Το επιχειρηματικό περιβάλλον ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις παραμένει ζοφερό με διόγκωση χρεών, έλλειψη ρευστότητας και αδυναμία καταβολής μισθών στην ώρα τους στους εργαζόμενους που απασχολούν.
Αυτό δείχνει έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ εξαμηνιαίας αποτύπωσης οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις. Παρά τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο διατηρούν αρνητικό πρόσημο, αν και παρουσιάζουν τις καλύτερες επιδόσεις από το Φεβρουάριο του 2015.
Το 38,5% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (από 47,4%), το 19,1% βελτίωση (από 10,9%), ενώ το 36,4% των επιχειρήσεων δεν αναμένει καμιά μεταβολή. Είναι σαφές ότι έχει προεξοφληθεί από τις επιχειρήσεις μια σχετικά ανώδυνη μετάβαση σε μια μεταμνημονιακή περίοδο.
Έξι στις δέκα επιχειρήσεις δηλώνουν επιδείνωση της κατάστασης ρευστότητας. Ατό συμβαίνει σε αντιδιαστολή με την εικόνα σταδιακής επενδυτικής επαναφοράς για ένα υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων (11% από 8,2%), το οποίο παραμένει περιορισμένο και φαίνεται να έχει δυνητικά χαμηλό ανώτατο όριο.
81.000 επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με κατασχέσεις και δέσμευση λογαριασμών. Το 25% χρωστάει στη εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία, την ώρα που η ένταξη στον εξωδικαστικό μηχανισμό γίνεται μετ΄εμποδίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΓΣΕΒΕΕ 60.000 δυνητικοί δικαιούχοι σκοντάφτουν στη γραφειοκρατία αλλά και στην απροθυμία των δανειστών.
Στον κύκλο εργασιών των ΜμΕ σημειώνεται κάμψη για το 46,3% (αύξηση 17,5%) των επιχειρήσεων. Οι αυτοαπασχολούμενοι παρουσιάζουν τις υψηλότερες απώλειες (53,7).
Τη μεγαλύτερη συρρίκνωση καταγράφουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις του κλάδου εμπορίου.
Ως προς το δείκτη κερδοφορίας, το 19,3% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη κάτω των 5,000€ στο 2017, ενώ το 22,5% κατέγραψε ζημίες. Κέρδη άνω των 10,000€ καταγράφει το 17,4%. Μείωση παραγγελιών καταγράφεται για το 50% των επιχειρήσεων
Από τα στοιχεία της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ όπου ο δείκτης βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μκρών επιχειρήσεων συνεχίζει να βελτιώνεται. Παρά το θετικό αυτό κλίμα, ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης διατηρεί υψηλές τιμές.
Το 34,5,% των επιχειρήσεων θεωρεί αρκετά και πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα (έναντι 38,1% του προηγούμενου εξαμήνου και 40,3% της αντίστοιχης έρευνας του Φεβρουαρίου του 2017).
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση οι προοπτικές εμφανίζονται θετικές. Ωστόσο το 33,5% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι αναγκάστηκε να μειώσει περιστασιακά ώρες/ ημέρεςεργασίας, ποσοστό χαμηλότερο σε σχέση με τις προηγούμενες έρευνες αλλά ακόμα σημαντικά υψηλό.
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις αποτυπώνεται και στο εύρημα ότι το 36,7% αντιμετωπίζουν προβλήματα έγκαιρης καταβολής των μισθών.