Χαιρετίζοντας την πρόοδο που έγινε τα προηγούμενα χρόνια, οι διευθυντές του Ταμείου σπεύδουν παράλληλα να ζητήσουν από τη χώρα να αντιμετωπίσει τις «σημαντικές», ακόμα, αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, καλώντας σε ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, επανασχεδιασμό του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής και ενίσχυσης των τραπεζικών ισολογισμών.
1. Στην ανακοίνωση που συνοδεύει την έκθεση για την Ελλάδα, υποστηρίζουν ότι απαιτείται περισσότερη προσπάθεια για να «κλειδώσουν» τα κέρδη σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα, τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την εξασφάλιση ευελιξίας στην αγορά εργασίας. Εξέφρασαν ανησυχία για τα ρίσκα σε ό,τι αφορά την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα από τον συνδυασμό της αντιστροφής του πλαισίου του 2012 για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις (σ.σ. την επαναφορά τους) και την αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία ήταν «πολύ πάνω από την αύξηση της παραγωγικότητας».
Κοιτώντας μπροστά, ενθαρρύνουν τις αρχές να επιταχύνουν μεταρρυθμίσεις που θα μετριάσουν αυτούς τους κινδύνους και θα βοηθήσουν να τονωθεί η παραγωγικότητα και να μειωθούν τα μη μισθολογικά κόστη.
2. Προτείνουν περαιτέρω βήματα για να βελτιωθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον και να διευκολυνθούν οι υψηλότερες και περισσότερο διαφοροποιημένες επενδύσεις. Σε αυτά περιλαμβάνουν βαθύτερες μεταρρυθμίσεις στην αγορά, που είναι απαραίτητες εδώ και καιρό, με στόχο να βελτιωθεί η ποιότητα των προϊόντων, η δυνατότητα επιλογής και ο ανταγωνισμός.
3. Εμφαση δίνουν στο να υιοθετηθεί μια περισσότερο φιλική προς την ανάπτυξη και κοινωνικά ανοικτή δημοσιονομική πολιτική. Ζητούν περαιτέρω δημοσιονομικό rebalancing, χωρίς να χαθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους. Υπό αυτό το πρίσμα, στηρίζουν τις σχεδιασμένες για το 2020 μειώσεις φόρων, δίνοντας προτεραιότητα σε χαμηλότερους συντελεστές άμεσης φορολογίας, με ταυτόχρονη διεύρυνση της φορολογικής βάσης (σ.σ. μείωση αφορολόγητου). Προτείνουν επίσης τη μεταφορά περισσότερου δημοσιονομικού χώρου για δημόσιες επενδύσεις και καλύτερα στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες.
Για να στηριχθούν αυτοί οι στόχοι, καλούν σε επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων που σχετίζονται με τη διαχείριση των οικονομικών και προσπάθειες για φορολογική συμμόρφωση, ενώ καλούν να αντιμετωπιστούν οι δομικές αιτίες για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου. Προτείνουν επίσης βαθύτερους σχεδιασμούς για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση που επαληθευτούν οι αυξανόμενοι δημοσιονομικοί κίνδυνοι.
4. Οι διευθυντές ενθαρρύνουν επίσης τη χώρα να υιοθετήσει μια πιο περιεκτική και καλά συντονισμένη προσέγγιση αναφορικά με την ενίσχυση των τραπεζικών ισολογισμών, προκειμένου να επιστρέψει η χρηματοδότηση της οικονομίας. Σημειώνοντας το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), ενθαρρύνουν τις αρχές να συνεννοηθούν με τους βασικούς εμπλεκόμενους φορείς και να βασίσουν τα μέτρα πολιτικής στις αξιολογήσεις κόστους-απόδοσης των διαφόρων εναλλακτικών λύσεων για τη μείωση των NPEs, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον αντίκτυπο των επερχόμενων αλλαγών στο ρυθμιστικό πλαίσιο και των συναφών δημοσιονομικών επιπτώσεων. Μιλούν επίσης για ενίσχυση της νομικής εργαλειοθήκης για να διευκολυνθεί η μείωση των NPEs από τον ιδιωτικό τομέα, πριν εξεταστεί η στήριξη από το Δημόσιο και να αποφευχθούν μέτρα που θα διαβρώσουν περαιτέρω την πειθαρχία πληρωμών, και παράλληλα να βελτιωθεί η εσωτερική διακυβέρνηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Πηγή: euro2day.gr