Στα επίπεδα του 2011, οπότε σημείωσε τη χειρότερη επίδοσή της, ευρισκόμενη όμως τότε σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης, υποχώρησε η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας το 2018, σύμφωνα με την Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας 2019 που καταρτίζει το Intsitute for Management Development (IMD).
Όπως σημειώνει σε δημοσίευμά της η "Οικονομική Καθημερινή", η Ελλάδα υποχώρησε στην 58η θέση μεταξύ 63 εξεταζόμενων χωρών, από την 57η στην οποία είχε καταταγεί στην προηγούμενη έκθεση.
Η ισοφάριση του αρνητικού ρεκόρ του 2011 κρίνεται ανησυχητική, δεδομένου ότι η δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία μείωσε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, δεν φαίνεται να ενίσχυσε επί της ουσίας την ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, διαφαίνεται πόσο ανάγκη έχει η ελληνική οικονομία, η οποία έχει μπει σε τροχιά έστω και αναιμικής ανάπτυξης, τις επενδύσεις, προκειμένου να υπάρξει ανάπτυξη της παραγωγής και όχι μόνο της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Στην κατάταξη, η Ελλάδα εμφανίζεται κάτω από χώρες όπως η Ιορδανία και η Νότια Αφρική και πάνω από τη Βραζιλία, την Αργεντική, τη Μογγολία, την Κροατία και τη Βενεζουέλα.
Στον δείκτη οικονομικής αποτελεσματικότητας, η Ελλάδα ανήλθε κατά μία θέση (στην 60ή από την 61η), με μεγαλύτερες αδυναμίες τα υψηλά επίπεδα ανεργίας και το χαμηλό επίπεδο άμεσων επενδύσεων.
Στον δείκτη κυβερνητικής αποτελεσματικότητας, η άνοδος είναι επίσης κατά μία θέση (από 61η σε 60ή), με κυριότερα προβλήματα το ύψος της φορολογίας επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, τη φοροδιαφυγή και το ρυθμιστικό πλαίσιο, ενώ κρίνεται θετική η επίτευξη πλεονασμάτων.
Στον δείκτη επιχειρηματικής αποτελεσματικότητας, η χώρα καταλαμβάνει την 58η έναντι της 59ης θέσης, με τις ώρες απασχόλησης και την κατάρτιση του εργατικού δυναμικού να κρίνονται ως πλεονεκτήματα, ενώ ως μειονεκτήματα κρίνονται τα υψηλά χρέη των επιχειρήσεων και το brain drain.
Τέλος, στον δείκτη υποδομών, η Ελλάδα χάνει μία θέση (από την 40ή πέφτει στην 41η).
Το IMD σημειώνει ότι στοιχεία τα οποία πλήττουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας είναι η περιβαλλοντική νομοθεσία, η χαμηλή μεταφορά γνώσης, καθώς και οι λογιστές συμπράξεις ιδιωτικού και δημοσίου τομέα (ΣΔΙΤ).