Του Ανέστη Ντόκα
«Τους τελευταίους 12 μήνες δεν έχουμε μειώσεις προσωπικού στις χρηματιστηριακές εταιρείες. Ομως, όταν έχει αποχωρήσει το 70% των αντικριστών και των brokers από το 2010 μέχρι και το 2013, μιλάμε για μία χαμένη γενιά και στον κλάδο μας, όπως έχει συμβεί και σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας». Αυτό δηλώνουν οι επικεφαλής ελληνικών χρηματιστηριακών εταιρειών που ανέρχονται σε 35 και προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα σ’ ένα σκληρό οικονομικό περιβάλλον, όπου το 80% των καθημερινών ημερήσιων συναλλαγών απορροφάται από τις 10 μεγαλύτερες χρηματιστηριακές, εκ των οποίων οι περισσότερες είναι remore members («μέλη εξ αποστάσεως»), δηλαδή έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό. Σήμερα σε μία χρηματιστηριακή εταιρεία υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες εργαζομένων. Από τη μία είναι οι αντικριστές (dealers), δηλαδή τα στελέχη που βρίσκονται μπροστά στα μόνιτορ και έχουν ως ευθύνη να εκτελούν τις εντολές αγοράς και πώλησης μετοχών που δέχονται από τους πελάτες τους.
Οι αντικριστές στην πλειοψηφία τους αμείβονται με βασικό μισθό από τη χρηματιστηριακή. Η δεύτερη κατηγορία εργαζομένων είναι οι brokers (μεσίτες) που αποτελούν τους ενδιάμεσους μεταξύ των ειδικών διαπραγματευτών (dealers) και των αντισυμβαλλομένων - πελατών τους. Το κέρδος τους προέρχεται από τη χρέωση των πελατών τους για τις υπηρεσίες τους. Να διευκρινίσουμε ότι η πλειονότητα των brokers προήλθε από τις χιλιάδες ΑΕΛΔΕ που είχαν δημιουργηθεί από το 1999 και μετά όπου και μετέφεραν τα χαρτοφυλάκιά τους σε χρηματιστηριακές εταιρείες προκειμένου να επιβιώσουν επαγγελματικά. Με βάση την ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα που έχει υποχωρήσει κάτω από τα 100 εκατ. ευρώ, είναι μάλλον απίθανο να διατηρηθούν στο μέλλον και οι 53 χρηματιστηριακές εκ των οποίων οι 16 αποτελούν remote members. Στατιστικά να αναφέρουμε ότι το 2012 στο χρηματιστήριο είχαν παρουσία 74 χρηματιστηριακές και το 2001 υπήρχαν 89 χρηματιστηριακές.
Ακόμη και οι συγχωνεύσεις-εξαγορές που επιχειρήθηκαν το 2011 δεν είχαν θετική κατάληξη, αφού όταν ενώνονται ζημιογόνες εταιρείες το αποτέλεσμα παραμένει αρνητικό. Οι περισσότερες από τις μικρές χρηματιστηριακές διατηρούνται εν ζωή είτε με πολύ λίγους ιδιώτες πελάτες, είτε διότι οι βασικοί μέτοχοι δεν επιθυμούν να τις κλείσουν και συχνά χρηματοδοτούν τη δραστηριότητά τους. Ο στόχος των ελληνικών χρηματιστηριακών είναι κοινός: να μειωθούν τα κόστη, καθώς οι ιδιωτικές χρηματιστηριακές κρατούν μόνο τη διαβίβαση εντολών και μεταφέρουν το κοστοβόρο κομμάτι υπηρεσιών, όπως είναι το ταμείο τίτλων και η εκκαθάριση, στις μεγάλες χρηματιστηριακές που είναι θυγατρικές τραπεζών. Την επίσπευση των συμμαχιών προωθούν κυρίως οι μικρές οικογενειακές χρηματιστηριακές που συζητούν με θυγατρικές τραπεζών και προσφέρουν ένα χαρτοφυλάκιο πελατών αξίας από 5 έως 30 εκατ. ευρώ. Υπολογίζεται ότι το 40% των εργαζομένων που είχαν ξεπεράσει τις 5.500 το 1999 στις χρηματιστηριακές εταιρείες είχε απολυθεί μεταξύ 2000-2009, εξαιτίας του αναιμικού τζίρου της αγοράς και του μεγάλου αριθμού των εταιρειών του κλάδου. Σημαντικά μερίδια αγοράς κατέχουν τα remote members (μέλη εξ αποστάσεως) όπως είναι η Citigroup, η UBS, η Credit Suisse, η Deutsche Bank, η Βank of America και η Société Générale.