Από μόλις 100 επιχειρήσεις πραγματοποιείται ποσοστό άνω του 50% των ελληνικών εξαγωγών, ενώ μια επιχείρηση που ανήκει στο «κλαμπ» του 1% αυτών με τις υψηλότερες εξαγωγές, εξάγει κατά μέσο όρο πάνω από …100 φορές περισσότερο από μία επιχείρηση που ανήκει στο υπόλοιπο 99%.
«Στις εξαγωγές το μέγεθος έχει τεράστια σημασία» είπε χαρακτηριστικά, αναφερόμενη στους συγκεκριμένους αριθμούς, η καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μαργαρίτα Κατσίμη, εκ των συντακτών -μαζί με τους Σαράντη Καλυβίτη και Θωμά Μούτο- έρευνας με τίτλο «Εξαγωγές και εξαγωγικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα», που παρουσιάστηκε απόψε, στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο εκδήλωσης του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ) και του ανεξάρτητου, μη κερδοσκοπικού ερευνητικού οργανισμού «διαΝΕΟσις».
Η έρευνα της διαΝΕΟσις, που άντλησε δεδομένα κυρίως από την περίοδο 2003-2015, βασίστηκε σε δείγμα 17.000 επιχειρήσεων, που εξάγουν 2700 προϊόντα σε 190 εξαγωγικούς προορισμούς και σε εμπειρικά δεδομένα σε επίπεδο οικονομίας, κλάδου και επιχείρησης (στοιχεία Intrastat, Extrastat, ICAP και ΕΒΕ).
Αναλυτικότερα, με βάση την έρευνα, το Top-100 των εξαγωγικών επιχειρήσεων (χωρίς να υπολογίζονται τα πετρελαιοειδή), πραγματοποιεί το 53% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών. Η μέση αξία των εξαγωγών των 100 κορυφαίων ανέρχεται σε 56 εκατ. ευρώ/επιχείρηση, όταν για τις υπόλοιπες είναι 380.000 ευρώ. Παράλληλα, «οι μεγάλοι» εξάγουν κατά μέσο όρο 12 προϊόντα σε 27 χώρες (έναντι τριών σε ισάριθμες χώρες για τις υπόλοιπες) και πληρώνουν τους εργαζομένους τους πολύ καλύτερα: ο μέσος ετήσιος μισθός στις επιχειρήσεις του Top-100 ανέρχεται σε 21.500 ευρώ, έναντι 16.200 στις μικρότερες.
Η καινοτομία φέρνει πωλήσεις στο εξωτερικό
Από τα συμπεράσματα της έρευνας προκύπτει ακόμη οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι πιο παραγωγικές, έχουν εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό και καλύτερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και άρα τη δυνατότητα να είναι περισσότερο καινοτόμες. Και το τελευταίο αυτό είναι πολύ σημαντικό, δεδομένου ότι -σύμφωνα πάντα με την έρευνα- οι επιχειρήσεις με καινοτομική δραστηριότητα έχουν πολύ μεγαλύτερες εξαγωγές μετά την κατοχύρωση μιας ευρεσιτεχνίας από ό,τι πριν από αυτήν.
Δυστυχώς, σημείωσε η κυρία Κατσίμη, η Ελλάδα έχει διαχρονικά τη χαμηλότερη επίδοση στον δείκτη ενσωμάτωσης καινοτομίας ανάμεσα σε άλλες μεσογειακές χώρες, όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία.
Το μέγεθος και η καινοτομία είναι δύο από τους τέσσερις παράγοντες που είναι σημαντικοί για την αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας. Οι άλλοι δύο είναι η χρηματοδότηση και το ανθρώπινο κεφάλαιο -το τελευταίο καθώς οι καλές εξαγωγικές επιδόσεις συνδέονται με την ποιότητα του εξειδικευμένου προσωπικού, δεδομένου ότι παράγονται περισσότερες ευρεσιτεχνίες. Πάντως, κ. Κατσίμη υπογράμμισε ότι το πρόβλημα του παραγωγικού μοντέλου της χώρας δεν σχετίζεται τόσο με το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, όσο κυρίως «με το ότι οι μικρές επιχειρήσεις τείνουν να δραστηριοποιούνται σε τομείς όπου το μικρό μέγεθος είναι μειονέκτημα».
Εκτός αγοράς περίπου μία στις τρεις επιχειρήσεις
Η έρευνα έδειξε ακόμη ότι στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, με αποκορύφωμα το 2008-2014, βρέθηκε εκτός αγοράς το 30%-35% των εξαγωγικών επιχειρήσεων που προϋπήρχαν αυτής, με τις μικρότερες να δέχονται το μεγαλύτερο πλήγμα. Οι μεγάλοι εξαγωγείς, αντίθετα, αύξησαν τις εξαγωγές τους: έτσι, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις μειώθηκαν μεν σε αριθμό, αλλά αυξήθηκε η μέση αξία των εξαγωγών ανά επιχείρηση.
