Στο πλέον ισχυρό χαρτί της γαλακτοβιομηχανίας για την εγχώρια αγελαδοτροφία αναδεικνύεται το γιαούρτι.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΣΕΒΓΑΠ, στις ευρωπαϊκές αγορές διοχετεύεται πλέον σχεδόν το 50% της παραγωγής, όταν τέσσερα χρόνια πριν το ποσοστό αυτό ήταν στο 40%. Εξίσου ενδιαφέρουσα, όμως, είναι η κινητικότητα που παρατηρείται εσχάτως και στην ελληνική αγορά: Πριν από τρεις εβδομάδες, η MEBΓΑΛ ανακοίνωσε το επαναλανσάρισμα του στραγγιστού της γιαουρτιού, ολοκληρώνοντας για τον σκοπό αυτόν επένδυση ύψους 5,3 εκατ. ευρώ στις εγκαταστάσεις της στα Κουφάλια Θεσσαλονίκης. Αντίστοιχα, τον Νοέμβριο του 2017, η Κρι Κρι ξεκίνησε μια νέα καμπάνια γύρω από το «Στραγγιστό κι Αγαπημένο», ένα προϊόν με το οποίο βάζει στόχο την κατάληψη της πρώτης θέσης στη συγκεκριμένη κατηγορία που εξακολουθεί να κατέχει η ΦΑΓΕ με το Total.
Έως έναν βαθμό, το rebranding στο οποίο ουσιαστικά προχώρησαν οι δύο εταιρείες ήταν επιβεβλημένο από τις αλλαγές στον τρόπο παρασκευής του στραγγιστού γιαουρτιού που υπαγορεύει ο προσφάτως αναμορφωμένος Κώδικας Τροφίμων και Ποτών. Πέρα από αυτό, όμως, στις αποφάσεις τους ασφαλώς έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι το στραγγιστό κατέχει τη μερίδα του λέοντος μιας συνολικής αγοράς γιαουρτιού, η οποία δείχνει το τελευταίο διάστημα σημάδια ανάκαμψης. Σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen που εξασφάλισε η «ΥΧ», στο πρώτο τετράμηνο του 2018 οι συνολικές πωλήσεις βιομηχανοποιημένου γιαουρτιού στα μεγάλα σούπερ-μάρκετ και τις υπεραγορές παρουσίασαν αύξηση 5,6% σε όγκο και 5,4% σε αξία (15.911 τόνοι και 62,5 εκατ. ευρώ αντίστοιχα) σε σχέση με πέρυσι, με το στραγγιστό γιαούρτι να καταγράφει στο διάστημα αυτό αύξηση 6,4% στις ποσότητες (9.963 τόνοι) και 6,7% στην αξία (34,6 εκατ. ευρώ). Όλα αυτά, ύστερα από μια χρονιά (2017) στην οποία, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις της Vivartia, η αγορά γιαουρτιού «βελτίωσε την αρνητική της τάση, παραμένοντας οριακά σταθερή σε όγκο (-0,2%) και πτωτική σε αξία 2,9%».