Οι ελληνικές εξαγωγές εμπορευμάτων (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ σε τρέχουσες τιμές) κινήθηκαν ανοδικά σε ετήσια βάση για 16ο μήνα στη σειρά τον Νοέμβριο 2017 ενισχύοντας την εγχώρια παραγωγή και τα εισοδήματα.
Πιο συγκεκριμένα, διαμορφώθηκαν στα €2.586,9 εκατ. παρουσιάζοντας ετήσια αύξηση της τάξης του 15,5% ή €347,6 εκατ. από 9,4% ή €214,7 εκατ. τον Οκτώβριο 2017.
Οπως αναφέρει η Eurobank στο εβδομαδιαίο της δελτίο για την οικονομία, η προαναφερθείσα αύξηση των εξαγωγών τον Νοέμβριο 2017 προήλθε κατά 67% από την κατηγορία των πετρελαιοειδών και κατά 33% από την κατηγορία των εκτός πετρελαιοειδών και πλοίων (εκτός Π&Π).
Στην πλευρά της χρέωσης των συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας με άλλες χώρες της αλλοδαπής, οι εισαγωγές εμπορευμάτων ανήλθαν στα €4.053,3 εκατ. τον Νοέμβριο 2017 καταγράφοντας ετήσια ενίσχυση της τάξης του 4,0% ή €156,6 εκατ. από 15,4% ή €630,1 εκατ. τον Οκτώβριο 2017. Η εν λόγω μεταβολή προήλθε από την αύξηση των εισαγωγών εμπορευμάτων στις κατηγορίες των εκτός Π&Π και των πλοίων. Η πρώτη κατηγορία συνεισέφερε 7,8 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) στην ετήσια ενίσχυση του συνόλου των εισαγωγών και η δεύτερη 3,8 ΠΜ. Η κατηγορία των πετρελαιοειδών είχε αρνητική συνεισφορά της τάξης των -7,6 ΠΜ.
Βάσει των παραπάνω στοιχείων το εμπορικό ισοζύγιο, ήτοι η διαφορά ανάμεσα στις εξαγωγές και τις εισαγωγές, αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά €191,0 εκατ. τον Νοέμβριο 2017 από συρρίκνωση -€415,3 εκατ. τον προηγούμενο μήνα. Στις επί μέρους κατηγορίες εμπορευμάτων το ισοζύγιο πετρελαιοειδών ενισχύθηκε κατά €530,7 εκατ. ενώ τα ισοζύγια των κατηγοριών των πλοίων και των εκτός Π&Π μειώθηκαν κατά -€148,9 και -€190,8 εκατ. αντίστοιχα. Συνεπώς η αύξηση που σημειώθηκε στο εμπορικό ισοζύγιο τον Νοέμβριο 2017 προήλθε αποκλειστικά από την κατηγορία των πετρελαιοειδών.
Για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017, οι εξαγωγές εμπορευμάτων διαμορφώθηκαν στα €26.202,1 εκατ. αυξημένες κατά 13,3% ή €3.069,8 εκατ. σε σύγκριση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι. Οι εξαγωγές πετρελαιοειδών ενισχύθηκαν κατά 30,8% ή €1.886,2 εκατ. συνεισφέροντας 8,2 ΠΜ στην ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του συνόλου των εξαγωγών. Στην κατηγορία των εκτός Π&Π σημειώθηκε ετήσια ενίσχυση της τάξης του 7,1% ή €1.198,4 εκατ. (συνεισφορά 5,2 ΠΜ) και το αντίστοιχο μέγεθος στην κατηγορία των πλοίων ήταν αρνητικό στο -13,4% ή -€14,8 εκατ. (συνεισφορά -0,1 ΠΜ).
Την ίδια χρονική περίοδο οι εισαγωγές εμπορευμάτων διαμορφώθηκαν στα €46.023,1 εκατ. καταγράφοντας ετήσια άνοδο 14,4% ή €5.783,2 εκατ. Η κατηγορία των πετρελαιοειδών είχε την υψηλότερη συνεισφορά στην προαναφερθείσα αύξηση των εισαγωγών παρουσιάζοντας άνοδο 30,1% ή €2.464,9 εκατ. (συνεισφορά 6,1 ΠΜ). Ακολούθησαν οι κατηγορίες των εκτός Π&Π και των πλοίων με ενίσχυση της τάξης του 7,5% ή €2.256,5 εκατ. (συνεισφορά 5,6 ΠΜ) και 57,0% ή €1.061,8 εκατ. (συνεισφορά 2,6 ΠΜ) αντίστοιχα.
Με βάση τις παραπάνω μεταβολές το εμπορικό ισοζύγιο για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017 μειώθηκε κατά -€2.713,4 εκατ. λόγω της συρρίκνωσης των ισοζυγίων των πλοίων, των εκτός Π&Π και των πετρελαιοειδών κατά -€1.076,6, -€1.058,1 και -€578,7 εκατ. αντίστοιχα.
H Eurobank σημειώνει επίσης τα εξής: η ετήσια αύξηση των εξαγωγών εμπορευμάτων κατά 13,3% την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017 οφείλεται σε έναν σημαντικό βαθμό στην ενίσχυση του αποπληθωριστή των εξαγωγών εμπορευμάτων. Αυτό σημαίνει ότι η αντίστοιχη πραγματική ετήσια μεταβολή (αξία σε σταθερές τιμές) ήταν αρκετά μικρότερη από το προαναφερθέν μέγεθος. Αυτό οφείλεται σε δύο παράγοντες.
Πρώτον στην ενίσχυση των διεθνών τιμών πετρελαίου (η μέση ετήσια μεταβολή την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2017 ήταν θετική στο 23,6%) και δεύτερον στο υψηλό μερίδιο της κατηγορίας των πετρελαιοειδών στο σύνολο των εξαγωγών εμπορευμάτων. Τα παραπάνω συμπεράσματα αποτυπώνονται και στους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς της ΕΛΣΤΑΤ. Εν παραδείγματι, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των εξαγωγών αγαθών σε τρέχουσες τιμές ήταν 13,4% το 3ο τρίμηνο 2017 (σε όρους κινητού μέσου 3 τριμήνων) και το αντίστοιχο μέγεθος σε σταθερές τιμές ήταν 5,0%. Επιπρόσθετα, η αύξηση (μείωση) των διεθνών τιμών πετρελαίου συνδέεται με θετική (αρνητικές) απόκλιση ανάμεσα στον ονομαστικό και στον πραγματικό ρυθμό μεταβολής των εξαγωγών αγαθών.