Οι επιχειρήσεις που κατάφεραν να διατηρηθούν στην αγορά, βρέθηκαν σε συνθήκες χρηματοδοτικής ασφυξίας. Ενώ μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη αυξήθηκε πολύ το ποσοστό των επιχειρήσεων, που είχαν καλή πιστοληπτική ικανότητα (μέχρι το 2009 μόλις το 10% είχε χαμηλή), το 2013 η εικόνα άλλαξε άρδην: πάνω από το 75% των επιχειρήσεων είχαν πλέον χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα. Μεταξύ των στοιχείων της έρευνας, η κυρία Κατσίμη ξεχώρισε και το γεγονός ότι η συμμετοχή βιομηχανικών εξαγωγών στις ελληνικές εξαγωγές δεν ξεπερνά το 48%, όταν σε εκείνες της Ιταλίας και της Ισπανίας το αντίστοιχο μερίδιο είναι της τάξης του 80% (περίοδος 2014-2016).
Η καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών υπενθύμισε ακόμη τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της Εθνικής Τράπεζας, σύμφωνα με τα οποία το 26% των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων αποτελούν δυνητικούς εξαγωγείς, αλλά για να γίνει αυτό πράξη χρειάζονται συγχωνεύσεις και ρευστότητα. Πώς μεγαλώνουν οι (εξαγωγικές) επιχειρήσεις;
Κατά την κυρία Κατσίμη, με κατάργηση αντικινήτρων όπως η γραφειοκρατία και η υψηλή φορολογία, με θεσμική στήριξη και ευνοϊκή χρηματοδότηση για τη δημιουργία clustering, αλλά και με καθετοποίηση εξαγωγικής αλυσίδας, καθώς οι μικρές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να προσφέρουν εισροές στις μεγάλες εξαγωγικές, πχ. από πρώτες ύλες που σήμερα εισάγονται.
«Οι εξαγωγές μας βελτιώθηκαν. Θα είναι όμως η βελτίωση αυτή ανθεκτική σε φάση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης; Μπορεί η ελληνική οικονομία να διατηρήσει την εξωτερική της ισορροπία σε τέτοιες συνθήκες;» διερωτήθηκε η κυρίαα Κατσίμη και πρόσθεσε ότι η είσοδος της ελληνικής οικονομίας σε φάση ανάπτυξης δεν θα πρέπει να ανατρέψει την ισορροπία που κατακτήθηκε στα προηγούμενα χρόνια στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η οποία θα πρέπει να θωρακιστεί με την περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών, αντί να απειληθεί με περισσότερες εισαγωγές λόγω αύξησης του εισοδήματος.
Η κρίση έστρεψε πολλές επιχειρήσεις σε εξαγωγές
Το δεύτερο σκέλος της διπλής έρευνας παρουσίασε η διευθύντρια οικονομικών και κλαδικών μελετών της ICAP, Σταματίνα Παντελαίου, αναλύοντας τα ευρήματα μελέτης της εταιρείας σε δείγμα 525 εξαγωγικών επιχειρήσεων ανά την Ελλάδα, στην πλειονότητά τους μικρών (ποσοστό 68%). Ερωτηθέντες πότε ξεκίνησαν την εξαγωγική τους δραστηριότητα, οι επιχειρηματίες του δείγματος απάντησαν στο υψηλότερο ποσοστό (35,4%) «μετά το 2010», δηλαδή στη διάρκεια της κρίσης. Το 32,6% άρχισε να εξάγει πριν από το 2000 και το 32% στο διάστημα 2000-2010. Όπως εξήγησε η κα Παντελαίου, μπορεί τα ποσοστά να είναι σχεδόν ισομερώς κατανεμημένα στις τρεις χρονικές περιόδους, αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι το 35,4% άρχισε την εξαγωγική του δραστηριότητα στα χρόνια της κρίσης. «Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι η οικονομική κρίση οδήγησε πολλές επιχειρήσεις στο να αναπτύξουν εξαγωγικό προσανατολισμό» σημείωσε και πρόσθεσε ότι οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις θεωρούν ότι οι εξαγωγές τους προσφέρουν κερδοφόρα αποτελέσματα.
Κατά τα λοιπά, ερωτηθέντες ποια θεωρούν τα σημαντικότερα πλεονεκτήματά τους στις αγορές του εξωτερικού (πολλαπλές απαντήσεις), οι συμμετέχοντες και συμμετέχουσες εξαγωγείς απάντησαν κατά σειρά η ποιότητα (92,8%), το brand name (56%), η καινοτομία (45%) και η ελληνικότητα (43,7%), ενώ ως πιο σοβαρά μειονεκτήματα ανέφεραν τις χαμηλότερες -και άρα πιο ανταγωνιστικές- τιμές που είναι σε θέση να προσφέρει ο ανταγωνισμός και το υψηλό κόστος παραγωγής. Κατά τους ίδιους, τα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν στο εξωτερικό αφορούν την εύρεση αντιπροσώπων (47%), τις χαμηλές τιμές του ανταγωνισμού (45%) και το χαμηλό περιθώριο κέρδους, ενώ χαρακτηρίζουν την αδυναμία τραπεζικού δανεισμού το κυριότερο πρόβλημα που συναντούν στην Ελλάδα. Ως κύριες ανταγωνίστριες χώρες των προϊόντων τους «δείχνουν» την Ιταλία (44,2%), την Τουρκία (31,7%) και την Κίνα (29,6%), ενώ «από κοντά» ακολουθούν Γερμανία και Ισπανία.
