Του Ραφαέλε Σιμόνε
Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους: το 70% των Ιταλών ψηφοφόρων προσήλθαν στις κάλπες και το 60% είπε ΟΧΙ. Η συμμετοχή ήταν ιδιαίτερα υψηλή αν σκεφτεί κανείς ότι τα τελευταία χρόνια βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση και τον τελευταίο καιρό δεν ξεπερνούσε το 50%.
Οι Ιταλοί θέλησαν να εκφράσουν τον σεβασμό τους προς το Σύνταγμα. Εξίσου εντυπωσιακό είναι και το ποσοστό του ΟΧΙ: οι ψηφοφόροι ήθελαν να δώσουν στον Ματέο Ρέντσι ένα μάθημα.
Ο παραιτηθείς πρωθυπουργός μπορεί να περίμενε ένα αρνητικό αποτέλεσμα, σίγουρα όμως δεν περίμενε μια τέτοια αποδοκιμασία.
Ο Ρέντσι πληρώνει μια σειρά από λάθη και ασυγχώρητες γκάφες που είναι ανάξια ενός πολιτικού ηγέτη. Λάθος πρώτο: το σημερινό κοινοβούλιο, που εξελέγη το 2013, είναι προϊόν ενός εκλογικού νόμου που κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συνταγματικό δικαστήριο. Ένα τέτοιο κοινοβούλιο δεν μπορεί να προτείνει μια μεταρρύθμιση που τροποποιεί το ένα τρίτο των άρθρων του Συντάγματος.
Λάθος δεύτερο: πολλά σημεία αυτής της μεταρρύθμισης είναι αμφιλεγόμενα. Ένα από αυτά είναι η υποτιθέμενη κατάργηση της Γερουσίας. Τα μέλη της, που από 300 θα γίνονταν 100, δεν θα εκλέγονταν πλέον από τους πολίτες, αλλά από τους περιφερειακούς συμβούλους. Ο αρχηγός του Κράτους θα προσέθετε (ένας θεός ξέρει γιατί!) πέντε γερουσιαστές. Στην πράξη, η Γερουσία θα επιβίωνε, αλλά δεν θα ήταν πλέον αποτέλεσμα της λαϊκής ψήφου.
Λάθος τρίτο: η υπερέκθεση του Ρέντσι και των συνεργατών του στα μέσα ενημέρωσης. Επί μήνες εμφανίζονταν στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, στα μουσικά περιοδικά, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα ταχυδρομικά κουτιά των Ιταλών, στους τοίχους Παντού! Ο
Ματέο Ρέντσι έφτασε να εγκαινιάσει τη δική του διαδικτυακή εκπομπή (στα πρότυπα του Ούγκο Τσάβες) με τίτλο «Matteo risponde» («Ο Ματέο απαντά»), όπου εξαπέλυε επιθέσεις εναντίον εχθρών και φίλων και έλεγε διάφορα καλαμπούρια σε βαθμό γελοιοποίησης.
Δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα: κακολογούσε τους αντιπάλους του, χλεύαζε το γεγονός ότι οι συνταγματολόγοι είχαν διαφορετικές απόψεις, πολλαπλασίαζε τις υποσχέσεις (η μεταρρύθμιση θα βελτίωνε την περίθαλψη των καρκινοπαθών. θυμόταν παλιά σχέδια (όπως η γέφυρα στα στενά της Μεσσήνης). Η σκιά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν εμφανής.
Μπροστά σε αυτή τη συσσώρευση λαθών, οι Ιταλοί βγήκαν από την «εκλογική απάθεια» (για να θυμηθούμε τον φιλόσοφο Νορμπέρτο Μπόμπιο) στην οποία είχαν πέσει εδώ και καιρό και πήγαν μαζικά να ψηφίσουν. Δύο ήταν τα μηνύματα που έστειλαν: «Μην πειράζετε το Σύνταγμα» και «Δεν θέλουμε άλλο Ρέντσι».
Τι θα συμβεί στη συνέχεια; Σε γενικές γραμμές είμαι αισιόδοξος: δεν βλέπεις συχνά τόσους ανθρώπους να ψηφίζουν και να συζητούν συνταγματικά ζητήματα. Υπάρχουν όμως και λόγοι ανησυχίας. Τι θα κάνει το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, που διεκδικεί ένα μέρος της νίκης;
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας φαίνεται ότι θα διορίσει μια προσωρινή κυβέρνηση τεχνοκρατών που θα επεξεργαστεί έναν εκλογικό νόμο δικαιότερο από αυτόν που ονειρευόταν ο Ρέντσι. Με βάση τα σχέδια του τελευταίου, όποιο κόμμα έπαιρνε πάνω από 40% θα κέρδιζε την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.
Ο Ματέο Ρέντσι, μέσα στον εγωκεντρισμό του, είχε σχεδιάσει αυτόν τον νόμο στα μέτρα του, με βάση το 41% που είχε λάβει το Δημοκρατικό Κόμμα στις τελευταίες ευρωεκλογές. Δεν είχε υπολογίσει όμως τη δυσαρέσκεια που θα προκαλούσε στους ψηφοφόρους το συγκεντρωτικό και αλαζονικό του στιλ. Στο τέλος κατάλαβε ότι ο νόμος θα ευνοούσε το κόμμα του Μπέπε Γκρίλο και δεσμεύτηκε να τον τροποποιήσει.
Είναι βέβαιο ότι το περίφημο Italicum (όπως ονομάστηκε αυτός ο νόμος) θα επέτρεπε στους λαϊκιστές να κατακτήσουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και να κυβερνήσουν ανενόχλητοι για πέντε χρόνια.
Ο χρόνος πιέζει. Ο Ρέντσι θα έπρεπε να μιμηθεί τον Ντέιβιντ Κάμερον και να παραιτηθεί από το κόμμα. Το ταμπεραμέντο του όμως το απαγορεύει. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον να καταλάβει ότι η Ιταλία δεν τον θέλει πια. Όχι με τα σημερινά του χαρακτηριστικά, τουλάχιστον.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