Οπως αναφέρει ο ΠΣΕ, από το ξέσπασμα της κρίσης έως και σήμερα, οι Έλληνες εξαγωγείς εξακολουθούν να εντυπωσιάζουν με τις επιδόσεις τους, παρά την έλλειψη ρευστότητας, τα capital controls και την υψηλή φορολόγηση.
Την ανοδική πορεία συνέχισαν και στο εννεάμηνο του 2018, κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες που καλούνται να αντιμετωπίσουν καθημερινά. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα του ΠΣΕ και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν αρνητικές γεωπολιτικές εξελίξεις μεγάλης έκτασης στην ευρύτερη περιοχή, οι ελληνικές εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν ακόμα περισσότερο το 2018, καταγράφοντας νέο ιστορικό ρεκόρ.
Από την άλλη πλευρά, «μελανό» σημείο αποτελούν οι αυξητικές τάσεις που εμφανίζει τελευταία το εμπορικό έλλειμμα, το οποίο διογκώνεται και πάλι.
Η ανάγκη για τόνωση της εγχώριας παραγωγής, όπως κατ’ επανάληψη έχει επισημάνει ο ΠΣΕ είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ, προκειμένου να μειωθεί το έλλειμμα αλλά και να ενισχυθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.
«Η χρονική συγκυρία είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για τα ελληνικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές, όπως φάνηκε και στο πλαίσιο του forum «Go in Thessaloniki» που διοργάνωσε πρόσφατα η Eurobank στην Θεσσαλονίκη, όπου 120 ελληνικές επιχειρήσεις είχαν τη δυνατότητα να συζητήσουν με πάνω από 50 ξένους εισαγωγείς από 20 και πλέον χώρες του κόσμου, η πλειονότητα των οποίων είναι πελάτες των 14 τραπεζών-μελών του Trade Club Alliance. Η ευκαιρία που παρουσιάζεται είναι μοναδική και δεν πρέπει να την αφήσουμε να περάσει αναξιοποίητη», υπογραμμίζει η Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, κυρία Χριστίνα Σακελλαρίδη.
Ειδικότερα, στο εννεάμηνο του 2018 σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ-ΣΤΑΤ, οι εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, αυξήθηκαν κατά 3,49 δισ. ευρώ ή κατά 16,8% και ανήλθαν σε 24,34 δισ. ευρώ από 20,85 δισ. ευρώ ενώ χωρίς τα πετρελαιοειδή ανήλθαν στα 15,88 δισ. ευρώ από 14,27 δισ. ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 1,61 δισ. ευρώ ή κατά 11,3%.
Πιο αναλυτικά, οι εξαγωγές της Ελλάδας προς την ΕΕ (28) συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών καταλαμβάνουν πλέον μερίδιο 52% επί των συνολικών εξαγωγών. Το μερίδιό τους κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2017 ανερχόταν σε 54%. Στον αντίποδα, οι εξαγωγές προς τις Τρίτες Χώρες το 2018 σημείωσαν άνοδο και καταλαμβάνουν πλέον μερίδιο επί των συνολικών εξαγωγών 48% από 46% στο αντίστοιχο περσινό εννεάμηνο.
Οι εισαγωγές στο διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2018 αυξήθηκαν κατά 3,64 δισ. ευρώ ή κατά 10%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 40,03 δισ. ευρώ έναντι 36,39 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2017. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν στα 28,25 δισ. ευρώ από 27,41 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 845 εκατ. ευρώ ή κατά 3,1%.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα ενισχύθηκε το πρώτο εννεάμηνο του 2018 κατά 144 εκατ. ευρώ ή κατά 0,9%, στα 15,69 δισ. ευρώ από 15,55 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε στα 12,37 δισ. ευρώ από 13,14 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 769 εκατ. ευρώ, ή κατά -5,9%.
Η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2018 να αποτελεί τον σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών ενώ στη δεύτερη θέση ανέβηκε η Τουρκία, η οποία στο αντίστοιχο περσινό εννεάμηνο ήταν στην 4η θέση. Ακολουθεί η Γερμανία και στη συνέχεια η Κύπρος που υποχώρησαν κατά μία θέση (ήταν 2η και 3η αντίστοιχα το 2017).
Ο Λίβανος ανέβηκε κατά μία θέση στη σχετική κατάταξη (5η) και η Βουλγαρία στην 6η θέση, με υποχώρηση μιας θέσης, ενώ στην 7η και 8η θέση παρέμειναν οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως ήταν και στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017. Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών, συμπληρώνει η Αίγυπτος στην 9η θέση –δύο θέσεις παραπάνω από το πρώτο εννεάμηνο του 2017 και η Ισπανία με άνοδο τριών θέσεων (10η από 13η).
Οι επιδόσεις κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων
Με βάση τα προσωρινά στοιχεία του διαστήματος Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2018 κατά μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών προκύπτει από την ενίσχυση των αποστολών όλων των μονοψήφιων κατηγοριών. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι αυξήσεις των εξαγωγών καυσίμων κατά 28,6%, βιομηχανικών προϊόντων κατά 12,5% αλλά και αγροτικών προϊόντων κατά 9,1%.
