Ο Γενικός Επιθεωρητής του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ), Σταύρος Ευαγγελάτος αποκάλυψε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής συγκλονιστικά στοιχεία για το μέγεθος και το βάθος της διαφθοράς και των υπερτιμολογήσεων στον χώρο της Υγείας.
Ο κ. Ευαγγελάτος που βρίσκεται στο τιμόνι του ΣΕΥΥΠ από τον Ιούνιο του 2014 αποκάλυψε για πρώτη φορά στην Εξεταστική συγκεκριμένα στοιχεία από τις έρευνες του ΣΕΥΥΠ για την καταπολέμηση της διαφοράς και της κακοδιοίκησης υπογραμμίζοντας ότι η σημερινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας έχει απελευθερώσει τους επιθεωρητές. «Οι αρχές μας ταυτίζονται με εκείνες του υπουργείου Υγείας για το «μαχαίρι στο κόκκαλο». Για αυτό και τα λέμε σήμερα εδώ στην Εξεταστική» ανέφερε ο κ. Ευαγγελάτος.
Το πρώτο παράδειγμα διασπάθισης δημόσιου χρήματος που περιέγραψε ο Ευαγγελάτος αφορούσε σκάνδαλο με απινιδωτές και βηματοδότες τους οποίους προμηθεύονταν νοσοκομεία τουλάχιστον μέχρι το 2004. Όπως ανέφερε τα νοσοκομεία αγόραζαν σε πολύ υψηλότερες τιμές από αυτές που επικρατούν στη διεθνή αγορά χωρίς να έχει γίνει έρευνα τιμών. Φωτογράφισε, μάλιστα, την τότε πολιτική ηγεσία των υπουργείων Υγείας και Ανάπτυξης που καθόριζαν ανώτατες τιμές με κοινές υπουργικές αποφάσεις ΚΥΑ. Μάλιστα τόνισε ότι λειτουργούσαν ακόμη και offshore εταιρείες «στην Κύπρο και αλλού» οι οποίες ιδρύονταν για να αλλοιώνεται η πραγματική εικόνα των τιμών εισαγωγής. Το αποτέλεσμα ήταν η τιμή στην Ελλάδα να διαμορφώνεται σε πολλαπλάσια τιμή από άλλες χώρες ζημιώνοντας τόσο το Δημόσιο όσο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Ανέφερε, μάλιστα, ότι το ΣΕΥΥΠ ζήτησε να καταργηθούν οι επίμαχες ΚΥΑ αλλά δεν εισακούστηκε.
Ο κ. Ευαγγελάτος αποκάλυψε επίσης ότι στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας την περίοδο 2008-2009 δεν εφαρμόσθηκαν οι συμβάσεις για την προμήθεια και διαχείριση λαπαροσκοπικών υλικών, μοσχευμάτων και άλλων. Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί ζημία 6,8 εκ. ευρώ το 2008 και το 2009.
Επιπλέον, σύμφωνα με τις έρευνες του ΣΕΥΥΠ στο Πανεπιστημιακό Αλεξανδρουπόλεως διενεργήθηκαν διαγωνισμοί για αναλώσιμα από 2005 έως 2009 για την προμήθεια υγειονομικού υλικού που προκάλεσε ζημία 974.000 ευρώ. «Η υπόθεση έχει πάει στη Δικαιοσύνη» ανέφερε ο κ. Ευαγγελάτος και σημείωσε ότι αποδείχθηκε η «σκοπιμότητα των μελών των επιτροπών» στις υπερτιμολογήσεις.
Ακόμη, στο νοσοκομείο της Καβάλας την περίοδο 2005 έως 2008 προκλήθηκε ζημία 830.000 ευρώ από προμήθειες για οστικά μοσχεύματα. «Δεν υπήρχαν διαδικασίες διαπραγμάτευσης, γινόταν απευθείας ανάθεση νευροχειρουργικών υλικών και σε υπερβολικές ποσότητες» κατέθεσε ο κ. Ευαγγελάτος.
Αντίστοιχα στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης προκλήθηκε ζημία ύψους 1 εκ. ευρώ από εξωσυμβατικές προμήθειες με μεγαλύτερες τιμές από τις συμβατικές για ορθοπεδικό και νευροχειρουργικό υλικό. Στο ίδιο νοσοκομείο διαπιστώθηκε ζημία 2,1 εκ. ευρώ την περίοδο 2008 – 2009 στη νευροχειρουργική κλινική όπου όλα τα περιστατικά «βαπτίζονταν» επείγοντα.
Ο κ. Ευαγγελάτος αποκάλυψε και υπερτιμολογήσεις στην προμήθεια ραδιοφαρμάκων. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι σε νοσοκομείο στην Πάτρα διαπιστώθηκε ότι το 2016 τιμολογούσαν ραδιοφάρμακο 10 φορές υψηλότερα. «Αντί για 220 ευρώ ένα ραδιοφάρμακο χρεωνόταν 2.200 ευρώ» τόνισε και σημείωσε ότι η εταιρεία μιλά για λογιστικό λάθος αλλά η υπηρεσία το πλήρωνε ως μη όφειλε. «Η υπόθεση είναι στον εισαγγελέα» ανέφερε. Επίσης κατήγγειλε ότι συγκεκριμένη ιδιωτική εταιρεία πωλούσε επί τουλάχιστον έξι χρόνια το ίδιο ραδιοφάρμακο στο Δημόσιο στα 1.000 ευρώ και στον ιδιωτικό τομέα στα 500 με 600 ευρώ.
Κατήγγειλε ακόμη ότι δεν τηρήθηκε ο προσυμβατικός έλεγχος για την προμήθεια αντιικών φαρμάκων ύψους 12,8 εκατ. ευρώ την περίοδο 2006-2011. Επίσης σημείωσε ότι ήρθαν στη χώρα σε τρείς δόσεις 500.000 συσκευασίες Tamiflu από τις οποίες αφέθηκαν προς λήξη οι 495.000 ! Σημείωσε, μάλιστα, ότι η σύμβαση δεν επέτρεπε τη δυνατότητα επιστροφής «για κανένα λόγο και καμία αιτία» ούτε καν προβλέφθηκε η εναλλακτική να διατεθούν τα σκευάσματα σε άλλες χώρες. «Το κόστος των ληγμένων σκευασμάτων είναι 10 εκ. ευρώ» είπε και σημείωσε ότι το Δημόσιο θα επιβαρυνθεί περαιτέρω από το κόστος για την καταστροφή των σκευασμάτων με ειδικούς περιβαλλοντικούς όρους.
«Πέρα από τα νοσοκομεία, αντίστοιχες υπερχρεώσεις είχαμε και στα ασφαλιστικά ταμεία» είπε ο κ. Ευαγγελάτος και σημείωσε ότι δεν διενεργούνταν διαγωνισμοί για το φάρμακο με αποτέλεσμα να ζημιώνεται το Δημόσιο.