Σε μητέρα των μαχών αναδεικνύεται για το υπουργείο Εργασίας, αλλά και ολόκληρη την κυβέρνηση η έναρξη της διαδικασίας επέκτασης των τουλάχιστον 25 κλαδικών συμβάσεων που θα βρίσκονται σε ισχύ αύριο, Τρίτη 21 Αυγούστου, πρώτη ημέρα της μετά-μνημονιακής περιόδου.
Σε δεύτερο πλάνο, όχι όμως μακρινό, βρίσκεται και ο στόχος για αύξηση του κατώτατου μισθού, με την αρμόδια υπουργό Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου να ξεκαθαρίζει πρόσφατα (σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ) ότι υπάρχει θεσμοθετημένη μια διαδικασία που περιλαμβάνει διαπραγματεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους και στη συνέχεια σχετική εισήγηση.
Εκτίμησε ότι η διαδικασία αυτή θα εκκινήσει μετά την 20η Αυγούστου και επεσήμανε ότι στόχος είναι εντός της κυβερνητικής θητείας να πραγματοποιηθεί μία αύξηση στον κατώτατο μισθό. Αυτό που πρέπει βέβαια να ξεκαθαριστεί, είναι εάν θα αλλάξει ο νόμος που ορίζει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τις διαδικασίες, καθώς αν δεν υπάρξει κυβερνητική παρέμβαση, οι όποιες αυξήσεις θα αφορούν τους μισθούς του 2019.
Πως όμως φθάσαμε ως εδώ;
Τα δύο πρώτα μνημόνια επέφεραν τεκτονικές αλλαγές στην ελληνική αγορά εργασίας, διαμορφώνοντας ένα νέο εργασιακό τοπίο, το οποίο άλλαξε περαιτέρω με το τρίτο μνημόνιο. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, από το Μάιο του 2010 μέχρι και σήμερα εφαρμόστηκε «ένα επικίνδυνο πείραμα, που έχει σκοπό την εκθεμελίωση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων, που κατακτήθηκαν τα τελευταία εκατό χρόνια στη χώρα».
Ο ΣΕΒ, παραδέχεται ότι κατά την περίοδο της κρίσης, παρατηρείται σημαντική μείωση των μέσων ονομαστικών και πραγματικών μισθών για το σύνολο της οικονομίας, η οποία για την περίοδο 2009 – 2016 ανέρχεται συνολικά σε 18,9% και 22,5% αντίστοιχα (μείωση ΑΕΠ κατά 22,9%). Από το 2011 ο μέσος πραγματικός μισθός έχει κατέλθει κάτω από το επίπεδο του 2002 και τα επόμενα έτη γύρω στο 88% αυτού.
Την περίοδο της κρίσης οι ετήσιες μειώσεις των μισθών στο Δημόσιο (-2,4%) εμφανίζονται μικρότερες από αυτές του συνόλου (-3,1%) και από αυτές του δευτερογενούς τομέα (- 3,4%) ή του εμπορίου μεταφορών και τουρισμού (-4,3%).
Εκφράζονται βέβαια, από την πλευρά μερίδας των εργοδοτικών οργανώσεων, έντονες επιφυλάξεις και προβληματισμός ως προς τις επικείμενες κυβερνητικές παρεμβάσεις στο χώρο των εργασιακών σχέσεων και επισημαίνεται η ανάγκη να μην αλλάξουν οι μνημονιακές μεταρρυθμίσεις.
Οι συλλογικές συμβάσεις
Ειδικά στο θέμα των συλλογικών συμβάσεων και της επαναγοράς της επεκτασιμότητας αλλά και της αρχής της υπερίσχυσης της ευνοϊκότερης ρύθμισης, οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών οργανώσεων κρατούν στάση αναμονής, χωρίς να καλοβλέπουν τις εξαγγελίες της αρμόδιας υπουργού Εργασίας Εφης Αχτσιόγλου ότι η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των επιδιώξεων της κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, περίπου 200.000 εργαζόμενοιαναμένουν την επέκταση των 25 αυτών κλαδικών συμβάσεων ώστε να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημά τους.
Η μάχη των συμβάσεων αναδεικνύεται για την κυβέρνηση ως η νούμερο ένα προτεραιότητα, καθώς τόσο επικοινωνιακά όσο και πολιτικά, αποτελεί προνομιακό πεδίο. Η Έφη Αχτσιόγλου είναι βέβαιη ότι από την ερχόμενη κιόλας εβδομάδα, οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις θα αρχίσουν να επεκτείνονται και να υπερισχύουν των επιχειρησιακών, επισημαίνοντας ότι από την πλευρά του κράτους έχει κλείσει αυτό το ζήτημα και τώρα είναι στα χέρια των κοινωνικών εταίρων να υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις, με τις οποίες μπορούν οι εργαζόμενοι να διεκδικούν και να πετυχαίνουν καλύτερους μισθούς και καλύτερους όρους εργασίας σε όλη την κλίμακα».
