Της Δήμητρας Μανιφάβα
Σημαντικές προοπτικές για τις ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις παρέχει η αγορά των ΗΠΑ. Την ίδια ώρα, ωστόσο, τα εμπόδια και οι προκλήσεις που αυτές έχουν να αντιμετωπίσουν στην προσπάθειά τους να εξάγουν τα προϊόντα τους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι πολύ μεγάλα. Στο βασικό αυτό συμπέρασμα καταλήγει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία παρουσιάστηκε χθες στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για την Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP).
Σύμφωνα με την έκθεση το 2012 150.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις που εδρεύουν στην ΕΕ πραγματοποίησαν εξαγωγές στις ΗΠΑ, οι οποίες αντιστοιχούσαν στο 28% (περίπου 77 δις. ευρώ) των συνολικών εξαγωγών της ΕΕ. Τα ποσοστά αυτά είναι μεγαλύτερα στην περίπτωση των ΜμΕ που δραστηριοποιούνται στα τρόφιμα, στα ποτά και στα αγροτικά προϊόντα, στα είδη ένδυσης, υφάσματα και επεξεργασία δερμάτων, καθώς και στα χημικά προϊόντα.
«Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αυτές οι επιχειρήσεις θα μεταδώσουν τα οφέλη της TTIP στις τοπικές τους κοινότητες. Για το λόγο αυτό η ΕΕ και οι ΗΠΑ εργάζονται προκειμένου να φτάσουν σε μια φιλόδοξη συμφωνία η οποία θα απαντά στις ανησυχίες των ΜμΕ», επεσήμανε η Σεσίλια Μάλστρομ, αρμόδια για το εμπόριο επίτροπος της ΕΕ.
«Οι ΜμΕ θα επωφεληθούν περισσότερο όταν θα μειώσουμε τα μη δασμολογικά εμπόδια και τη γραφειοκρατία. Το πράττουμε αυτό εντός της ΕΕ στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς και μπορούμε να δούμε για ποιο λόγο είναι σημαντικό να κάνουμε το ίδιο και στις διαβουλεύσεις για την TTIP», τόνισε από την πλευρά της η Ελζμπιέτα Μπιενκόφσκα, αρμόδια για την εσωτερική αγορά, της βιομηχανία, την επιχειρηματικότητα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις επίτροπος.
Τα βασικότερα ζητήματα που οι ίδιες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έθεσαν στο πλαίσιο της έρευνας είναι τα ακόλουθα:
-Συμμόρφωση με τεχνικούς κανόνες και ρυθμίσεις για όλα τα προϊόντα.
-Πρόσβαση στις πληροφορίες για το ποιοι κανόνες ισχύουν για κάθε προϊόν. Αξίζει να σημειωθεί ότι πάνω από ένα τρίτο των συμμετεχόντων στην έρευνα δεν μπορούσαν να εντοπίσουν την πραγματική πηγή των πληροφοριών αυτών.
-Νομότυπος αποκλεισμός από τις αγορές, όπως σε πολλές περιπτώσεις των κρατικών προμηθειών.
-Συμμόρφωση με τελωνειακούς κανόνες, κάτι που είναι κοστοβόρο και λειτουργεί ως de facto φραγμός.
-Διαφορετικοί νόμοι και κανονισμοί μεταξύ των διαφόρων πολιτειών στις ΗΠΑ.