Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο το πλαίσιο του λεγόμενου «Growth Strategy», δηλαδή της αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας μετά την έξοδο από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο, σημειώνοντας ότι θα γίνει επένδυση στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε ενδεικτικά στους τομείς της μεταποίησης, της βιομηχανίας, της αγροτοδιατροφής, του τουρισμού, της ναυτιλίας, του φαρμάκου, των logistics, της καινοτομίας, των start-ups, των υποδομών, της ενέργειας. Πρόκειται για τομείς όπου, όπως τόνισε, εντοπίζονται δυνατότητες σημαντικής ανάπτυξης και αναβάθμισης της χώρας στο διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό.
Ο Πρωθυπουργός χαρακτήρισε καθοριστικό βήμα για έξοδο από την κρίση το κλείσιμο της δ’ αξιολόγησης, ωστόσο όπως τόνισε, το πιο κομβικό ζήτημα σήμερα, είναι ο σχεδιασμός για την επόμενη ημέρα. «Ήρθε η ώρα αυτός να αποτυπωθεί συγκεκριμένα», πρόσθεσε. Σημείωσε επίσης ότι σε εξέλιξη είναι οι συζητήσεις για το χρέος, καθώς και ότι το όποιο αποτέλεσμα θα έρθει για έγκριση στο Eurogroup.
Μιλώντας κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, σημείωσε ότι «έχουμε πλέον, πλούσια εμπειρία από το κυβερνητικό έργο και την καθημερινή δουλειά στα υπουργεία. Έχουμε όμως, και την εμπειρία των Περιφερειακών Αναπτυξιακών Συνεδρίων, που τον τελευταίο χρόνο, απ΄ άκρη σε άκρη της χώρας, έχουν αφήσει πλούσια και απτά συμπεράσματα».
«Αυτή η δουλειά που έχει γίνει, έχει αποτυπωθεί σε ένα σχέδιο το οποίο καλείται σήμερα να συζητήσει και να εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο. Το σχέδιο αυτό θα κοινοποιηθεί σε όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου και θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στο ερχόμενο Eurogroup», συνέχισε ο κ. Τσίπρας.
Είπε επίσης ότι το κείμενο αποτελεί την αποτύπωση μιας ολιστικής στρατηγικής για την επόμενη ημέρα, μετά τα μνημόνια, περιγράφοντας τους σκοπούς, συγκεκριμένες ενέργειες και τα μέσα, ξεκινώντας από τα πεπραγμένα σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά. Όπως πρόσθεσε, το κείμενο περιλαμβάνει και δεσμεύσεις
«Βάση αυτού του σχεδίου είναι η Δημοσιονομική Σταθερότητα που έχουμε πια κατακτήσει, και που καθιστά τη χώρα αξιόπιστη», σημείωσε και επεσήμανε πως «για πρώτη φορά αποτυπώνουμε σε ένα κείμενο τα "ισχυρά χαρτιά" της χώρας. Κι αυτό όμως, θα ήταν λειψό αν δεν αποτυπώναμε και τα μέσα για να επιτευχθεί».
Στο επίκεντρο του σχεδίου είναι σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό οι άνθρωποι της χώρας και ειδικότερα, οι νέοι και οι νέες. Το σχέδιο, όπως τόνισε, περιλαμβάνει μια σειρά από πρωτοβουλίες ώστε να διευκολυνθούν οι νέοι και οι νέες της χώρας να ζήσουν και να δημιουργήσουν στην Ελλάδα και, όσοι έφυγαν τα προηγούμενα χρόνια, να βρουν ξανά κίνητρα ώστε να επιστρέψουν.
Αναφέρθηκε επίσης στα ζητήματα της εργασίας, με κύρια σημεία:
- Το εθνικό σχέδιο με ορίζοντα τριετίας, για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας
- Την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων
- Την αύξηση του κατώτατου μισθού.
«Τα παραπάνω σημεία, έρχονται να συμπληρώσουν τη στρατηγική για τη δημιουργία όχι μόνο νέων θέσεων εργασίας, αλλά και καλύτερων θέσεων εργασίας», πρόσθεσε ο Πρωθυπουργός. Ο κ. Τσίπρας μίλησε και τον τομέα των εξαγωγών, ο οποίος, όπως τόνισε, «ήδη από το αδύναμο 19% του 2009, έχει φτάσει σήμερα στο 33%, με στόχο το 50% το 2025», ενώ αναφέρθηκε επιγραμματικά και θεσμικές αλλαγές και στάθηκε στα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Η χώρα, επεσήμανε ο Πρωθυπουργός, έχει πλέον στη διάθεση της όχι μόνο τους πόρους από το ΠΔΕ και το ΕΣΠΑ, αλλά και από το πακέτο Γιούνκερ με επενδύσεις αξίας 8 δισ., την ΕΤΕπ με επενδύσεις που θα αποφέρουν κατά την τράπεζα έως και 20 δισ. την επόμενη τριετία, καθώς και 2,5 δισ. σε πρώτη φάση από την ΕBRD.
Όπως εκτιμά ο Πρωθυπουργός, τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις επιμέρους πρωτοβουλίες και την ίδρυση ταμείων για την ενίσχυση της καινοτομίας, των νεοφυών επιχειρήσεων αλλά και τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συγκροτούν ένα συνεκτικό σχέδιο. Στο πλάι αυτών, τόνισε ο Πρωθυπουργός, έρχεται η προσπάθεια για την Ίδρυση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, τη στιγμή που, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, το κόστος δανεισμού μειώνεται διαρκώς σε επίπεδα προ κρίσης και με τη χώρα να επιστρέφει ξανά στις αγορές χρήματος.