Η Ελλάδα δεν είναι στα πρωτοσέλιδα τον τελευταίο καιρό και αυτό είναι «καλό νέο». Τα πράγματα όμως μπορεί σύντομα να αλλάξουν, σχολιάζει η Goldman Sachs σε ανάλυσή της.
Η σχέση της χώρας με τους δανειστές της μετά τη λήξη του προγράμματος κάθε άλλο παρά βέβαια είναι αυτή τη στιγμή. Οι διαφορετικές και συχνά αντικρουόμενες ελπίδες και προσδοκίες για βασικές παραμέτρους (ελάφρυνση χρέους, παρακολούθηση μετά το πρόγραμμα, όροι και χρηματοδότηση ασφαλείας) δεν έχουν διευθετηθεί. Ετσι, το καλοκαίρι του 2018 ίσως είναι ένα ακόμα με πολλές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας, Ευρωπαίων πιστωτών και ΔΝΤ.
Ο οίκος καταγράφει ορισμένες εξελίξεις και τονίζει κάποια από τα βασικά θέματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να πετύχει η χώρα καθαρή έξοδο.
Το μακροοικονομικό περιβάλλον βελτιώνεται…
Η οικονομία επέστρεψε σε ανάπτυξη. Είναι κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά είναι ενθαρρυντικό ότι προέρχεται από τις επενδύσεις και όχι την κατανάλωση. Οι εκτιμήσεις φέτος λένε πως το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά περίπου 2,5% του ΑΕΠ, με τον PMI να δείχνει ισχυρό μομέντουμ στην παραγωγή και το οικονομικό κλίμα να βελτιώνεται.
Η κανονικοποίηση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος συνοδεύεται από τη δημοσιονομική σύσφιγξη. Η χώρα εκτιμάται ότι παρουσίασε πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5% του ΑΕΠ το 2017, έχοντας για τρίτη φορά υπεραπόδοση έναντι του στόχου.
Μια συνέπεια αυτής της πολιτικής, σύμφωνα με την Goldman Sachs, είναι ότι λειαίνει τη σταδιακή επιστροφή στις αγορές με μακροπρόθεσμες εκδόσεις (επιπρόσθετα των βραχυπρόθεσμων εντόκων). Μετά την έκδοση του 5ετούς τον Ιούλιο του 2017 ακολούθησε το swap τον Νοέμβριο και το 7ετές τον Φεβρουάριο.
… αλλά οι προκλήσεις παραμένουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα
Υπήρξαν θετικές εξελίξεις στις τράπεζες αλλά τα κόκκινα δάνεια είναι κοντά στο 50% του συνόλου. Η διαδικασία επιδιόρθωσης των ισολογισμών τους σημαίνει ότι η εγχώρια πίστωση θα παραμείνει σφιχτή.
Η «καθαρή έξοδος» δεν έχει ακόμα επικυρωθεί
Υπάρχει μακρά λίστα με πολύπλοκες αποφάσεις που θα πρέπει να διαπραγματευτεί η Ελλάδα με τους πιστωτές, πριν ολοκληρωθεί η τέταρτη αξιολόγηση και η θέση των εμπλεκόμενων δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη σε όλες τις περιπτώσεις, σχολιάζει η Goldman Sachs. Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα για παραμέτρους που θα διαμορφώσουν τη μετά πρόγραμμα εποχή. Ετσι, πριν την τελευταία εκταμίευση, θα πρέπει να υπάρξουν συμφωνίες σε:
* Ελάφρυνση χρέους και ρόλος του ΔΝΤ. Η ενεργοποίηση του προγράμματος και η συμμετοχή του σε οποιαδήποτε κοινά μετά-πρόγραμμα μέτρα θα εξαρτηθούν από την επίτευξη συμφωνίας με τους Ευρωπαίους σε συγκεκριμένα μέτρα για το χρέος. Οι δυο πλευρές έχουν στείλει σήμα ότι υπάρχει προσδοκία να βρεθεί ένας συμβιβασμός ως τον Μάιο, πριν την τέταρτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος στο Eurogroup του Ιουνίου.
