Συνταγματική είναι η επιβολή ειδικού προστίμου Φ.Π.Α. μαζί με την ταυτόχρονη επιβολή πρόσθετου φόρου σε περίπτωση πλαστογραφίας φορολογικών στοιχείων, σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Για τους δικαστές το ανωτάτου ακυρωτικού δικαστηρίου η επιβολή διπλού προστίμου είναι "αναγκαία για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού", δηλαδή την τιμωρία του παραβάτη και την αποτροπή διάπραξης παραβάσεων από τον ίδιο ή άλλα πρόσωπα. "Η σωρευτική επιβολή πρόσθετου φόρου και ειδικού προστίμου, λόγω μη νόμιμης επιστροφής ΦΠΑ δεν προσκρούει στην αρχή της αναλογικότητας" απεφάνθησαν οι σύμβουλοι.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε αίτηση αγρότη ο οποίος είχε πλαστογραφήσει τέσσερα τιμολόγια και είχε υποβάλλει στην ΔΟΥ αίτηση επιστροφής ΦΠΑ ύψους 8.456 ευρώ, ποσό που του επεστράφη. Στην συνέχεια διενεργήθηκε έλεγχος και αποκαλύφθηκε ότι ο αγρότης είχε νοθεύσει τέσσερα τιμολόγια που αφορούσαν αγορές προβάτων. Η υπόθεση απασχόλησε τα Διοικητικά Δικαστήρια της Κρήτης, τα οποία εξέφρασαν μεν άποψη ότι η επιβολή των διπλών ποινών είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά ωστόσο απέστειλαν προδικαστικά ερωτήματα στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο εξέφρασε την άποψη ότι οι προσαυξήσεις (πρόσθετοι φόροι) ανακρίβειας, όσο και το ειδικό πρόστιμο Φ.Π.Α. αποτελούν «ποινές», κατά την έννοια του Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η επιβολή του ειδικού προστίμου ΦΠΑ, να παραβιάζει την αρχή ne bis in idem (σ.σ.: Δεν επιβάλλεται δεύτερη ποινή για το ίδιο αδίκημα), καθώς επισύρονται δύο ποινές για τον ίδιο λόγο.
Παράλληλα, το δικαστήριο διατύπωσε την γνώμη ότι η διάταξη του άρθρου 6 του νόμου 2523/1997 αντίκειται και στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, στον βαθμό «που θεσπίζει μέτρο, η σφοδρότητα του οποίου υπερακοντίζει τον επιδιωκόμενο σκοπό, που είναι η αποτροπή της εξαπάτησης του Ελληνικού Δημοσίου, με στόχο τη διαφυγή Φ.Π.Α.».
Πέρα από αυτές τις γνώμες που διατύπωσε το Διοικητικό Πρωτοδικείο απέστειλε παράλληλα στο ΣτΕ το ερωτήματα εάν είναι συμβατή με την αρχή ne bis in idem, καθώς και με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, η επιβολή του ειδικού προστίμου Φ.Π.Α. σωρευτικώς με τον πρόσθετο φόρο ανακρίβειας.
Το Β' Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με πρόεδρο τον Φιλοκτήμωνα Αρναούτογλου και εισηγητή τον πάρεδρο Ιωάννη Δημητρακόπουλο, αποφάνθηκε ότι η διάταξη του νόμου 2523/1997 για την επιβολή ειδικού προστίμου Φ.Π.Α. ισόποσου με το τριπλάσιο του παρανόμως επιστραφέντος φόρου, «ορώμενη τόσο αυτοτελώς, όσο και σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις του ίδιου νόμου που αφορούν την επιβολή χρηματικής κύρωσης για αχρεώστητη επιστροφή Φ.Π.Α., δεν αντίκειται στην κατά το Σύνταγμα και το πρωτογενές δίκαιο του Ευρωπαϊκής Ένωσης αρχή της αναλογικότητας».