Όταν πρόκειται για τις μεγαλύτερες και πιο ισχυρές εισηγμένες εταιρείες στον κόσμο, τεχνολογικοί γίγαντες όπως οι η Apple, η Samsung και η Google έρχονται δεύτεροι απέναντι στις μεγαλύτερες τράπεζες της Κίνας και των ΗΠΑ. Αυτές βρίσκονται στην κορυφή της λίστας του Forbes Global 2000 για το 2018.
Στο τοπ 10 των εταιρειών στη λίστα αυτής της χρονιάς, επτά είναι τράπεζες και μόνο μία εταιρεία, η Apple, δεν ανήκει στον χρηματοοικονομικό κλάδο. Ποιο είναι το μήνυμα; Σε μια εποχή που σημαδεύεται από την τεχνολογική αλλαγή και την βιομηχανική καινοτομία, η συνεχιζόμενη ανάπτυξη των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στις αναδυόμενες και τις αναπτυγμένες αγορές κάνει την τραπεζική τη σταθερότερη δραστηριότητα στη Γη.
Οι στηριζόμενοι από το κράτος τραπεζικοί ογκόλιθοι, η Βιομηχανική και Εμπορική Τράπεζα της Κίνας και η Κατασκευαστική Τράπεζα της Κίνας ανέκτησαν τις υψηλές θέσεις τους στη λίστα του Forbes Global 2000 του 2018. Τον προηγούμενο χρόνο, είχαν συνδυασμένα κέρδη ύψους περίπου 80 δισ. δολ. Και διέθεταν αθροιστικά περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 8 δισ. δολ., κάτι που τις καθιστά τις εταιρείες με το μεγαλύτερο ειδικό βάρος που παρακολουθούμε καθώς δανείζουν και έχουν καταθέσεις στη μεγαλύτερη και πιο προστατευμένη αγορά στον κόσμο. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ μένουν πίσω. Διαθέτουν τρεις τράπεζες στο παγκόσμιο τοπ 5 στον κλάδο.
Η JPMorgan Chase βρίσκεται στη θέση 3 στη λίστα Forbes Global 2000, υποσκελίζοντας τον χρηματοοικονομικό όμιλο του Γουόερεν Μπάφετ Berkshire Hathaway, που δεν θεωρείται τράπεζα. Παρ’ όλα αυτά, η Bank of America και η Wells Fargo, στις οποίες έχει επενδύσει η Berkshire βρίσκονται στις θέσεις 6 και 7 αντίστοιχα και συμπληρώνουν το τοπ 5 στην παγκόσμια τραπεζική.
"Θα έχουμε μια χρυσή εποχή τραπεζικής", διεμήνυσε πρόσφατα ο CEO της JPMorgan Jamie Dimon σε ένα συνέδριο επενδυτών. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Αυτές οι τράπεζες τράπεζες ανακοίνωσαν αθροιστικά κέρδη ύψους 68,5 δισ. το 2018, ενισχυμένα από τα αυξημένα επιτόκια και την αύξηση του αμερικανικού ΑΕΠ. Επίσης αθροιστικά διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 7 τρισ. δολ., ενώ έχουν χρηματιστηριακή αξία σχεδόν 1 τρισ. δολ. (Αυτή τη χρονιά εξαιρέσαμε τις τράπεζες με χρηματιστηριακές δραστηριότητες Morgan Stanley και Goldman Sachs από τη λίστα μας με τις τράπεζες, καθώς και ομίλους επιχειρήσεων όπως η Berkshire.)
Πρόσφατα, αμερικανικές τράπεζες έχουν αρχίσει να κερδίζουν μερίδιο από κινεζικές και ευρωπαϊκές, αν και ακόμη δεν έχουν υποσκελίσει τις δύο τραπεζικές κινεζικές υπερδυνάμεις. Το παγκόσμιο τοπ 25 των τραπεζών περιλαμβάνει την Τράπεζα της Κίνας (στη θέση 5), την επίσης κινεζική Bank of Communications (στη θέση 11), την Postal Savings Bank of China (θέση 15), την Industrial Bank (θέση 17) and τη Shanghai Pudong Development Bank (θέση 8).
