Η δέσμη μέτρων που υιοθέτησε το ΕΚ την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου (4ο νομοθετικό πακέτο για τους σιδηροδρόμους) θα επιτρέψει την υποβολή προσφορών για τις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών στις χώρες της ΕΕ, ενισχύοντας παράλληλα τις επενδύσεις και την ανάπτυξη νέων εμπορικών υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς, οι σιδηροδρομικές εταιρείες θα μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στις αγορές των σιδηροδρομικών μεταφορών επιβατών εντός ΕΕ με δύο τρόπους:
Πρώτον, στις περιπτώσεις όπου οι αρχές συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς επιβατών, θα δίνεται η δυνατότητα κατάθεσης προσφορών για την ανάληψη των συμβάσεων αυτών. Αυτό θα καταστεί σταδιακά η κατεξοχήν τυπική διαδικασία όταν θα επιλέγονται οι πάροχοι υπηρεσιών.
Οι συμβάσεις αυτές, τις οποίες χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για την παροχή δημόσιων επιβατικών μεταφορών, αντιπροσωπεύουν περίπου τα δύο τρίτα των σιδηροδρομικών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών στην ΕΕ. Η δυνατότητα που θα δοθεί πλέον στις εταιρείες να υποβάλλουν προσφορές, θα οδηγήσει στο να τεθεί στο επίκεντρο η ικανοποίηση των πελατών, ενώ θα γλυτώσει τα δημόσια ταμεία από ένα σημαντικό κόστος.
Οι εθνικές αρχές θα διατηρήσουν το δικαίωμα της απευθείας ανάθεσης συμβάσεων, χωρίς την κατάθεση προσφορών. Εάν χρησιμοποιηθεί, ωστόσο, αυτή η μέθοδος θα πρέπει να προσφέρει σημαντικά οφέλη στους επιβάτες ή να οδηγεί σε εξοικονόμηση του κόστους.
- Οι συμβάσεις με απευθείας ανάθεση θα πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικές απαιτήσεις αναφορικά με την αποδοτικότητα (π.χ. ακρίβεια και συχνότητα υπηρεσιών, ποιότητα υλικών και αριθμός επιβατών που μπορούν να μεταφέρουν)
- Η απευθείας ανάθεση θα επιτρέπεται στις δημόσιες συμβάσεις κάτω από μια ορισμένη μέση ετήσια αξία ή για την ετήσια παροχή υπηρεσιών επιβατικών σιδηροδρομικών μεταφορών (7,5 εκατ. ευρώ ή 500.000 χλμ.)
Δεύτερον, οποιαδήποτε σιδηροδρομική εταιρεία θα μπορεί να προσφέρει εμπορικές υπηρεσίες στις σιδηροδρομικές αγορές μεταφοράς επιβατών στις άλλες χώρες της ΕΕ.
Τα κράτη μέλη θα μπορούν, ωστόσο, να περιορίζουν το δικαίωμα πρόσβασης ενός νέου παρόχου σε ορισμένες γραμμές, προκειμένου να διασφαλίζουν τη συνέχιση της παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων. Η εκάστοτε εθνική ρυθμιστική αρχή θα προχωρεί σε αντικειμενική οικονομική ανάλυση για να προσδιορίσει πότε θα μπορεί να περιοριστεί η ανοικτή πρόσβαση στην αγορά.
Θα υπάρχει αξιολόγηση των οιωνδήποτε πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων προκειμένου να διασφαλίζεται η αμερόληπτη λειτουργία των διαχειριστών υποδομών και η ισότιμη πρόσβαση όλων των φορέων στις σιδηροδρομικές γραμμές και τους σταθμούς.
Οι δημόσιοι φορείς εκμετάλλευσης θα υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τους κανόνες εργατικού δικαίου που απορρέουν από το δίκαιο της ΕΕ, το εθνικό δίκαιο ή τις συλλογικές συμβάσεις.
Έναρξη ισχύος
Οι σιδηροδρομικές εταιρείες θα μπορούν να προσφέρουν νέες εμπορικές υπηρεσίες στις εγχώριες σιδηροδρομικές γραμμές από τις 14 Δεκεμβρίου 2020.
Η πρόσκληση υποβολής προσφορών θα καταστεί η τυπική διαδικασία για όλες τις νέες συμβάσεις δημοσίων υπηρεσιών από το Δεκέμβριο του 2023, με ορισμένες εξαιρέσεις