Η διάβρωση του εδάφους, που προκαλείται από τις έντονες βροχοπτώσεις, αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τη γονιμότητα και την παραγωγικότητά του. Η διαδικασία αυτή απομακρύνει την οργανική ύλη και τα θρεπτικά συστατικά και εμποδίζει την ανάπτυξη της βλάστησης, η οποία επηρεάζει αρνητικά τη συνολική βιοποικιλότητα.
Το φαινόμενο αυτό έχει άμεσο και έμμεσο κόστος. Οι άμεσες δαπάνες πλήττουν κυρίως τους αγρότες, μέσω της απώλειας της παραγωγής, της φθοράς των φυτειών, της μείωσης της επιφάνειας φύτευσης και του κόστους των πρόσθετων θρεπτικών ουσιών που απαιτούνται για την εξισορρόπηση της απώλειας του ανώτερου, γόνιμου τμήματος του εδάφους.
Το έμμεσο κόστος της διάβρωσης του εδάφους γίνεται αισθητό από διάφορους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα. Περιλαμβάνει την απώλεια οικοτόπων και βιοποικιλότητας άγριων ζώων, την πλήρωση φραγμάτων με ιζήματα, την εγκατάλειψη της γης, τις ζημιές στους σιδηροδρόμους, τους δρόμους και άλλες δημόσιες υποδομές.
Σε επίπεδο χώρας, σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης του JRC, η Ιταλία έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα, με ετήσια ζημιά ύψους 619 εκατ. ευρώ και το 33% της συνολικής γεωργικής της έκτασης να πάσχει από σοβαρή διάβρωση.
Στα κράτη της Βαλτικής, στη Σκανδιναβία, στη Δανία, στις Κάτω Χώρες, στο Βέλγιο και στην Ιρλανδία, από την άλλη, η διάβρωση της γης είναι μικρότερο πρόβλημα και δεν έχει επιφέρει σημαντικές οικονομικές απώλειες μέχρι σήμερα.
Ελλάδα
Ο Πάνος Πανάγος, επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας, ανέφερε στην «ΥΧ» πως «στην Ελλάδα, περίπου 6.000.000 στρέμματα, δηλαδή το 11% της συνολικής γεωργικής έκτασης στην Ελλάδα, διατρέχουν υψηλό κίνδυνο διάβρωσης του εδάφους. Αυτές οι ιδιαίτερα διαβρωμένες γεωργικές περιοχές θα συνεχίσουν να χάνουν την παραγωγικότητά τους εάν δεν εφαρμοστούν μέτρα μετριασμού. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αύξηση των εισροών λιπασμάτων μπορεί να αντισταθμίσει την απώλεια γεωργικής παραγωγικότητας, αλλά αυτό συνεπάγεται υψηλό κόστος για τους αγρότες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι αγρότες να εφαρμόζουν ορισμένες πρακτικές διαχείρισης (π.χ. ενσωμάτωση φυτικών υπολειμμάτων, φυτοκάλυψη, καλλιέργεια σε κατάλληλη εποχή, κ.ά.) για τη μείωση της διάβρωσης».