Σε αυτή τη φάση, όπως σημειώνει η Καθημερινή, ορισμένες εκ των φοροελαφρύσεων που περιλαμβάνονταν στο προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ. φαίνεται να είναι πιο ώριμες, καθώς θεωρούνται αναπτυξιακές, άλλες ήδη έχουν μετατεθεί για το 2022 εξαιτίας του υψηλού κόστους που δημιουργούν στον προϋπολογισμό, ενώ κάποιες σημαντικές, που αποτέλεσαν και έναν από τους λόγους που επλήγη σημαντικά ο ΣΥΡΙΖΑ, και συγκεκριμένα οι ελαφρύνσεις στη φορολογική κλίμακα, «παίζονται» στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς.
Σε 15 ημέρες, όπως αναφέρει ανώτατος παράγοντας του οικονομικού επιτελείου, θα έχουν ληφθεί οι οριστικές αποφάσεις για τις φοροελαφρύνσεις που θα συνοδεύσουν τον προϋπολογισμό του 2020, καθώς μέχρι τότε θα έχουν ολοκληρωθεί οι συζητήσεις με τους θεσμούς για την ποιότητα των αλλαγών, αλλά και αν υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για να υλοποιηθούν οι σχεδιασμοί. Σημαντικός παράγοντας που θα καθορίσει το ύψος των ελαφρύνσεων είναι το πρωτογενές πλεόνασμα και αν η κυβέρνηση θα καταφέρει, έστω και με έμμεσο τρόπο, να κερδίσει από την Ευρώπη την ένταξη των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που έχουν οι κεντρικές τράπεζες, και τα οποία αποδίδονται στη χώρα μας, στον προϋπολογισμό – εξέλιξη που θα δημιουργούσε δημοσιονομικό χώρο της τάξεως της μισής ή μίας ποσοστιαίας μονάδας και θα επέτρεπε την υλοποίηση του προγράμματος της κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση έχει έτοιμο το σχέδιο για την ανακατανομή των δαπανών, που μπορεί να αποφέρει ακόμα και 2 δισ. ευρώ. Κυρίως όμως στηρίζεται στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που θα οδηγήσουν στη μεγέθυνση του ΑΕΠ. Μάλιστα, από την κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι το όφελος τον πρώτο χρόνο από τη συρρίκνωση των καταναλωτικών δαπανών και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων των ΔΕΚΟ θα φθάσει τα 600 εκατ. ευρώ ή 0,3% του ΑΕΠ και ενδεχομένως να προσεγγίσει το 1 δισ. ευρώ. Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει δοθεί εντολή στους φορείς της γενικής κυβέρνησης προκειμένου να συρρικνώσουν τους προϋπολογισμούς τους κατά 10%-12%.
Ποιες προχωρούν
Η κυβέρνηση, όπως όλα δείχνουν, έχει συμφωνήσει με τους θεσμούς για τις παρεμβάσεις που μπορούν να δώσουν ώθηση στην οικονομία, σε μια περίοδο μάλιστα που η οικονομία στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως αναμένεται να κινηθεί πτωτικά συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Σε αυτές περιλαμβάνονται οι μειώσεις στη φορολογία των επιχειρήσεων καθώς και όσες σχετίζονται με την τόνωση της οικοδομικής δραστηριότητας. Συγκεκριμένα:
1. Μειώνεται από το 28% στο 24% ο φορολογικός συντελεστής στα επιχειρηματικά κέρδη του 2019. Ωστόσο, το κόστος θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό του 2020. Επίσης, για το 2021 προβλέπεται η μείωση του συντελεστή στο 20%.
Ταυτόχρονα μειώνεται ο φόρος στα διανεμόμενα κέρδη στο 5%, από 10% που είναι σήμερα.
2. Μειώνεται ο ΦΠΑ σε όλο το τουριστικό πακέτο στο 13%.
3. Αναστέλλεται ο ΦΠΑ στην οικοδομική δραστηριότητα για τρία χρόνια.
4. Αναστέλλεται ο φόρος υπεραξίας για ακόμη τρία χρόνια.
5. Εκπτωση 40% των δαπανών ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης των ακινήτων από το φορολογητέο εισόδημα.
Το αφορολόγητο
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βρίσκεται η διατήρηση του αφορολόγητου ορίου στις 8.636 ευρώ, καθώς το κόστος του ανέρχεται σε 1,9 δισ. ευρώ. Το σενάριο που επεξεργάζονται στελέχη του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει σταθερό αφορολόγητο όριο 6.500 ευρώ, το οποίο θα φθάνει στις 8.636 ευρώ εφόσον ο φορολογούμενος παρουσιάσει στην εφορία πρόσθετες ηλεκτρονικές συναλλαγές. Δηλαδή, για να επωφεληθεί ο φορολογούμενος από το προσαυξημένο αφορολόγητο θα πρέπει να έχει περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές από αυτές που προβλέπονται σήμερα. Με τον τρόπο αυτό υπολογίζουν στο οικονομικό επιτελείο ότι δεν θα διαταραχθεί η ισορροπία του προϋπολογισμού, εκτιμώντας ότι έτσι μπορούν να πείσουν τους θεσμούς για τη διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα, συρρικνώνοντας ταυτόχρονα τη φοροδιαφυγή, κυρίως στον τομέα του ΦΠΑ, που ξεπερνάει τα 6 δισ. ευρώ ετησίως.
Σε δύσκολο γρίφο έχει αναδειχθεί για την κυβέρνηση η νέα φορολογική κλίμακα, καθώς η διατήρηση του αφορολογήτου, σε συνδυασμό με τη μείωση του εισαγωγικού συντελεστή, μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες εσόδων. Με τις αλλαγές που εξετάζονται, ο μειωμένος από το 22% στο 9% κατώτατος συντελεστής φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων θα ισχύσει για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ. Για όσους έχουν παιδιά, το αφορολόγητο όριο θα προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ. Δηλαδή, ένας μισθωτός με ένα παιδί θα έχει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 9.636 ευρώ, από 8.864 ευρώ σήμερα, και ένας μισθωτός με δύο παιδιά θα είναι αφορολόγητος για εισόδημα 10.636 ευρώ, από 9.090 ευρώ που ανέρχεται σήμερα το αφορολόγητο όριο για τους μισθωτούς με δύο παιδιά. Πρόθεση της κυβέρνησης είναι η νέα φορολογική κλίμακα να εφαρμοσθεί από το 2020, ωστόσο το μεγάλο κόστος που επιφέρει στον προϋπολογισμό δεν αποκλείεται να μεταθέσει για το 2021 τις αλλαγές στη φορολογική κλίμακα.
Πηγή: economy365.gr