Για πρόσθετο χαράτσι 8.400 ευρώ για κάθε μικρομεσαία επιχείρηση κάνει λόγο ο ΣΕΒ που ζητά από την κυβέρνηση να αποσύρει άμεσα τις διατάξεις του Υπουργείου Εργασίας για τις εργολαβίες-υπεργολαβίες.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται:
"Σε μια περίοδο ακραίας υπερφορολόγησης, όπου το ζητούμενο -κατά την Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό -είναι η ελάφρυνση των επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν με επενδύσεις την αναπτυξιακή διαδικασία, συζητείται στη Βουλή σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας, που περιέχει μια σειρά επικίνδυνων και άτοπων ρυθμίσεων σχετικά με το πλαίσιο που διέπει τις εργολαβίες και τις υπεργολαβίες. Το Υπουργείο Εργασίας υποπίπτει, έτσι, για άλλη μια φορά σε ένα διπλό ατόπημα: να νομοθετεί χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις και προτάσεις των φορέων της αγοράς και –ακόμη χειρότερα- να επιβαρύνει με πρόσθετα και εντελώς περιττά κόστη τις επιχειρήσεις εξαιτίας των κακοσχεδιασμένων και εν τέλει ανεφάρμοστων διατάξεων που εισηγείται.
Το εν λόγω νομοσχέδιο, επί του οποίου ο ΣΕΒ είχε αποστείλει αναλυτικά τις θέσεις του όταν τέθηκε σε διαβούλευση την 1η Ιουνίου 2018, περιλαμβάνει διατάξεις που δημιουργούν σύγχυση στις επιχειρήσεις, αυξάνουν το διοικητικό βάρος και το μισθολογικό τους κόστος και δυσχεραίνουν τη λειτουργία του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Για άλλη μια φορά, διαπιστώνουμε ότι η διαβούλευση που πραγματοποίησε το Υπουργείο υπήρξε προσχηματική και άνευ ουσίας, καθώς στο κατατεθέν κείμενο αγνοήθηκαν παντελώς οι παρατηρήσεις και προτάσεις των φορέων της αγοράς.
Η νομική ασάφεια που διέπει τις εν λόγω διατάξεις στη διατύπωσή τους, ειδικότερα ως προς τη διάκριση μεταξύ εργολαβίας και προμήθειας, δημιουργεί τεράστια προβλήματα σε κάθε μορφής συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Κατά τον νομοθέτη, κάθε σύμβαση έργου μεταξύ επιχειρήσεων στο πλαίσιο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου.
Συγκεκριμένα στο αρ.9 του νομοσχεδίου, προβλέπεται η «εις ολόκληρον και αλληλεγγύως ευθύνη» κάθε αναθέτουσας με σύμβαση έργου εταιρίας με τον αναλαμβάνοντα εργολάβο, με την επίκληση πρόκλησης δυσμενών επιπτώσεων στο προσωπικό του εργολάβου. Η ευθύνη αυτή αφορά την καταβολή των οφειλόμενων αποδοχών, των ασφαλιστικών εισφορών καθώς και τυχόν αποζημιώσεων απόλυσης, για τα απορρέοντα εκ της μεταξύ τους συμβατικής σχέσης. Για την συμμόρφωση των επιχειρήσεων που αναθέτουν έργα σε εργολάβους,προσδιορίζεται μια πολυδαίδαλη, χρονοβόρα και υψηλού διαχειριστικού κόστους σειρά ενεργειών από τα στελέχη τους. Ένα από τα προβληματικά σημεία της ρύθμισης, είναι για παράδειγμα ότι η αναθέτουσα εταιρεία θα πρέπει να διαχειριστεί στοιχεία που περιέχουν προσωπικά δεδομένα των μισθωτών του εργολάβου και των υπεργολάβων του (ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, λογαριασμό τράπεζας, ύψος μισθού κ.λπ.) για αριθμό ατόμων που ενδεχομένως είναι μεγαλύτερος από το ίδιο το προσωπικό του.
Σημειώνεται ότι οι αναθέσεις σε τρίτους-εξωτερικούς συνεργάτες αποτελεί μια πάγια και εξαιρετικά διαδεδομένη πρακτική της αγοράς. Με βάση το νέο πλαίσιο και υπολογισμούς του ΣΕΒ, επί πραγματικών δεδομένων, προκύπτει ότι κατά μέσο όρο μια αναθέτουσα επιχείρηση μεσαίου μεγέθους θα πρέπει να απασχολήσει ένα έμπειρο στέλεχος της περίπου 9 ημέρες πλήρους απασχόλησης το μήνα, απλά και μόνο για να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του νομοσχεδίου. Λαμβάνοντας δε υπ’ όψιν το μέσο ετησιοποιημένο κόστος (αμοιβές μόνον) του στελέχους αυτού, προκύπτει ετήσιο κόστος 8.400 € για ΚΑΘΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ αποκλειστικά και μόνο για την συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του νομοσχεδίου.
Εντύπωση, βέβαια, προκαλεί ότι η μοναδική αλλαγή στις εν λόγω ρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκε μετά την ολοκλήρωση της διαβούλευσης, αφορά σε προσθήκη διάταξης που εξαιρεί τις δημόσιες συμβάσεις έργων και προμηθειών από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, γεγονός που προκαλεί εύλογα ερωτηματικά ως προς τη διακριτική μεταχείριση του Δημοσίου από το Υπουργείο Εργασίας. Επιπλέον, οι πολλαπλές γκρίζες περιοχές της ρύθμισης μπορούν να μας ξαναφέρουν στα χρόνια όπου ανεφάρμοστες διατάξεις χρησιμοποιούνταν από επίορκους υπαλλήλους για κατάχρηση της εξουσίας τους. Έτσι σε καμία περίπτωση δεν εισάγεται ένα ολοκληρωμένο σύστημα κανόνων για την προστασία της αδήλωτης εργασίας αλλά και των επιχειρήσεων, όπως πρεσβεύει το Υπουργείο Εργασίας.
Για τους παραπάνω λόγους, ζητάμε και δημόσια –μετά τις επανειλημμένες άκαρπες προσπάθειες επικοινωνίας με την Υπουργό και το επιτελείο της- την απόσυρση των ρυθμίσεων αυτών από το Νομοσχέδιο και τον ορισμό άμεσης συνάντησης με το Υπουργείο Εργασίας, προκειμένου το θέμα να συζητηθεί ενδελεχώς και να αναζητηθούν από κοινού οι πλέον πρόσφορες και λειτουργικές λύσεις που να βελτιώνουν στην πράξη το πλαίσιο ρύθμισης των εργολαβιών/υπεργολαβιών."