ΔΕΗ: Έξοδος στις αγορές μετά τις αυξήσεις ρεύματος
Ήδη από το τέταρτο τρίμηνο του 2018, ο ισολογισμός θα επωφεληθεί με ένα ποσό της τάξης των 120 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα έσοδα από τα ΥΚΩ.
Η άρση των επιφυλάξεων για τη βιωσιμότητα και τη συνέχιση της δραστηριότητας της ΔΕΗ από τον ορκωτό λογιστή, ως απόρροια της αύξησης των τιμολογίων και του πακέτου διάσωσης της επιχείρησης ύψους άνω των 900 εκατ. ευρώ, αλλάζει άρδην τα δεδομένα για την επιχείρηση ακόμη και στο μέτωπο του δανεισμού.
Αυτό τουλάχιστον ανέφερε ο επικεφαλής της εταιρείας Γ. Στάσσης, αποκαλύπτοντας ότι μετά την έκθεση της ΕΥ, η εταιρεία θα εξετάσει εάν υπάρχουν πρόσφορες συνθήκες για να επιχειρηθεί εκ νέου η έκδοση διεθνούς ομολόγου για αντικατάσταση υφιστάμενου δανεισμού με καλύτερους όρους αλλά και για τη χρηματοδότηση των πλάνων ανάπτυξης.
Εκτός όμως από το θέμα του ομολόγου, που υπενθυμίζεται επιχειρήθηκε ξανά στα τέλη του 2018 ωστόσο «σκόνταψε» στην άρνηση της τότε κυβέρνησης να εγκρίνει τις αυξήσεις στα τιμολόγια, χθες κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων εξαμήνου στους αναλυτές, η διοίκηση αποκάλυψε ότι το 2020 η εταιρεία αναμένει από τις αλλαγές στα τιμολόγια αυξημένα έσοδα κατά 532 εκατ. ευρώ.
Ήδη από το τέταρτο τρίμηνο του 2018, ο ισολογισμός θα επωφεληθεί με ένα ποσό της τάξης των 120 εκατ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα έσοδα από τα ΥΚΩ (200 εκατ ευρώ) ή την τιτλοποίηση οφειλών πελατών, για την οποία έχει εκδηλωθεί ήδη σημαντικό ενδιαφέρον από επενδυτές. Ο λόγος για συμφωνία με τράπεζες για δανεισμό της ΔΕΗ με «ενέχυρο» τα χρέη καταναλωτών από ανεξόφλητους λογαριασμούς.
Υπενθυμίζεται ότι η τιτλοποίηση θα αφορά σε δύο κατηγορίες: η πρώτη για οφειλές μέχρι 60 ημέρες και η δεύτερη για οφειλές μέχρι 90 ημέρες. Οι επενδυτές – τράπεζες έχουν ζητήσει στοιχεία προκειμένου να υποβάλουν προσφορές, αναφέρθηκε στο conference call.
Τέλος αναφορές έγιναν στην απολιγνιτοποίηση, με τον κ. Στάσση να επιβεβαιώνει ότι στο πλαίσιο του business plan που θα ανακοινωθεί στις αρχές του νέου έτους εξετάζεται επίσπευση της απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων, ενώ παράλληλα θα εκμοντερνιστεί η εμπορική πολιτική.