Βέβαια, η διαδικασία επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων περνά μέσα από την πρόθεση ή όχι των εργοδοτικών φορέων να υποβάλλουν στο υπουργείο τα στοιχεία με το Μητρώο των μελών της, καθώς βάσει της πρόσφατης νομοθετικής διάταξης (που προέκυψε στο πλαίσιο της 4ης και τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος που λήγει σήμερα) μόνο αν αποδειχθεί ότι οι υπογράφοντες τη σύμβαση εκπροσωπούν το 51% των εργαζόμενων σε έναν κλάδο, μπορεί μια σύμβαση να κηρυχθεί υποχρεωτική για όλους. Και ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχουν εργοδοτικές οργανώσεις που επικαλούνται δυσκολία στην συμπλήρωση του μητρώου.
Στο υπουργείο πάντως, έχουν στόχο μέχρι τις αρχές του Σεπτεμβρίου να έχουν ολοκληρωθεί τα τρία βασικά βήματα της διαδικασίας και να προκύψει η πρώτη ομάδα κλαδικών συμβάσεων που θα κηρυχθούν με υπουργική απόφαση ως γενικώς υποχρεωτικές στο σύνολο του κλάδου.
Στην πρώτη γραμμή βρίσκονται οι συμβάσεις που έχουν υπογραφεί και αφορούν τους κλάδους των ξενοδοχείων, των τραπεζών, των γραφείων ταξιδίων και τουρισμού καθώς και των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και ναυτικών πρακτορείων.
Η αρχή αναμένεται να γίνει με την πρώτη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), η οποία δεν αποκλείεται να πραγματοποιηθεί και εντός της εβδομάδας. Το ΑΣΕ θα καλέσει τις εργοδοτικές οργανώσεις που έχουν υπογράψει συλλογικές συμβάσεις εν ισχύ, να καταθέσουν στο ΣΕΠΕ το μητρώο των μελών της.
Ειδικός Επιθεωρητής του ΣΕΠΕ συνδυάζοντας το μητρώο και τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» θα διαπιστώσει αν η συλλογική σύμβαση καλύπτει το 51% του συνόλου των εργαζομένων του κλάδου, και με δεύτερη συνεδρίασή του το ΑΣΕ θα «σφραγίσει» τις κλαδικές που πρέπει να κηρυχθούν ως γενικώς υποχρεωτικές.
Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών καταγγέλλουν ότι είναι αδύνατο να καταθέτουν τα μητρώα τους για την μέτρηση του 51%, καθώς μέλη τους είναι ομοσπονδίες και σύλλογοι στους οποίους με τη σειρά τους μέλη είναι φυσικά πρόσωπα και όχι εταιρείες. Τα στοιχεία τους αποτελούν «ευαίσθητα» προσωπικά δεδομένα, υποστηρίζουν, τα οποία δεν μπορούν να γνωστοποιηθούν. Μεταξύ άλλων, ζητούν οι όποιες επεκτάσεις να αφορούν συμβάσεις που θα υπογραφούν μετά τη λήξη του 3ου Μνημονίου, ενώ εξαίρεση ζητούν και για τις διαιτητικές αποφάσεις.
Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος, η κυβερνητική ζέση για επέκταση των κλαδικών συμβάσεων να οδηγήσει τελικά στην κατάργησή τους. Κάτι που στην πράξη έχει επιτευχθεί μετά από οκτώ χρόνια κρίσης και τρία Μνημόνια.
Οι βασικές αλλαγές που υπήρξαν όλα αυτά τα χρόνια, σύμφωνα με την κωδικοποίηση που έχει γίνει από τα συνδικάτα είναι:
1.Αποδυνάμωση συμβάσεων εργασίας
Μεταξύ των μέτρων που ελήφθησαν περιλαμβάνονται τα εξής:
Α) Η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που καθόριζαν τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στο σύνολο των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και υπερέβαιναν τα καθοριζόμενα ανώτατα, κατά περίπτωση, όρια αποδοχών ( άρθρο 31 του ν. 4024/2011).
Β) Επιβλήθηκε πλαφόν στις ήδη μειωμένες αποδοχές τους και η αντιστοίχηση, κατ ανώτατο όριο, των αποδοχών τους με αυτές των εργαζομένων στο Δημόσιο τομέα.
Γ) Καθιερώθηκε ο θεσμός των ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας(άρθρο 13 του ν. 3899/2010) , οι οποίες, κατ απόκλιση από την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης που ίσχυε μέχρι τότε, υπερίσχυαν σε περίπτωση συρροής τους με κλαδική σύμβαση, ακόμη και αν περιείχαν δυσμενέστερους όρους.
Δ) Η μετατόπιση του πεδίου συλλογικής διαπραγμάτευσης, από το κλαδικό, στο επίπεδο της επιχείρησης, επικυρώθηκε και με το άρθρο 37 του ν. 4024/2011, που κατάργησε τις ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις και καθιέρωσε τη δυνατότητα σύναψης επιχειρησιακών με δυσμενέστερους όρους από τις κλαδικές, παρέχοντας ικανότητα σύναψής τους και στις «ενώσεις προσώπων».
