Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας αναμένει την οριστική έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για το μέλλον του νόμου Κατρούγκαλου και κατά συνέπεια του ΕΦΚΑ.
Παράλληλα, επεξεργάζεται νομοθετική παρέμβαση ώστε να ξεπεραστούν τα όποια εμπόδια, χωρίς άμεση συνέπεια τόσο στην οργανωτική δομή του ενιαίου φορέα ασφάλισης όλων των Ελλήνων, όσο και στα οικονομικά του.
Αν και οριστική απόφαση δεν υπάρχει, και δεν αναμένεται τουλάχιστον άμεσα, πληροφορίες της εφημερίδας "Πρώτο Θέμα" αναφέρουν ότι η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε με ψήφους 17 υπέρ και 8 κατά, παράνομη την ένταξη των ελεύθερων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι) αλλά και των αγροτών στον ΕΦΚΑ. Παράλληλα, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, αντισυνταγματικός κρίνεται και ο υπολογισμός της εισφοράς για κύρια ασφάλιση και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, με βάση το εισόδημα που δηλώνουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες (26,95% επί του εισοδήματος).
Στο υπουργείο Εργασίας αναμένουν την επίσημη απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου και δεν προβαίνουν σε οποιαδήποτε δημόσια δήλωση. Πληροφορίες πάντως, αναφέρουν ότι “δεν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία”. Ειδικά για την ένταξη των αυτοτελώς απασχολούμενων στον ΕΦΚΑ, εκτιμάται το ΣτΕ δεν έχει δικαιοδοσία να κρίνει θέματα περί οργάνωσης του κράτους και θα ήταν παράδοξο να κριθεί αντισυνταγματική η σχετική διάταξη.
Ως προς το επίμαχο και ουσιαστικό θέμα του προσδιορισμού της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών, στο υπουργείο Εργασίας έχουν εδώ και μήνες αναγνωρίσει ότι υπάρχει πρόβλημα, κυρίως στα μεσαία προς υψηλά εισοδήματα.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν άλλωστε οι εκπρόσωποι των ασφαλισμένων στις αιτήσεις ακύρωσης που έχουν καταθέσει στο ΣτΕ, “οι διατάξεις των άρθρων 39 του Ν 4387/2016 και 58 του Ν 4472/2017 αντίκεινται στις διατάξεις που καθιερώνουν την ίση μεταχείριση, τη συμμετοχή εκάστου στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του, την κοινωνική ασφάλιση και τις συνταγματικές αρχές που την διέπουν, την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την ελεύθερη συμμετοχή στην οικονομική και κοινωνική ζωή και τέλος την προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων”.
Επισημαίνουν δε, ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοτελώς απασχολουμένων προβλέπει εισφορές 26,95% επί του φορολογητέου εισοδήματος πριν την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών. Με τον τρόπο αυτό προκύπτει επιπλέον επιβάρυνση του ασφαλισμένου της τάξεως του 5,72% (26,95%-21,23%= 5,72%) μειώνοντας το εναπομένον καθαρό εισόδημα σε σχέση με αυτό που απέμενε με τον αρχικό τρόπο υπολογισμού. Όπως φαίνεται και από πίνακα που έχει καταθέσει στο δικαστήριο η ΕΣΕΕ, αυτοαπασχολούμενος που δηλώνει 10.000 ευρώ στην εφορία, μένει με καθαρό εισόδημα της τάξης του 50,5% του φορολογητέου, εξαιτίας των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλει.
Προκύπτει μάλιστα η άνιση μεταχείριση των αυτοτελώς απασχολούμενων σε σχέση με τους μισθωτούς, καθώς για το ίδιο φορολογητέο εισόδημα, ένας μισθωτός δημόσιος υπάλληλος ή εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, θα λάβει τελικά καθαρά, το 90,8% του φορολογητέου του εισοδήματος. Μάλιστα, από τα στοιχεία φαίνεται πως στα χαμηλότερα ακαθάριστα εισοδήματα, η επιβάρυνση των αυτοτελώς απασχολούμενων είναι τέτοια που το εναπομένον καθαρό εισόδημά τους είναι στα όρια της φτώχειας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το θέμα έχει απασχολήσει εκτενώς την Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ενώ ο αρμόδιος υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος έχει διατυπώσει την πρόθεση περικοπής των ασφαλιστικών εισφορών, εκεί που η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος είναι δυσανάλογα μεγάλη.
Εντοπίζουν βέβαια το πρόβλημα, κυρίως στα υψηλά εισοδήματα καθώς βάσει των επίσημων στοιχείων του ΕΦΚΑ, η πλειοψηφία των 1,4 εκατ. αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών καταβάλλουν χαμηλότερες εισφορές ακόμη και εντός του 2018, σε σχέση με το 2016. Πάντως, μια πιθανή διακοπή καταβολής εισφορών από τους ενδιαφερόμενους, εν αναμονή της οριστικής απόφαση θα μπορούσε να αποβεί καταστρεπτική για το Ταμείο.
Ειδικοί εκτιμούν μιλώντας στο Εuro2day.gr ότι η οριστική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για το σύνολο των διατάξεων του νόμου Κατρούγκαλου (Ν.4387/2016) και των υπουργικών αποφάσεων που ακολούθησαν κατά των οποίων έχουν προσφύγει συνολικά 26 φορείς και φυσικά πρόσωπα ζητώντας την ακύρωσή τους. Στο μικροσκόπιο των δικαστών του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου έχουν τεθεί συνολικά 17 διατάξεις και οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις, που δεν αφορούν μόνο την ένταξη όλων των ασφαλισμένων στον ΕΦΚΑ και το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοαπασχολούμενων και των ελεύθερων επαγγελματιών.
“Ακουμπούν” το καθαρά δημοσιονομικό σκέλος της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης που συμφωνήθηκε την Άνοιξη του 2016 μεταξύ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και των εκπροσώπων των δανειστών, καθώς αφορούν τις περικοπές των επικουρικών συντάξεων, τον επανυπολογισμό και στη συνέχεια τις περικοπές των κύριων συντάξεων, την κατάργηση του ΕΚΑΣ, την κατάργηση των οικογενειακών επιδομάτων αλλά και την επιβολή εισφοράς 6% υπέρ ΕΟΠΥΥ και στις επικουρικές συντάξεις.
Συνεπώς, μια πιθανή απόφαση που θα κρίνει αντισυνταγματικές εν μέρει ή στο σύνολό τους αυτές τις διατάξεις ενδέχεται να αποτελέσει θρυαλλίδα δραματικών εξελίξεων τόσο στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για την τέταρτη αξιολόγηση, όσο και για τα δημόσια οικονομικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο επικαιροποιημένο τρίτο Μνημόνιο, κυβέρνηση και δανειστές αποτίμησαν 2 μονάδες του ΑΕΠ ή 3,6 δισ ευρώ την εξοικονόμηση από την μη εφαρμογή των παλαιότερων δικαστικών αποφάσεων.