Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ναυτιλιακές εταιρείες κατά την επιλογή μιας βέλτιστης στρατηγικής χρηματοδότησης τους στο υφιστάμενο περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την αστάθεια των παγκόσμιων αγορών, το φόβο της αναζωπύρωσης του προστατευτισμού και των εμπορικών πολέμων και την πιθανότητα αλλοίωσης παραδοσιακών αγορών, όπως αυτή της ναυτιλίας, από τις νέες τεχνολογίες, αποτέλεσαν μερικά από τα θέματα που συζητήθηκαν μεταξύ εφοπλιστών και εμπειρογνωμόνων του κλάδου, στην πρόσφατη ημερίδα που διοργάνωσε PwC Ελλάδας στο Ναυτικό Όμιλο της Ελλάδας, με τίτλο «Navigating through new challenges in the global markets».
Όπως επισημάνθηκε, ενώ το ενδιαφέρον για είσοδο στις κεφαλαιαγορές των ΗΠΑ παραμένει υψηλό για τις ιδιωτικές ναυτιλιακές εταιρείες, η δυνατότητα αυτή γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη για τους στόλους μικρότερου μεγέθους.
«Κατά τη διάρκεια του 2018, οι κεφαλαιαγορές των ΗΠΑ κινήθηκαν δυναμικά παρά την αστάθεια της αγοράς με τους καθοριστικούς παράγοντες των δημόσιων εγγραφών - ανάπτυξη κύκλου εργασιών, διαφοροποίηση, αξιόπιστες ταμειακές ροές και προβλέψιμα έσοδα – να παραμένουν ισχυροί. Πιο συγκεκριμένα, οι ναυτιλιακές εταιρείες που ενδιαφέρονται να εισέλθουν στις αγορές των ΗΠΑ θα πρέπει να εστιάσουν σε συγκεκριμένο τμήμα αγοράς, τον όγκο και τη διαφοροποίηση τους», σημείωσε η Santos Equitz, Director και Επικεφαλής για τις Κεφαλαιαγορές στην PwC Ελλάδας.
Για την παρουσία και πρόκληση ενδιαφέροντος στις κεφαλαιαγορές των ΗΠΑ, απαιτείται ένας συνδυασμός υψηλής κεφαλαιοποίησης και ισχυρών προοπτικών ανάπτυξης στην αγορά της ναυτιλίας, η επίτευξη του οποίου δημιουργεί δυσκολία για τις ιδιωτικές ναυτιλιακές εταιρείες. Η περιορισμένη πρόσβαση στις αγορές των ΗΠΑ και η μείωση του παραδοσιακού τραπεζικού δανεισμού, έχει οδηγήσει στην εμφάνιση νέων εναλλακτικών μορφών για την κάλυψη του κενού. Οι χρηματοδοτικές μισθώσεις και τα νορβηγικά ομόλογα αποδεικνύονται βιώσιμες εναλλακτικές για να καλύψουν το χρηματοδοτικό κενό που αφήνουν οι τράπεζες, οι οποίες μειώνουν την έκθεση τους στον κλάδο. Επιπρόσθετα και σε ότι αφορά τη δυνατότητα χρηματοδότησης με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (“equity raising”), η Νορβηγία επιδεικνύει αποτελεσματικότητα μέσα από την αξιοποίηση της Νορβηγικής εξωχρηματιστηριακής αγοράς (N-OTC) του Όσλο και της Merkur Market για μικρότερες εταιρείες ή τις χρηματιστηριακές συναλλαγές του Oslo Axess και του χρηματιστηρίου του Όσλο για μεγαλύτερου μεγέθους εταιρείες.
Ο Σωκράτης Λεπτός-Μπούρτζη, Επικεφαλής του Τομέα Ναυτιλίας και Λιμένων του παγκόσμιου δικτύου της PwC, άνοιξε τη συζήτηση του πάνελ των ειδικών, που ανέπτυξαν τις εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης, αναφέροντας ότι η εισαγωγή στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ αποτελεί μία σημαντική μετάβαση για κάθε εταιρεία, και πολύ περισσότερο για τις μικρότερες και οικογενειακές εταιρείες. Όπως συζητήθηκε, κάποιες εναλλακτικές είναι διαθέσιμες στις Νορβηγικές αγορές μέσω των οποίων έχει προσφερθεί πρόσφατα η δυνατότητα χρηματοδότησης είτε μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου είτε ομολόγων υψηλής απόδοσης. Ο Andreas Aamodt Kilde, Partner στην Pareto Securities, εξήγησε: «Με τις παραδοσιακές ναυτιλιακές τράπεζες να συνεχίζουν να μειώνουν την έκθεσή τους στην παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία, οι εφοπλιστές έχουν αρχίσει να διερευνούν άλλες λύσεις χρηματοδότησης των πλοίων τους. Ευτυχώς υπάρχει ποικιλία επιλογών, και η σημερινή αγορά προσφέρει την ευκαιρία εκμετάλλευσης των ελκυστικών μη-τραπεζικών λύσεων χρηματοδότησης που είναι διαθέσιμες. Καθώς ο κάθε στόλος, το προφίλ απασχόλησης και η κεφαλαιακή δομή είναι μοναδικά, η καλύτερη συμβουλή που θα μπορούσα να δώσω στους πλοιοκτήτες είναι να διερευνήσουν ποιες εναλλακτικές υπάρχουν ακολουθώντας μια δομημένη και ανταγωνιστική διαδικασία - η χρηματοδότηση υπάρχει, αρκεί να ξέρει κανείς πού να ψάξει».