Το 79,2% των επιχειρήσεων του δείγματος εξάγει έτοιμα προϊόντα, ενώ περίπου το 60% διαθέτει όλα ή σχεδόν όλα τα προϊόντα του σε τυποποιημένη μορφή. Υπάρχει ωστόσο και ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό, της τάξης του 36,2%, που εξάγει όλα ή σχεδόν όλα τα προϊόντα του σε «χύμα» μορφή, χωρίς τυποποίηση.
Το εξαγωγικό θαύμα της Πορτογαλίας ήρθε με πολιτική συναίνεση, 400 μέτρα υπέρ της επιχειρηματικότητας και premium εξαγωγές
Με πολιτική και κοινωνική συναίνεση, με 400 μέτρα διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας και με έμφαση στις premium εξαγωγές και τη δημιουργία brands, κατόρθωσε να βγει η Πορτογαλία από την κρίση και τα μνημόνια και να πετύχει αυτό που είναι γνωστό ως πορτογαλικό εξαγωγικό θαύμα, όπως επισήμανε ο γενικός διευθυντής της διαΝΕΟσις, Διονύσης Νικολάου.
«Η στρατηγική εξόδου από την κρίση βασίστηκε στην πολιτική συναίνεση και στις εξαγωγές μέσω της παραγωγής νέων προϊόντων με καινοτόμα χαρακτηριστικά και ακριβότερες τιμές. Δεν «σκότωσαν» τα προϊόντα τους με χαμηλές τιμές, αλλά τους έβαλαν προστιθέμενη αξία μέσα από την τεχνολογία. Σκέφτηκαν «τι μπορούμε να φτιάξουμε εμείς που δεν μπορούν οι άλλοι»; Προς αυτή την κατεύθυνση αναπτύχθηκαν συνεργασίες ανάμεσα τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και σήμανε «συναγερμός» στα πανεπιστήμια. Επίσης, πήραν πάνω από 400 μέτρα τον πρώτο χρόνο για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, απέφυγαν την υπερβολική φορολόγηση της μεσαίας τάξης και πέτυχαν την ίδρυση επιχειρήσεων σε μια ώρα» εξήγησε ο κ. Νικολάου, επισημαίνοντας ενδεικτικά ότι μετά την εφαρμογή των 400 μέτρων, οι εξαγωγές έφτασαν στο 42% του ΑΕΠ από 32% πριν και η ανεργία μειώθηκε στο 9% από 17%.
Πορτογαλικός φελλός για …διαστημική μόνωση κι ελαφρύτερα βαγόνια Μετρό
Η μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας αφορούσε, όπως είπε, τον κλάδο της υπόδησης, όπου επετεύχθη ανάπτυξη κατά 28% σε μια τετραετία, με 1.700 επιχειρήσεις να εξάγουν το 98% της παραγωγής τους. Οι θέσεις εργασίας στον κλάδο αυξήθηκαν κατά 20%, η παραγωγή κατά 33% και οι πωλήσεις κατά 59%, ενώ η συνολική αξία των εξαγωγών έφτασε τα 1,9 δισ. με τα πορτογαλικά παπούτσια να εξάγονται σε 152 χώρες, με ναυαρχίδα brands όπως το “Helsar”.
Άλλο παράδειγμα είναι αυτό της βιομηχανίας του φελλού, που μπορεί μεν να είναι παραδοσιακή για την Πορτογαλία, αλλά αξιοποιήθηκε με αυξημένη προσοχή (οι φυσικοί φελλοί Amorim αντικατέστησαν πλαστικούς φελλούς σε 100 χώρες) και με νέους τρόπους: έγινε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία για …διαστημική μόνωση με φελλό, ενώ το ίδιο υλικό χρησιμοποιήθηκε και στα βαγόνια του Μετρό της Βαρσοβίας! Αντίστοιχες ενέργειες ανελήφθησαν στους κλάδους των πουκαμίσων, της διατροφής και του χαρτιού. Στο τελευταίο, όταν οι Πορτογάλοι είδαν ότι η ζήτηση χαρτιού για εκτύπωση εφημερίδων ή βιβλίων ολοένα μειώνεται λόγω των ψηφιακών μέσων, στράφηκαν μεταξύ άλλων στο …χαρτί υγείας πολυτελείας, παράγοντας το “Navigator”, που εξασφάλισε μερίδιο αγοράς 50%.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