.
Με την ίδια τροπολογία καταργήθηκε και η διάταξη που όριζε ότι ευθύνη για την παραβίαση της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας φέρει όχι μόνο ο υπεύθυνος εργολαβίας, αλλά και η επιχείρηση που αποδέχθηκε τις υπηρεσίες του.
Από την πρώτη στιγμή μάλιστα, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ και ΣΕΤΕ, είχαν επισημάνει ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις προκαλούν σύγχυση, οδηγούν σε αύξηση του διοικητικού βάρους και του μισθολογικού κόστους, αυξάνουν την γραφειοκρατία βάζοντας τους εργοδότες να υποκαθιστούν το κράτος στην ελεγκτική του λειτουργία, και εν τέλει δυσχεραίνουν την λειτουργία του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Οι τρεις διατάξεις που καταργήθηκαν
Αναλυτικά, οι διατάξεις που σύμφωνα με την τροπολογία καταργούνται από την έναρξη ισχύος τους και εφεξής είναι:
α) του νόμου 4554 του 2018 που προβλέπει την «εις ολόκληρον και αλληλεγγύως ευθύνη» κάθε εταιρείας που υπογράφει μια σύμβαση έργου με τον εργολάβο ή ακόμη και τον υπεργολάβο, σε περίπτωση μη καταβολής των οφειλόμενων αποδοχών, των ασφαλιστικών εισφορών καθώς και τυχόν αποζημιώσεων απόλυσης στους εργαζόμενους.
β) του νόμου 4611 του 2019 που θεσμοθετεί στο εγχώριο δίκαιο τον βάσιμο λόγο ως σωρευτικό κριτήριο για να είναι έγκυρη η καταγγελίας μιας εργασιακής σχέσης (άρθρο 48 του ν. 4611/2019) και
γ) επίσης του νόμου 4611 του 2019 για την αναστολή προθεσμιών κατά τη συμφιλιωτική διαδικασία και τη διαδικασία επίλυσης εργασιακών διαφορών (άρθρο 58 ν. 4611/2019).
Όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση και τόνισε στην ομιλία του ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, η θέσπισή της διάταξης για την αιτιολογημένη απόλυση, είχε ως αποτέλεσμα να χαθούν μέσα σε λίγους μήνες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας καθώς παρά το γεγονός ότι παρουσιάστηκε ως φιλεργατική τελικά λειτούργησε σε βάρος των εργαζομένων και έθεσε σε κίνδυνο ακόμη και την καταβολή αποζημίωσης.
Κυβερνητικές πηγές μάλιστα, ανέφεραν χαρακτηριστικά πως ο βάσιμος λόγος απόλυσης μετατράπηκε ουσιαστικά σε «κόφτη» για τις προσλήψεις και έφερε τους ήδη εργαζόμενους σε χειρότερη θέση, καθώς στιγματίζεται για τον υπόλοιπο εργασιακό βίο ο εργαζόμενος που απολύεται.
Έγκριτοι νομικοί επεσήμαιναν ότι το ελληνικό δίκαιο προστασίας των εργαζόμενων από τις απολύσεις, πριν από την διάταξη ΣΥΡΙΖΑ ήταν, ήδη, απολύτως συμβατό με τις επιταγές του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, ενώ ο συνδυασμός νομολογιακής και νομοθετικής προστασίας το είχε καταστήσει και πληρέστερο από άποψη ουσιαστικής προστασίας.
Αλλά και για την διάταξη που επίσης καταργήθηκε, και αφορούσε την αναστολή της τρίμηνης αποσβεστική προθεσμία για την αμφισβήτηση του κύρους της απόλυσης, καθώς και την εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία για την διεκδίκηση της αποζημίωσης απόλυσης, κυβερνητικοί κύκλοι εκτιμούσαν ότι οδηγούσε σε δραματικές καθυστερήσεις στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων που φτάνουν να τελεσιδικούν μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα 2-5 ετών. Και αυτό γιατί, η εισήγαγε την αναστολή προθεσμιών (των 3 και 6 μηνών ως ισχύουν) για την άσκηση αγωγής, έως ότου αποφανθεί το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, περί και του «βάσιμου λόγου».
Όσο για το θέμα της συνυπευθυνότητας μιας επιχείρησης, σε περίπτωση καταστρατήγησης της νομοθεσίας από τον εργολάβο - υπεργολάβο, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς να αντιμετωπιστούν προβλήματα εργασιακών σχέσεων στις κάθε είδους συμβάσεις εξωτερίκευσης υπηρεσιών μιας επιχείρησης προς τρίτους (outsourcing). Και καταργήθηκε, “ώστε να είναι σαφής η ευθύνη του εργοδότη έναντι των εργαζομένων που αυτός απασχολεί, ανεξαρτήτως των συμβατικών σχέσεων που αναπτύσσει ο εργοδότης με τρίτους ως επιχειρηματίας” αναφέρει χαρακτηριστικά η εισηγητική έκθεση.