Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση παρέμεινε σε ανοδική τροχιά για 5ο συνεχές έτος το 2018, με τον ετήσιο ρυθμό μεταβολής ωστόσο να παρουσιάζει επιβράδυνση τα δύο τελευταία χρόνια (2,1% το 2018 από 3,8% το 2017 και 4,1% το 2016), σημειώνει η Eurobank στο εβδομαδιαίο της δελτίο για την οικονομία.
Προτού παρουσιάσει τα αναλυτικά στοιχεία των επί μέρους κλάδων που συνθέτουν τον τομέα της μεταποίησης – 25 στο σύνολο βάσει της διψήφιας στατιστικής ταξινόμησης οικονομικών δραστηριοτήτων Nace Rev. 2 – η τράπεζα σημειώνει ότι είναι χρήσιμο για τον αναγνώστη να έχει μια γενική εικόνα για την άμεση συνεισφορά του κλάδου της μεταποίησης στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, η παραγωγή – σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) – στον τομέα της μεταποίησης στην Ελλάδα το 2017, ανήλθε στα €17,0 δισ. σε τρέχουσες τιμές. Το προαναφερθέν μέγεθος αντιστοιχεί στο 10,8% (8,6% σε σταθερές τιμές) του συνόλου της ΑΠΑ που παρήχθη στην ελληνική οικονομία το 2017. Για το ίδιο έτος, ο αριθμός των απασχολούμενων στον τομέα της μεταποίησης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 333,2 χιλ άτομα ή στο 8,0% επί του συνόλου της απασχόλησης.
Σε σύγκριση με το σύνολο των χωρών της Ευρωζώνης, ο μεταποιητικός τομέας στην Ελλάδα παρουσιάζει μικρότερη άμεση σχετική βαρύτητα επί του συνόλου της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας. Επί παραδείγματι, τα σχετικά μερίδια της ΑΠΑ και της απασχόλησης του τομέα της μεταποίησης στο σύνολο της Ευρωζώνης ήταν 17,3% και 13,5% αντίστοιχα το 2017, υψηλότερα κατά 6,5 και 5,5 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) σε σύγκριση με τα αντίστοιχα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι τα αγαθά που παράγονται στον τομέα της μεταποίησης είναι κατά βάση διεθνώς εμπορεύσιμα, η ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας συνδέεται με την αύξηση του μεριδίου της μεταποίησης επί του συνόλου της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας. Σε όρους ΑΠΑ σε τρέχουσες τιμές, το μερίδιο της μεταποίησης στην ελληνική οικονομία ενισχύθηκε στο 10,8% το 2017 από το χαμηλό (περιόδου 1995-2017) 8,2% το 2010.
Το αντίστοιχο μερίδιο της απασχόλησης στην μεταποίηση δεν ακολούθησε ανάλογη πορεία. Πιο αναλυτικά, από το χαμηλό (περιόδου 1995-2017) 7,9% το 2016, αυξήθηκε οριακά στο 8,0% το 2017. Βάσει των προαναφερθέντων μεγεθών εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο ρυθμός μεταβολής της παραγωγικότητας της εργασίας (ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ανά απασχολούμενο) στον κλάδο της μεταποίησης υπερέβη τον αντίστοιχο ρυθμό του συνόλου της οικονομίας τα τελευταία χρόνια.
Οπως αναφέρει η τράπεζα, ο δείκτης παραγωγής στην ελληνική μεταποίηση παρέμεινε σε ανοδική τροχιά για 5ο συνεχές έτος το 2018, με τη σωρευτική μεταβολή να διαμορφώνεται στο 14,4% (είχε προηγηθεί σωρευτική συρρίκνωση -30,2% την εξαετία 2007-2013). Σύμφωνα με τη διψήφια στατιστική ταξινόμηση οικονομικών δραστηριοτήτων Nace Rev. 2, η προαναφερθείσα αύξηση της παραγωγής στην ελληνική μεταποίηση προήλθε κυρίως από τους κλάδους των βασικών μετάλλων, των παραγωγών πετρελαίου και άνθρακα, των τροφίμων, των βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων και των χημικών προϊόντων.
Σε ότι αφορά την επιβράδυνση που καταγράφηκε τα δύο τελευταία χρόνια στον ετήσιο ρυθμό αύξησης του δείκτη παραγωγής στην ελληνική μεταποίηση, κυρίαρχο ρόλο έπαιξε η πτώση του ετήσιου ρυθμού μεταβολής της παραγωγής στους παρακάτω κλάδους: τρόφιμα (στο -0,2% το 2018 από 1,6% το 2017 και 2,1% το 2016), βασικά μέταλλα (στο 4,2% το 2018 από 24,2% το 2017), παράγωγα πετρελαίου και άνθρακα (στο 2,3% το 2018 από 4,4% το 2017 και 7,4% το 2016), κατασκευή μεταλλικών προϊόντων (στο 0,5% το 2018, από 3,2% το 2017 και 9,7% το 2016) και μηχανήματα και είδη εξοπλισμού (στο 1,2% το 2018 από 7,2% το 2017 και 11,9% το 2016). Στην αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι κλάδοι των βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων, των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων και των επίπλων καταγράφοντας σημαντική ενίσχυση του ρυθμού αύξησης της παραγωγής τους σε σύγκριση με το 2016.
Για το τρέχον έτος ο τομέας της μεταποίησης αντιμετωπίζει ένα αρνητικό ρίσκο το οποίο πηγάζει από μια πιθανή επιβράδυνση των ελληνικών εξαγωγών προϊόντων εξαιτίας της προβλεπόμενης μείωσης του πραγματικού ρυθμού μεγέθυνσης εμπορικών εταίρων της ελληνικής οικονομίας με υψηλά μερίδια επί του συνόλου των εξαγωγών εμπορευμάτων (π.χ. Ευρωζώνη).
Από τη άλλη πλευρά, οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας σε σύγκριση με το 2018 αναμένεται να έχουν θετική επίδραση στην πλευρά της προσφοράς (π.χ. κόστος πρώτων υλών και παραγωγής). Τέλος, βάσει των στοιχείων του δείκτη PMI της IHS Markit, ο τομέας της μεταποίησης στην Ελλάδα παρέμεινε σε πορεία σταθερής βελτίωσης των λειτουργικών συνθηκών τον Ιανουάριο 2019 (53,7 μονάδες δείκτη, άνω του ορίου μηδενικής μεταβολής των 50 ΜΔ για 20ο μήνα στη σειρά). Η εν λόγω παρατήρηση, παράλληλα με τον σημαντικό βαθμό εμπιστοσύνης – ως προς το επίπεδο παραγωγής του 2019 – που εξέφρασαν οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν στη συγκεκριμένη έρευνα, αποτελεί ένα πρώιμο σημάδι για θετικές εξελίξεις στον τομέα της ελληνικής μεταποίησης το 2019.