Τα επόμενα χρόνια η ενίσχυση των αγορών κεφαλαίου στην περιοχή και η προοπτική νέων συμφωνιών για το εμπόριο, καθώς και η προφανής επιθυμία του προέδρου Xi Jinping να ελέγξει χρηματοοικονομικές οντότητες στην Κίνας θα μπορούσε να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων. Άλλες τάσεις εμφανίζονται. Στην Ευρώπη, αναδύεται μια αλλαγή. Μια αργή ανάκαμψη από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και οι επιπτώσεις της όπως η κρίση χρέους χωρών σημαίνει πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες που κάποτε αντιμετώπιζαν προβλήματα είναι μόλις τώρα σε φάση ανόδου. Η HSBC (θέση 7), η BNP Paribas (θέση 8) και η Banco Santander (θέση 9) έχουν σταθερά ξαναμπεί στο τοπ 10 της παγκόσμιας τραπεζικής. Παρά την εύθραυστη ακόμη ανάκαμψη και τα πολύ χαμηλά επιτόκια αυτές οι τρεις τράπεζες είχαν αθροιστικά κέρδη ύψους 27,2 δισ. δολ. το 2017.
Αν και έχουν χαμηλότερα κέρδη σε σχέση με τις αμερικανικές τράπεζες και ότι έχουν λιγότερη από τη μισή χρηματιστηριακή αξία των τριών μεγαλύτερων τραπεζών στις ΗΠΑ, αυτές οι τρεις τράπεζες είναι στα ίδια επίπεδα σε ό,τι αφορά τους ισολογισμούς τους, διαθέτοντας περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 6,7 δισ. δολ.
Η δυναμική για οικονομική σταθεροποίηση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάπτυξη τραπεζών όπως η Paribas και η Santander τα επόμενα χρόνια, αν και η διάσπαση της Ευρώπης παραμένει ένας μεγάλος κίνδυνος. Και η θέση των ευρωπαϊκών τραπεζών στη λίστα Forbes Global 2000 δείχνει πόσο εύθραυστος παραμένει ο κλάδος.
Η αντιμέτωπη με προβλήματα Barclays, υποχώρησε από τη θέση 122 στη θέση 480 στη φετινή λίστα. Η Credit Suisse βρίσκεται στη θέση 482 και η γερμανική Deutsche Bank, που για άλλη μια φορά άλλαξε management, συνέχισε να πέφτει, καταλήγοντας στη θέση 495. Αυτοί οι ευρωπαϊκοί πρωταθλητές, έχασαν αθροιστικά 4,5 δισ. το 2017.
Η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Ιαπωνία παραμένουν στο τοπ 25 του τραπεζικού κλάδου, πιάνοντας μαζί οκτώ θέσεις.
Η λίστα ForbesGlobal 2000 είναι μια ετήσια κατάταξη των μεγαλύτερων, των πιο δυνατών εισηγμένων εταιρειών στην κόσμο, η οποία καταρτίζεται με βάση τα έσοδα, τα κέρδη, τα περιουσιακά στοιχεία και τη χρηματιστηριακή αξία.
Στη φετινή λίστα υπάρχουν 14 κινεζικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των επτά στο τοπ 25 του τραπεζικού κλάδου. Αθροιστικά, διέθεταν περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 17 τρισ. δολ. και είχαν κέρδη περίπου 155 δισ. δολ. Συνολικά 11 αμερικανικές τράπεζες είναι στη λίστα Global 2000 και τέσσερις στο τοπ 25 του κλάδου. Αν και αυτές οι τράπεζες είχαν αθροιστικά περιουσιακά στοιχεία αξίας 10 τρισ. δολ., εξαιρουμένων επιβαρύνσεις που προέκυψαν από τη νέα φορολογική νομοθεσία στις ΗΠΑ, αυτές οι τράπεζες είχαν κέρδη άνω των 100 δισ. δολ.
Αυτή τη χρονιά, καμία τράπεζα από τις αναδυόμενες αγορές Βραζιλία και Ρωσία δεν μπήκε στη λίστα του Forbes Global 2000, ενώ από μία τράπεζα έχουν στη λίστα η Ν. Αφρική, η Ελλάδα, η Δανία, η Χιλή, η Αυστρία και η Πορτογαλία. Νέες είσοδοι φέτος είναι η ταϊλανδέζικη Thanachart Capital και η ισπανική Unicaja Banco. Μεταξύ των 25 μεγαλύτερων τραπεζών στον κόσμο, τρεις είναι από την Αυστραλία, τον Καναδά και την Ιαπωνία, δύο από το Ηνωμένο Βασίλειο και από μία από τη Γαλλία, την Ισπανία και την Ολλανδία.
Πηγή: capital.gr/Antoine Gara