* Δεσμεύσεις για τις εναπομείνασες μεταρρυθμίσεις και τα prior actions. Πριν λήξει επίσημα το πρόγραμμα, η Ελλάδα θα πρέπει να επιδείξει ότι κάλυψε όλα τα prior actions της τέταρτης αξιολόγησης. Η αποτυχία θα μπορούσε δυνητικά να είναι πηγή καθυστέρησης για το προγραμματισμένο τέλος του προγράμματος. Η χώρα έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις (συντάξεις - αφορολόγητο όριο) μετά το τέλος του προγράμματος. Ο χρονισμός τους θα είναι θέμα διαπραγμάτευσης στην ολοκλήρωση του προγράμματος καθώς το ΔΝΤ φέρεται να υποστηρίζει ότι η μείωση του αφορολόγητου θα πρέπει να έρθει το 2019 αντί του 2020.
* Επιτήρηση μετά το πρόγραμμα. Ο Κλάους Ρέγκλινγκ έχει δηλώσει ότι η Ελλάδα θα τεθεί υπό ενισχυμένη μετά-πρόγραμμα επιτήρηση, σε σύγκριση με άλλες χώρες που πήραν δάνεια από τον ESM, που θα πηγαίνει πέρα από τους κλασικούς μηχανισμούς του Stability and Growth Pact και της διαδικασίας διόρθωσης μακροοικονομικών ανισορροπιών. Δεν είναι ξεκάθαρο σε αυτό το σημείο πώς Ελλάδα και θεσμοί των πιστωτών θα βρουν μια ισορροπία μεταξύ της εφαρμογής ενός συμβατού με κίνητρα και συνεπή χρονικά πλαισίου παρακολούθησης και, από την άλλη, θα εξασφαλίσουν ότι η μετά πρόγραμμα παρακολούθηση είναι «ανάλογη με πρόγραμμα», ώστε η Ελλάδα να λαμβάνει λίγο πολιτικό μέρισμα για τις προσπάθειες μεταρρυθμίσεων και σταθεροποίησης.
* Εκτακτη χρηματοδότηση. Υπάρχει συζήτηση για το πώς θα εξασφαλίσει η χώρα ότι θα καλυφθούν οι απαιτήσεις ρευστότητας σε περίπτωση αρνητικού σοκ, που θα περιορίσει την πρόσβαση στις αγορές. Μια επιλογή είναι να αναζητήσει «προληπτική γραμμή» από τον ESM. Αυτό απαιτεί αυστηρούς όρους (conditionality), που δύσκολα θα προτιμούσε η ελληνική πλευρά. Άλλη επιλογή είναι το «μαξιλάρι ρευστότητας» (σε συνδυασμό με ελάφρυνση χρέους) ως μέρος της εξόδου από το πρόγραμμα. Αυτή η επιλογή θα απαιτήσει προκαταβολική δέσμευση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, με μικρή δυνατότητα να κατευθύνει τη χρήση των πόρων.
Όπως σημειώνει η Goldman Sachs, μια τελευταία πηγή αβεβαιότητας σχετίζεται με την πολιτική δυναμική που θα προκύψει μετά την έξοδο από το πρόγραμμα. Εκλογές πρέπει να γίνουν πριν τον Οκτώβριο του 2019 και πιθανό να έρθουν νωρίτερα, αν η έξοδος από το πρόγραμμα γίνει βάσει του προγράμματος. Ενώ μια κανονική αλλαγή κυβέρνησης είναι απίθανο να δημιουργήσει σημαντικά ρίσκα στις μετά πρόγραμμα συμφωνίες, ένα διαιρεμένο εκλογικό σώμα και ένα κοινοβούλιο που δεν θα οδηγεί σε κυβέρνηση μπορεί να περιπλέξει τη μεταρρυθμιστική διαδικασία και τους δημοσιονομικούς στόχους.
Πηγή: euro2day.gr