Παρά το περιορισμένο ενδιαφέρον από ιδιωτικά κεφάλαια, στο παρελθόν, η τάση αυτή δεν φαίνεται να συνεχίζεται και οι επενδυτές αυτού του τύπου ψάχνουν τρόπους εξόδου. Η δραστηριότητα αυτή εντούτοις έχει επηρεάσει θετικά το ενδιαφέρον για συγχωνεύσεις και εξαγορές (Σ&Ε), σχολίασε ο κ Αντώνης Αργυρόπουλος, Managing Director στην Seaborne Capital. Αν και δεν φαίνεται να υπάρχουν σχέδια για μελλοντικές Σ&Ε λόγω της έλλειψης επαρκών συνεργειών στην ναυτιλία, ο κ. Αργυρόπουλος πιστεύει ότι θα πρέπει να αναμένουμε μερικές συναλλαγές ακόμα, με πιθανή κινητήρια δύναμη τις συγχωνεύσεις μεταξύ εισηγμένων και ιδιωτικών εταιρειών.
Ταυτόχρονα, αυξάνεται και η χρηματοδότηση μέσω χρηματοδοτικών μισθώσεων από Κινέζικα κεφάλαια. Με 12 από τα 25 μεγαλύτερα και ενεργά χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα να προέρχονται από την Κίνα, υπάρχει αυξημένη διάθεση για επενδύσεις. Ωστόσο, το μέγεθος και η φήμη των ναυτιλιακών εταιρειών εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για τη λήψη της τελικής απόφασης, όπως ανέλυσε στο πάνελ ο Νίκος Δασκαλάκης, Director στην Smarine Advisors Limited. «Η χρηματοδοτική μίσθωση έχει ωριμάσει, παρέχοντας ευελιξία ως προς την ηλικία, τον τύπο, την προέλευση ναυπήγησης, την απασχόληση, την προθεσμία εξόφλησης, τη χρηματοδότηση πριν από την παράδοση, τις καθημερινές λειτουργικές απαιτήσεις και τα χρονοδιαγράμματα γρήγορης εκτέλεσης, τους όρους ανταγωνισμού και τα χρονικά πλαίσια υλοποίησης. Είναι ιδανική για έργα που εμπλέκουν υψηλά κεφάλαια, ενισχύει τη ρευστότητα και διαφοροποιεί στρατηγικά τον κίνδυνο δανεισμού για τους ναυτιλιακούς ομίλους, προσφέροντας ευκαιρίες για συνέργειες με κινεζικά ναυπηγεία και ναυλωτές. Μεγάλοι όμιλοι, με εξαιρετική φήμη, διαφάνεια και ταμειακές ροές, αποτελούν τους βασικούς στόχους, αν και λόγω αυξημένου ανταγωνισμού, ενδιαφέρον άρχισε να επιδεικνύεται και σε ομίλους μεσαίου μεγέθους».
Ο ρόλος της Κίνας στο παγκόσμιο εμπόριο και το ναυτιλιακό τομέα αναλύθηκε περαιτέρω από τον κ. Feng Li, Εμπορικό Σύμβουλο της Κινεζικής Πρεσβείας στην Ελλάδα. Ο Εμπορικός Σύμβουλος εξήγησε τη σύνδεση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της ναυτιλίας της χώρας του με την ευημερία του ναυτιλιακού τομέα να εξαρτάται από τη διασφάλιση ανοιχτών αγορών και ανταγωνιστικού ελεύθερου εμπορίου. Οι επενδύσεις της Cosco στο Λιμάνι του Πειραιά αποτελούν δέσμευση για τη δημιουργία του μεγαλύτερου σταθμού εμπορευματοκιβωτίων στην Ευρώπη που θα οδηγήσει στην καθιέρωση νέων διαύλων. Η Κίνα και η Ελλάδα διαθέτουν συμπληρωματικά πλεονεκτήματα στον τομέα της ναυπηγικής, και η σχέση μεταξύ των δύο χωρών ενισχύεται σταθερά κατά την τελευταία δεκαετία.
