνει τις πρώτες παραγγελίες το 2014, για δύο αεροσκάφη, και μετά πρόσθεσε άλλα τέσσερα το 2015. Απώτερος στόχος είναι η αγορά 100 μαχητικών.
Τι σημαίνει το F-35 στα χέρια της Τουρκίας για την Ελλάδα
Η ένταξη του προηγμένου αυτού, αμερικανικής προέλευσης μαχητικού στο τουρκικό οπλοστάσιο αποτελεί σημαντικό λόγο προβληματισμού για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, λόγω των stealth χαρακτηριστικών του, που έχουν αποτέλεσμα να εμφανίζει πολύ μικρό ίχνος στα ραντάρ.
Ωστόσο, στην «άλλη πλευρά του λόφου», η ανάπτυξη του F-35 έχει χαρακτηριστεί από πάρα πολλά προβλήματα, με αποτέλεσμα το πρόγραμμα να θεωρείται ένα από τα πλέον προβληματικά και δαπανηρά στην ιστορία των ΗΠΑ.
Όπως εξήγησε ο Ευστάθιος Κουτσουράκης, ερευνητής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και συντονιστής των ομάδων του τομέα αμυντικών θεμάτων, το F-35 είναι ένα αεροσκάφος για το ποιο έχουν λεχθεί πολλά και αντικρουόμενα, «κάτι φυσικό για αεροσκάφος που ενσωματώνει τόσο καινοτόμες τεχνολογίες.
Σαφώς είναι οπλικό σύστημα που δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί, αλλά εάν αληθεύουν τα όσα έχουν διαρρεύσει στον Τύπο, από την εταιρεία ή μελλοντικούς χρήστες, είναι βάσιμο να υποθέσουμε πως το συγκεκριμένο οπλικό σύστημα είναι "game changer", δηλαδή αλλάζει δεδομένα στο Αιγαίο».
Όπως υπογραμμίζει ο κ. Κουτσουράκης, δεν είναι πρόκειται μόνο για ένα αεροσκάφος το οποίο μπορεί να δώσει εναέρια υπεροχή στην Τουρκία, αλλά ταυτόχρονα και ένα αεροσκάφος πρώτου πλήγματος, καθώς ενσωματώνει τεχνολογία stealth, «δηλαδή μια τεχνολογία που του επιτρέπει να έχει πολύ μικρό, αν όχι μηδενικό, ίχνος ραντάρ».
«Προς το παρόν αποτελεσματικά αντίμετρα σε κάτι τέτοιο δεν έχουμε, τουλάχιστον στο Αιγαίο. Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά συστήματα αεράμυνας θα είναι αναποτελεσματικά στην αντιμετώπιση ενός τέτοιου αεροσκάφους. Πρακτικά η μόνη λύση της Ελλάδας στο Αιγαίο θα είναι να προμηθευτεί αντίστοιχου επιπέδου, ή το ίδιο αεροσκάφος, δηλαδή να αποκτήσουμε και εμείς F-35, με τις δυνατότητες που παρέχει η τεχνολογία stealth στο Αιγαίο».
Αυτό όμως, τονίζει ο κ. Κουτσουράκης, σημαίνει σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν, καθώς «εφόσον υπάρχει τέτοιο οπλικό σύστημα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, πλεονέκτημα θα έχει αυτός που θα το χρησιμοποιήσει με επιθετικό τρόπο πρώτος. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η επιθετική πολιτική έχει συγκεκριμένα αποτελέσματα και προβάλλεται ως η καλύτερη δυνατή λύση σε στρατιωτικό επίπεδο.
Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε τα πράγματα φαίνονται δυσοίωνα για την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο: «Σε αντίθετη περίπτωση, αν εμείς λόγω οικονομικής κρίσης δεν προμηθευτούμε αντίστοιχα αεροσκάφη, είναι προφανές πως η Τουρκία στο αιγαίο θα αποκτήσει πολύ σημαντικό πλεονέκτημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την δυνατότητα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων να προασπίσουν τα εθνικά συμφέροντα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο κ. Κουτσουράκης υπενθυμίζει πως πρόκειται για ένα πολύ νέο οπλικό σύστημα, οπότε η υπάρχουσα γνώση είναι περιορισμένη. «Οπότε μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, αν και κάποιες από αυτές είναι αρκετά βάσιμες. Το μόνο σίγουρο είναι πως η χώρα μας θα κληθεί να επανεξετάσει το όλο εξοπλιστικό της πρόγραμμα προκειμένου να αντιμετωπίσει το αντίστοιχο τουρκικό το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει τις ισορροπίες στην περιοχή».
Από πλευράς του, ο Ιωάννης Μάριος Τσάλτας, στρατηγικός αναλυτής και υποψήφιος διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εκτιμά πως η έλευση του F-35 στο Αιγαίο αποτελεί σίγουρα λόγο προβληματισμού, αλλά όχι απαραίτητα ανησυχίας.
«Η κίνηση αυτή δεν είναι κάτι καινούριο, απλά είναι επιβεβαίωση της πρόθεσης της Τουρκίας να προμηθευτεί μέχρι 100 τέτοια μαχητικά. Από εκεί και πέρα για την ελληνική πλευρά θα πρέπει να υπάρξει προβληματισμός επειδή τα μαχητικά αυτά είναι μαχητικά κρούσης αυξημένων δυνατοτήτων, και τα πρώτα με χαρακτηριστικά stealth στο Αιγαίο, αλλά όχι ανησυχία, καθώς, αφ'ενός το όλο πρόγραμμα αντιμετωπίζει προβλήματα ακόμα και η ένταξή τους δεν θα γίνει στο άμεσο μέλλον, αφ'ετέρου δεν γνωρίζουμε επακριβώς τις δυνατότητες stealth της εξαγώγιμης έκδοσης του μαχητικού (που θα παραλάβει η Τουρκία), αλλά αναμένουμε να είναι αρκετά κατώτερες σε σχέση με την έκδοση για την αμερικανική αεροπορία.
Δεν αναμένω να είναι κάτι το οποίο δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει η ΠΑ ακόμα και με σημερινά μέσα» αναφέρει ο κ. Τσάλτας.
Όσον αφορά στο θέμα της εξαγώγιμης έκδοσης, ο κ. Κουτσουράκης από πλευράς του σημειώνει ότι «λέγεται ότι θα έχει μικρότερες δυνατότητες όσον αφορά κυρίως στα ηλεκτρονικά, αλλά και τα stealth χαρακτηριστικά, αλλά ακόμα δεν ξέρουμε ακριβώς τα χαρακτηριστικά της για να μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα».
Σημειώνεται πως στο θέμα των τουρκικών F-35 έχει αναφερθεί και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Πάνος Καμμένος, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου, ερωτηθείς σχετικά με τα σχέδια εκσυγχρονισμού της ΠΑ, δήλωσε πως τα νέα τουρκικά μαχητικά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με «ανάλογο σύστημα» και πως στο πλαίσιο επέκτασης της στρατιωτικής συμφωνίας Ελλάδας- ΗΠΑ στόχος θα είναι η ενίσχυση της ελληνικής αεροπορίας με «αντίστοιχα αεροσκάφη με αυτά που θα έχουν να αντιμετωπίσουν οι πιλότοι μας».