Ολα είναι έτοιμα στα Ιεροσόλυμα για την Τετάρτη, οπότε και θα γίνει η παράδοση του έργου αποκατάστασης του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου.
Πρόκειται για ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας, καθώς διαθέτει αξία όχι μόνο θρησκευτική αλλά και πολιτιστική. Παράλληλα, υπενθυμίζει τους άρρηκτους δεσμούς του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων με τον Ελληνισμό, που πρωτοστάτησε στην κατασκευή του, όταν οι Αρμένιοι έκαψαν το Κουβούκλιο το 1808.
Οπως εξηγούν στο «Εθνος» επιστήμονες-ερευνητές, τότε σήμανε για πρώτη φορά «εθνικός συναγερμός» στους Ελληνες, που χρηματοδότησαν την ανακατασκευή του.
Η παράδοση του Κουβουκλίου θα γίνει ενώπιον του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Οι εργασίες, που είχαν στόχο τη διάσωσή του, υλοποιήθηκαν από διεπιστημονική ομάδα του ΕΜΠ, με επικεφαλής την καθηγήτρια Αντωνία Μοροπούλου, σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους. Το Κουβούκλιο θα παραδοθεί όπως ήταν πριν. Δύο μόνον είναι οι καινοτομίες.
Πρώτον, τοποθετήθηκε σταυρός στην κορυφή και δεύτερον, ανοίχτηκε παράθυρο στα μάρμαρα του δεύτερου θαλάμου, που βρίσκεται ο τάφος του Ιησού, ώστε να φανεί μέρος του βράχου.
Παρά την αναγκαιότητά του, το έργο δεν ήταν αυτονόητο. Για να υλοποιηθεί, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος έπρεπε να εξασφαλίσει τη συμφωνία των άλλων δύο θρησκευτικών κοινοτήτων, του Τάγματος των Φραγκισκανών, και των Αρμενίων.
«Είναι μια διαδικασία σύνθετη και πολύπλοκη» εξηγούν κύκλοι του Πατριαρχείου. Προσκεκλημένοι στο «πανορθόδοξο, παγχριστιανικό και παγκόσμιο γεγονός» της παράδοσης του Κουβουκλίου είναι κυρίως δωρητές. Το Πατριαρχείο θεωρεί ότι η τελετή θα στείλει μήνυμα συνεργασίας, ειρήνης και συνδιαλλαγής, σε μια περιοχή με πολλές εντάσεις.
Σκληρές μάχες
Η συνεργασία των τριών θρησκευτικών κοινοτήτων δεν ήταν πάντα αυτονόητη. Στο παρελθόν, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων έδωσε σκληρές μάχες να διατηρήσει τα κυριαρχικά του δικαιώματα στους Αγίους Τόπους.
«Είναι ένας χώρος με αόρατα σύνορα» εξηγεί ο προϊστάμενος του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (ΙΠΑ-ΜΙΕΤ) Αγαμέμνων Τσελίκας. Ασχολούμενος με την καταγραφή και ταξινόμηση του Ιστορικού Αρχείου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων από το 1988, εξηγεί τις εύθραυστες ισορροπίες που υπάρχουν ανάμεσα στις θρησκευτικές κοινότητες, που διεκδικούσαν η καθεμία περισσότερα προνόμια. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η πυρκαγιά που έβαλαν οι Αρμένιοι στις 30 Σεπτεμβρίου 1808, καίγοντας ολοσχερώς το Κουβούκλιο. «Στόχευαν να διεκδικήσουν την άδεια ανοικοδόμησης. Αν το πετύχαιναν, θα κέρδιζαν μερίδιο στα δικαιώματα επί του Κουβουκλίου και του ναού. Θα γίνονταν ''ιδιοκτήτες'' και θα αποκτούσαν προνόμια που μέχρι τότε είχε το Πατριαρχείο» εξηγεί ο ιστορικός-συνεργάτης του ΙΠΑ-ΜΙΕΤ, Γιώργος Φυρογένης.
«Οι Αγιοταφίτες αμέσως συνέταξαν επιστολή. Με θρήνο ενημέρωναν τον τότε Πατριάρχη Ανθιμο που διέμενε στο Μετόχι του Παναγίου Τάφου στην Κωνσταντινούπολη για το τραγικό συμβάν. Ομως η επιστολή ήθελε 25-30 μέρες για να φθάσει. Στο μεταξύ ο Ανθιμος πέθανε. Τον διαδέχθηκε ο Πολύκαρπος, που κλήθηκε από πολύ νωρίς να διαχειριστεί μια δύσκολη κατάσταση. Πέντε μέρες αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του, έφθασε το καράβι με τους Αγιοταφίτες και την επιστολή» προσθέτει.