Αναφορικά με τις συνολικές προοπτικές των βασικών ναυτιλιακών αγορών, η Henriette Brent-Petersen, Γενική Διευθύντρια για τη Ναυτιλία και την Υπεράκτια Έρευνα στην DVB Bank SE σχολίασε: «Λόγω της διαρκούς «απομόχλευσης» στην Κινεζική και την Κορεατική ναυπηγική βιομηχανία, δεν αναμένουμε να καλυφθεί πλήρως η μη-χρησιμοποιούμενη χωρητικότητα των ναυπηγείων σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα». «Τα δεδομένα εμφανίζουν μείωση της χωρητικότητας των ναυπηγείων. Εκφράζουν όμως την πραγματικότητα; Ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι νέες ανατρεπτικές τεχνολογίες συνεχώς μεταβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο είχαμε συνηθίσει να συναλλασσόμαστε μέχρι σήμερα, και αυτό ισχύει και στην παραδοσιακή βιομηχανία της ναυπηγίας. Εκμεταλλευόμενοι τις καινοτόμες τεχνολογίες αυτοματοποίησης, για παράδειγμα με τη χρήση ρομπότ, συστημάτων αισθητήρων και τεχνητής νοημοσύνης, τα ναυπηγία θα μπορέσουν να επιτύχουν υψηλότερη παραγωγικότητα, χαμηλότερο κόστος κατασκευής, ανώτερης ποιότητας προϊόντα και πιο έγκαιρες παραδόσεις. Ως αποτέλεσμα, οι συμβατικές διαδικασίες ναυπήγησης πλοίων ενδέχεται να μετασχηματισθούν σε αυτό που αποκαλούμε ‘‘σύστημα έξυπνου ναυπηγείου’’», εξηγεί. Η συνολική επίδραση στη ναυτιλία θα είναι πιθανότατα μικρότεροι οικονομικοί κύκλοι που θα κυμαίνονται σε μικρότερο εύρος ναύλων.
Η ψηφιοποίηση στο τομέα της ναυτιλίας αποτελεί μια από τις πιο ανατρεπτικές εξελίξεις από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, και τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν θα πρέπει να την αγνοήσουν, καθώς θα οδηγήσει εν τέλει στη βελτιστοποίηση των λειτουργιών - και αυτό δεν αφορά μόνο τους εφοπλιστές, αλλά και τα λιμάνια και τις εταιρείες logistics. Αναφερόμενος στις ψηφιακές στρατηγικές του τομέα, ο Burkhard Sommer, Αναπληρωτής Επικεφαλής του Maritime Competence Centre στην PwC Γερμανίας, σχολίασε σχετικά: «Η ψηφιοποίηση είναι αναπόφευκτη. Θα προκαλέσει ανατρεπτικές αλλαγές στα υπάρχοντα επιχειρηματικά μοντέλα, και η στρατηγική και εφαρμογή των τεχνολογιών αυτών θα χρειαστεί να βασιστούν σε μια ολιστική προσέγγιση με στόχο τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο μια εταιρεία εργάζεται σήμερα καθώς και τη διασφάλιση της μελλοντικής της επιτυχίας. Η ψηφιοποίηση αφορά κυρίως τη χρήση δεδομένων από διαφορετικές πηγές για την βελτιστοποίηση των λειτουργιών. Σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η ψηφιοποίηση είναι επιτακτική για την οικοδόμηση ενός επιτυχούς μέλλοντος. Ωστόσο, οι περισσότερες εταιρείες που συμμετέχουν στον κλάδο τηςι ναυτιλίας έχουν πολύ δρόμο ακόμα μπροστά τους ως προς αυτή την κατεύθυνση. Έχει έρθει όμως η ώρα για δράση»
Στο υφιστάμενο οικονομικό περιβάλλον, η ναυτιλία αντιμετωπίζει έναν αυξανόμενο αριθμό προκλήσεων, αλλά και ευκαιριών να αναπτύξει στρατηγικές και καινοτομίες με στόχο μια μακροπρόθεσμα βιώσιμη επιχειρηματική δραστηριότητας. Αν και τα παραδοσιακά μοντέλα έχουν αποτελέσει τη σταθερή κινητήριο δύναμη επιτυχίας του κλάδου στο παρελθόν, έχει φτάσει πλέον η στιγμή για τους εφοπλιστές να τα αφήσουν πίσω και να αρχίσουν τη διερεύνηση εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης των επιχειρήσεων τους.