Η τομεάρχης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών τόνισε ότι «χρειάζεται μία νέα στρατηγική έναντι της Τουρκίας, μία δυναμική ελληνική πρωτοβουλία ουσιαστικού διαλόγου με τη γειτονική χώρα για να μπορέσουμε να ξαναδημιουργήσουμε τις ουσιαστικές γραμμές επαφής Αθήνας-Άγκυρας, οι οποίες σήμερα έχουν χαθεί». Ταυτόχρονα επέκρινε την ελληνική κυβέρνηση ότι απλώς «παρακολουθεί» τις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο.
«Η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχει πάρει νέα μορφή, είναι βέβαιο ότι αντιμετωπίζουμε προβλήματα, πολλά από αυτά για πρώτη φορά και με αυτήν την ένταση» ανέφερε η κ. Μπακογιάννη και αφού παρατήρησε ότι «τα Ίμια 2 έχουν χειρότερα αποτελέσματα από τα Ίμια 1», σημείωσε: «Βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα πραγματικότητα, η οποία εμφανίζεται και στο Αιγαίο, αλλά εμφανίζεται κυρίως στην Κύπρο και καθένας πρέπει να κάνει μία πολύ σωστή και σε βάθος ανάλυση των νέων δεδομένων. Η Τουρκία δεν είναι η Τουρκία που ήταν πριν από δέκα χρόνια. Είναι μία διαφορετική Τουρκία, με διαφορετικούς εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς. Ο κ. Ερντογάν αντιμετωπίζει προβλήματα στο εσωτερικό του και κάνει κινήσεις στρατηγικής συνεργασίας στο εσωτερικό του, τις οποίες είχε αποφύγει στο παρελθόν. Τα δεδομένα που ξέραμε έχουν σαφώς διαφοροποιηθεί. Δεν είναι καθόλου τυχαία η παρουσία τουρκικών πλοίων στο Οικόπεδο 3 της Κύπρου. Έχει μεγάλη σημασία ποιο οικόπεδο επέλεξαν για να δημιουργήσουν την ένταση. Άρα, πιστεύω ότι η Τουρκία, στη φάση αυτή, έχει ανοίξει όλη της την βεντάλια και το σημερινό επεισόδιο, το οποίο παρουσιάστηκε στον Έβρο, και οι πρώτες αντιδράσεις από τουρκικής πλευράς δεν επιτρέπουν εφησυχασμό».
Στο ερώτημα τι πρέπει, κατά τη γνώμη της, να κάνει σήμερα η ελληνική κυβέρνηση, απάντησε: «Το πρώτο πράγμα είναι η ενημέρωση των Ευρωπαίων εταίρων. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, το πρόβλημα είναι ελληνοτουρκικό, είναι τουρκοκυπριακό και ελληνοκυπριακό, αλλά είναι, βεβαίως, και ευρωπαϊκό. Η επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρώπη δεν βοηθούν αυτήν τη στιγμή την υπόθεση. Ταυτόχρονα, η ουσιαστική "έλλειψη ενδιαφέροντος" ή να το πω το "μειωμένο ενδιαφέρον" της αμερικανικής πλευράς, επίσης, δεν δημιουργεί στοιχεία εφησυχασμού. Κατά την άποψη μου, αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να χαραχτεί μία καινούργια στρατηγική έναντι της Τουρκίας. Η στρατηγική του Ελσίνκι νομίζω ότι έχει τελειώσει κατά γενική εκτίμηση. Επενδύσαμε πολλά χρόνια σε αυτήν τη στρατηγική, σήμερα πια δεν έχει κανένα νόημα. Χρειαζόμαστε μία νέα στρατηγική, σε συνεργασία με τους εταίρους μας, και εγώ πιστεύω ότι στη φάση αυτή, αυτό που χρειάζεται είναι μία δυναμική ελληνική πρωτοβουλία με την Τουρκία. Δηλαδή, μία πρωτοβουλία ουσιαστικού διαλόγου για να μπορέσουμε να ξαναδημιουργήσουμε τις ουσιαστικές γραμμές επαφής, οι οποίες σήμερα έχουν χαθεί. Άρα, το βέβαιο είναι ότι η σκέτη παρακολούθηση τη αυξανόμενης έντασης και μόνο μία όποια αμυντική αντίδραση δεν μπορεί να είναι η λύση. Μία πρόταση, σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους εταίρους, προς τον Ερντογάν νομίζω μπορεί να ακουστεί διαφορετικά. Αυτό που κάνουμε σήμερα είναι ουσιαστικά να παρακολουθούμε την εξέλιξη».