Αναλυτικότερα, όσον αφορά στα αγροτικά προϊόντα, η άνοδος (9,1%) των εξαγωγών, σε 4.446,8 εκ.€ από 4.076 εκ.€, οφείλεται τόσο στην ενίσχυση (7,6%) των εξαγωγών της σημαντικότερης υποκατηγορίας «τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (3.387,5 εκ.€ από 3.147,1 εκ.€), η οποία αφορά στο 13,9% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2018, όσο και στη μεγάλη αύξηση των αποστολών της υποκατηγορίας «λάδια & λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης», σε 530,9 εκ.€ από 389,3 εκ.€ (+36,4%) -δηλαδή κατά κύριο λόγο των εξαγωγών ελαιολάδου. Μικρή μείωση (-2,1%) εμφανίζει η υποκατηγορία «ποτά και καπνός» (528,4 εκ.€ από 539,6 εκ.€).
Οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων σημειώνουν άνοδο 12,5% με την αξία τους να ανέρχεται σε 10.103,1 εκ.€ το πρώτο εννεάμηνο του 2018, από 8.982,5 εκ.€ κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2017.
Αυξημένες παρουσιάζονται οι εξαγωγικές επιδόσεις της μεγαλύτερης υποκατηγορίας βιομηχανικών προϊόντων «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» κατά 15,3% (σε 3.891,7 εκ.€ από 3.376 εκ.€). Θετικό επίσης πρόσημο εμφανίζουν οι εξαγωγές στην υποκατηγορία «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» κατά 11,8% (σε 2.513,8 εκ.€ από 2.247,9 εκ.€), οι εξαγωγές της υποκατηγορίας «μηχανήματα & υλικό μεταφορών» κατά 12,2% (σε 2.096,9 εκ.€ από 1.868,2 εκ.€) και αυτές στην υποκατηγορία «διάφορα βιομηχανικά είδη» κατά 7,4% (σε 1.600,6 εκ.€ από 1.490,4 εκ.€).
Ως προς τις υπόλοιπες μεγάλες κατηγορίες προϊόντων, ξεχωρίζει η αύξηση των εξαγωγών καυσίμων κατά 28,6% (σε 10.103,1 εκ.€ από 8.982,5 εκ.€), οι οποίες κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2018, καταλαμβάνουν μερίδιο 34,8% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, από 31,6% το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Οι εξαγωγές των πρώτων υλών εμφανίζουν αύξηση 11,1% και ανήλθαν σε 909,7 εκ.€ από 818,4 εκ.€. Τέλος, οι χαμηλές σε αξία εξαγωγές της κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» εμφανίζουν επίσης αύξηση 8,1% (σε 419,9 εκ.€ από 388,3 εκ.€).
Στη λίστα με τα 100 σημαντικότερα εξαγόμενα προϊόντα, ξεχωρίζουν τα ορυκτέλαια με άνοδο 27,1% στο έτος, που διατηρούνται στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας. Ακολουθούν τα φάρμακα, με άνοδο 27%, το παρθένο λάδι με άνοδο 41,5%, οι πλάκες και φύλλα από αργίλιο (+8,1%), τα ψάρια (αν και καταγράφεται κάμψη 4,4%) και τα λαχανικά (+6,4%).
Όσον αφορά στις εισαγωγές, η αύξηση κατά 10% (από 36.392,4 εκ.€ σε 40.032,7 εκ.€) κατά το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2018 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2017, οφείλεται κυρίως στην ενίσχυση (+31,1%) των εισαγωγών καυσίμων σε 11.781,4 εκ.€ από 8.986,4 εκ.€.
Οι εισαγωγές βιομηχανικών προϊόντων που αποτελούν κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2018 το 55,9% του συνόλου των ελληνικών εισαγωγών και εξακολουθούν να είναι η σημαντικότερη κατηγορία, αυξήθηκαν κατά 4%, σε 22.393,2 εκ.€ από 21.536,7 εκ.€).
Πιο αναλυτικά στα βιομηχανικά προϊόντα, η κυριότερη υποκατηγορία «μηχανήματα & υλικό μεταφορών» παρουσιάζει μείωση των εισαγωγών κατά -2,3% (σε 7.807,6 εκ.€ από 7.992,2 εκ.€), ενώ ανοδικά κινούνται οι άλλες τρεις υποκατηγορίες. Συγκεκριμένα, οι εισαγωγές για «χημικά προϊόντα & συναφή (μ.α.κ.)» στα 5.865,7 εκ.€ από 5.474,2 εκ.€ (+7,2%), για «βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κατά πρώτη ύλη» στα 4.651,4 εκ.€ από 4.277,7 εκ.€ (+8,7%) και για «διάφορα βιομηχανικά είδη» στα 4.068,5 εκ.€ από 3.792,6 εκ.€ (+7,3%).
Οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων ουσιαστικά παρέμειναν στάσιμες (+0,3%). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έμειναν αμετάβλητες οι εισαγωγές της μεγαλύτερης υποκατηγορίας αγροτικών προϊόντων «τρόφιμα & ζώα ζωντανά» (+0,3%), στα 4.148 εκ.€ από 4.134,9 εκ.€. Αυξημένες (+6%) καταγράφονται οι εισαγωγές της υποκατηγορίας «ποτά και καπνός» που έφτασαν στα 507 εκ.€ από 478,3 εκ.€, ενώ αντίθετα, οι εισαγωγές της υποκατηγορίας «λάδια και λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης» περιορίστηκαν κατά -12,2% (σε 187,4 εκ.€ από 213,5 εκ.€).
Οι εισαγωγές πρώτων υλών αυξήθηκαν κατά 9,5%, στα 981,4 εκ.€ από 896,5 εκ.€. και τέλος, οι εισαγωγές της πολύ χαμηλής σε αξία κατηγορίας «είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» καταγράφουν τεράστια μείωση αφού ανήλθαν στα μόλις 22,8 εκ.€ από 136,2 εκ.€.