Ορθάνοιχτο παραμένει το «παράθυρο» μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για χιλιάδες απασχολουμένους που αμείβονται με τίτλους κτήσης, καθώς ακόμη δεν έχει εκδοθεί η προβλεπόμενη υπουργική απόφαση, με την υπογραφή της οποίας θα ξεκινήσει η καταβολή εισφορών 26,95% επί του αναγραφόμενου ποσού.
Βάσει νόμου, με τίτλους κτήσης (οι παλαιές αποδείξεις δαπάνης) μπορούν να αμειφθούν μόνον οι ευκαιριακά απασχολούμενοι.
Ομως χιλιάδες εργαζόμενοι που στο παρελθόν αμείβονταν με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών, μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, έσπευσαν να κλείσουν τα μπλοκάκια τους και κατέφυγαν στη λύση της πληρωμής με τίτλους κτήσης. Αυτοί, για όσο διάστημα το υπουργείο Εργασίας δεν εκδίδει τη σχετική απόφαση, δεν υποχρεούνται στην καταβολή ασφαλιστικών εισφορών.
Ο νόμος ορίζει ότι υπάγονται στο παλαιό νομοθετικό καθεστώς και οι υπηρεσίες του ΕΦΚΑ (πρώην ΟΑΕΕ) δεν προχωρούν στον καταλογισμό εισφορών.
Υπενθυμίζεται πως το όριο έως του οποίου μπορεί κάποιος να αμειφθεί με τίτλο κτήσης είναι 10.000 ευρώ ετησίως, τα οποία και επιβαρύνονται με παρακράτηση φόρου 20% και τέλος χαρτοσήμου 3,6% στην πηγή.
Μετά την αφαίρεση των ανωτέρων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων και επί της καθαρής αξίας του παραστατικού, βάσει του νόμου θα επιβάλλεται εισφορά 26,95% υπέρ ΕΦΚΑ (20%) και ΕΟΠΥΥ (6,95%).
Μάλιστα, η εισφορά θα επιβάλλεται σε οποιοδήποτε ποσό αναφέρει το παραστατικό, χωρίς να ισχύει κατώτατο πλαφόν, ενώ στη διαδικασία της εκκαθάρισης από την αρμόδια ΔΟΥ και μετά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης καταλογίζεται επιπλέον φόρος 2%, καθώς ο αναλογούν συνολικός φόρος είναι 22%.
Για παράδειγμα, εάν κάποιος λάβει ως αμοιβή για την εργασία του έναν τίτλο κτήσης αξίας 2.000 ευρώ, θα επιβαρυνθεί με φόρους και εισφορές που θα αγγίξουν τα 883 ευρώ, συνεπώς θα λάβει στην τσέπη του 1.117 ευρώ.
Αντίστοιχα, για 7.000 ευρώ, το τελικό ποσόν που θα πάρει ο εργαζόμενος είναι μόλις 3.907 ευρώ...
Βέβαια, αν και η σχετική διάταξη ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, η εφαρμοστική της ισχύ ξεκινάει από τη δημοσίευση της σχετικής υπουργικής απόφασης, η οποία θα καθορίζει τη διαδικασία απόδοσης των ασφαλιστικών εισφορών, τον χρόνο και τον τρόπο δήλωσης των στοιχείων του παραστατικού και της σύμβασης από τον εκδότη στον ΕΦΚΑ, όπως επίσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Αναλυτικά, ο νόμος (άρθρο 55 Ν. 4509/2017) ορίζει πως οι επίμαχες ρυθμίσεις «εφαρμόζονται για παραστατικά που αφορούν σε συμβάσεις που καταρτίζονται από τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης και εφεξής.
Για παραστατικά που εκδίδονται και αφορούν σε συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί πριν από τη δημοσίευση της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, εφαρμόζεται το προϊσχύον καθεστώς».
Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, καθώς ενώ η κείμενη φορολογική και εσχάτως ασφαλιστική νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα έκδοσης τίτλων κτήσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, δεν υπάρχει ξεχωριστή μορφή απασχόλησης που μπορεί να αμείβεται με αυτούς. Αυτό λοιπόν που επιχειρείται από το υπουργείο είναι να βρεθεί ο τρόπος ώστε η έκδοση τίτλου κτήσης να δικαιολογήσει την απασχόληση εργαζομένου σε παραγωγική διαδικασία, χωρίς όμως να τηρείται η κείμενη εργατική νομοθεσία...
Ετσι, οι αμοιβές με αποδείξεις δαπάνης τείνουν να υποκαταστήσουν τα Δελτία Παροχής Υπηρεσιών, τα γνωστά μπλοκάκια, ειδικά στις περιπτώσεις περιστασιακής απασχόλησης.
Αλλωστε, αν πραγματικά η απασχόληση είναι ευκαιριακή, η πληρωμή εισφορών ύψους 26,95% καθιστά στην πράξη την εργασία ασύμφορη, ενώ πολύ μικρή είναι κι η πραγματική ασφαλιστική ωφέλεια.
Πηγή: Καθημερινή