Παρ' όλα αυτά, ο Πολύκαρπος ακύρωσε τα σχέδια των Αρμενίων. «Ενημερώνει τον Οικουμενικό Πατριάρχη Καλλίνικο Ε' και τον μέγα διερμηνέα της Υψηλής Πύλης. Συντάσσουν αναφορά προς τον τότε σουλτάνο Μαχμούτ Β'. Ο νέος Πατριάρχης καταφέρνει να λάβει ορισμό (φιρμάνι) για την ανοικοδόμηση του ναού» διηγείται ο κ. Φυρογένης.
Ο ιστορικός αποδίδει μεγάλο μέρος της διατήρησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Πατριαρχείου στον Πολύκαρπο. Η έντονη προσωπικότητα και οι ικανότητές του φωτίζονται στην αλληλογραφία του με τον επίτροπό του στα Ιεροσόλυμα, που αποτελεί μέρος της μεταπτυχιακής του διατριβής, που θα εκδοθεί από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. «Την κατασκευή του Κουβουκλίου ανέλαβε ο Μυτιληνιός αρχιτέκτονας Κομνηνός.
Οι εργασίες ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1809, αλλά υπήρξαν πολλά προβλήματα» διηγείται ο κ. Φυρογένης. Οι Αρμένιοι ξεσήκωσαν ντόπιους μουσουλμάνους. Μπαίνουν στον ναό και σταματούν τις εργασίες. Γίνεται δικαστήριο («κριτήριο» το έλεγαν τότε) στα Ιεροσόλυμα, για να κερδίσουν χρόνο.
«Παράλληλα, στέλνουν αναφορά στην Κωνσταντινούπολη, όπου ζητούν να μετέχουν στην ανοικοδόμηση. Γίνεται δεύτερο κριτήριο στην Υψηλή Πύλη, που δικαιώνει τους ορθόδοξους» σημειώνει. Ακολούθησαν νέες ανταρσίες, ωστόσο το έργο παραδόθηκε το 1810. Εντυπωσιακό είναι το έγγραφο της εξοφλητικής απόδειξης. Οι εργάτες υπογράφουν ότι έλαβαν την αμοιβή τους με τα δακτυλικά τους αποτυπώματα.
Κινητοποίηση Ελλήνων
Ενα εντυπωσιακό γεγονός αφορά στην κινητοποίηση των Ελλήνων, πριν συσταθεί μάλιστα το ελληνικό κράτος για την ανοικοδόμηση του Κουβουκλίου.Η εξοφλητική απόδειξη των μαστόρων και των τεχνιτών που μετείχαν στις εργασίες ανοικοδόμησης του Ιερού Κουβουκλίου και του Ναού της Αναστάσεως. Οι ίδιοι βεβαιώνουν ότι πληρώθηκαν με το δακτυλικό τους αποτύπωμα.
«Από το Πατριαρχείο ξεκίνησαν να στέλνουν συνοδικές εγκυκλίους προς τις κατά τόπους μητροπόλεις. Με αυτές ζητούν να επιτραπεί στον Αγιοταφίτη διορισμένο έξαρχο να πραγματοποιήσει έρανο (ζητείες) σε κουτιά για την ανακατασκευή του Κουβουκλίου και του ναού. Η ανταπόκριση ήταν εντυπωσιακή, τα χρήματα μαζεύτηκαν άμεσα» εξηγεί.
«Για πρώτη φορά σήμανε όχι πανορθόδοξος, αλλά εθνικός συναγερμός. Οι εγκύκλιοι είχαν ως αποδέκτη τους Ελληνες ορθοδόξους, όχι τους ξένους» εξηγεί ο κ. Τσελίκας. «Το γεγονός μετέτρεψε ένα θρησκευτικό συναίσθημα σε πανελλήνιο» επισημαίνει. Πάνω από την είσοδο του Κουβουκλίου, υπάρχει μια επιγραφή, που αποκάλυψαν οι εργασίες αποκατάστασης, που θα καλυφθεί και πάλι από την εικόνα των Λατίνων. Σε αυτήν αναγράφεται ότι η ανοικοδόμηση έγινε «δι' ελέους (με τη χρηματοδότηση) των Ορθοδόξων Ρωμαίων».
Σύμφωνα με τον προϊστάμενο του ΙΠΑ-ΜΙΕΤ, η ιστορία της ανοικοδόμησης του Κουβουκλίου δίνει και ένα άλλο μήνυμα. «Η διπλωματία έπαιξε τεράστιο ρόλο στη διατήρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Πατριαρχείου. Πρόκειται για έναν τρόπο άσκησης πολιτικής που σήμερα αγνοούμε» καταλήγει.
Ο κ. Τσελίκας δεν διστάζει να προχωρήσει σε παραλληλισμούς με το σήμερα. «Τότε ήταν η πρώτη φορά που ο Ελληνισμός αισθάνθηκε ότι έχασε ένα σημείο αναφοράς. Επρεπε να το ανακτήσουν. Ολοι συσπειρώθηκαν και ενώθηκαν γύρω από έναν κοινό σκοπό. Είναι αυτό που δεν συμβαίνει σήμερα. Δεν υπάρχει σημείο αναφοράς, πίστη σε μια ιδέα» σχολιάζει.
Πηγή: real