Ε) Καταργήθηκε (άρθρο 37 του ν. 4024/2011) και η δυνατότητα κήρυξής ως γενικά υποχρεωτικών των συλλογικών συμβάσεων, η οποία λειτουργούσε ως παράγοντας εξισορρόπησης του ανταγωνισμού σε κλαδικό επίπεδο.
2. Μειώσεις μισθών – κατάργηση επιδομάτων
Α) Με την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (28-2-2012) επιβλήθηκαν μειώσεις μισθών και ημερομισθίων, καθώς και «πάγωμα» αποδοχών που ρυθμίζονταν με ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις. Έτσι, σε μία νύχτα, επιβλήθηκε μείωση των κατωτάτων ορίων μισθών και ημερομισθίων κατά 22% για όλους και κατά 32% για νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών. Συγκεκριμένα, με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ 6) καθορίστηκε ο βασικός μισθός των υπαλλήλων άνω των 25 ετών στα 586,08 ευρώ και το βασικό ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών άνω των 25 ετών στα 26,18 ευρώ. Για τους υπαλλήλους κάτω των 25 ετών ο βασικός μισθός καθορίστηκε στα 510,95 ενώ για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών το βασικό ημερομίσθιο καθορίστηκε στα 22,83 ευρώ.
Β) Προβλέφθηκε αναγκαστικά η λήξη ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων.
Γ) Καταργήθηκαν οι όροι εργασίας για ορισμένη χρονική διάρκεια των ατομικών εργασιακών σχέσεων με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, εκτός αν συντρέξει σπουδαίος λόγος καταγγελίας για πρόωρη λύση, καθώς και όροι εργασίας με τους οποίους επιβάλλονται περιορισμοί στο δικαίωμα καταγγελίας του εργοδότη, την άσκηση του οποίου εναρμονίζουν με την γενικότερη αρχή της απαγόρευσης αυθαίρετης άσκησης των δικαιωμάτων.
Ε) Μετά την αναγκαστική λήξη συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων στο διάστημα από τον Μάϊο 2012 μέχρι, το αργότερο, τον Μάϊο 2013 καταργήθηκαν, γενικά, όλοι οι όροι εργασίας που προέρχονται από τις προηγούμενες συλλογικές ρυθμίσεις (συλλογική σύμβαση ή διαιτητική απόφαση). Η μόνη εξαίρεση αφορά τον βασικό μισθό και τέσσερα επιδόματα (ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδύνου εργασίας – όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την καταβολή τους), που διασώζονται από την κατάργηση, εάν δεν τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν με συλλογική ή ατομική συμφωνία.
3. Αποδυνάμωση της Εθνικής Σύμβασης Εργασίας
Η ΕΓΣΣΕ πλέον, καθορίζει μόνο τους μη μισθολογικούς όρους εργασίας. Μπορούν ακόμη να ρυθμίζουν και μισθολογικούς όρους, βασικούς μισθούς και προσαυξήσεις τους (π.χ. επίδομα γάμου) σε επίπεδα πάνω από την κρατική ρύθμιση, με ισχύ όμως μόνο στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε εργοδότες των συμβαλλόμενων εργοδοτικών οργανώσεων.
4. Φθηνότερες απολύσεις
Οι αλλαγές που υπήρξαν αφορούν τα εξής:
Α) Μείωση του χρόνου προειδοποίησης απόλυσης από 6 μήνες σε 4 μήνες, κατ ανώτατο όριο.
Β) Κατά τον προσδιορισμό της αποζημίωσης απόλυσης , για προϋπηρεσία μέχρι 16 έτη διατηρείται το ύψος της αποζημίωσης (12 μισθοί). Για όσους το 2012 είχαν συμπληρώσει πάνω από 17 - 25 χρόνια προϋπηρεσία στον ίδιο εργοδότη , για κάθε έτος της προϋπηρεσίας αυτής καταβάλλεται ένας επιπλέον μισθός.
Γ) Περαιτέρω μείωση των αποζημιώσεων απόλυσης επέρχεται με τη μείωση του χρόνου προειδοποίησης.
Δ) Η απόλυση εργαζομένου, με διάρκεια απασχόλησης έως ένα έτος (αντί του διμήνου που ίσχυε μέχρι τότε), γίνεται χωρίς προειδοποίηση ή αποζημίωση, καθώς λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου.
5. Παρεμβάσεις στο ωράριο εργασίας
Α) Αποσυνδέθηκε το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων από το ωράριο εργασίας του προσωπικού τους.
Β) Καθιερώθηκε η δυνατότητα απόκλισης από το πενθήμερο για τους εργαζόμενους στα καταστήματα με διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία βάση
Γ) Ο ελάχιστος χρόνος ημερήσιας ανάπαυσης μειώθηκε από τις 12 στις 11 ώρες.
Δ) Παρασχέθηκε η δυνατότητα σε επιχειρήσεις που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν σώρευση εργασίας να χορηγούν το τμήμα της άδειας (των 10 εργάσιμων ημερών επί 5ημερου και 12 επί 6ημερου) οποτεδήποτε μέσα στο ημερολογιακό έτος
Ε) Καταργήθηκε η αμοιβή για την εργασία του Σαββάτου (30%).
Πηγή: euro2day