Κατά την επίσκεψη των θεσμών στην Αθήνα και της συνάντησής τους με την ΕΕΤ, το οικονομικό επιτελείο διαβεβαίωσε την είσοδο των 4 συστημικών τραπεζών, στο σχήμα APS για τα κόκκινα δάνεια. Η χρησιμότητα μιας τέτοιας εξέλιξης είναι προφανής, αφού τούτο μεταφράζεται σε περίπου 30 δις ευρώ λιγότερα κόκκινα δάνεια για τις συστημικές τράπεζες, στοιχείο που αποτελεί ένα μεγάλο και ισχυρό κίνητρο για τους θεσμούς να πιέσουν προκειμένου να τρέξουν οι διαδικασίες. Άλλωστε, η έγκριση από την DG Comp, εάν αποτελεί κρατική ενίσχυση, έχει χαρακτήρα τυπικό, όπως συνέβη με Ιταλία, Ισπανία και Σκωτία, όμως το σημαντικότερο κομμάτι είναι η έγκριση από το κολλέγιο των Επιτρόπων της ΕΕ.
To κόστος που θα κληθούν να πληρώσουν οι τράπεζες υπολογίζεται με κλιμακωτό επιτόκιο, μικρότερο για τα πρώτα τρία χρόνια, περίπου 2% και μεγαλύτερο στη συνέχεια, περίπου 3%. Στόχος είναι να υποστηριχθούν οι τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων με εγγύηση του δημοσίου στα senior ομόλογα που θα εκδώσουν. Το APS αναμένεται να ενεργοποιηθεί μέσα στον Νοέμβριο και αναμένεται να οδηγήσει ταχύτερα τις διαδικασίες. Όπως σημειώνεται, η δέσμευση σημαίνει πως οι τράπεζες έχουν ήδη μια εικόνα και της τιμολόγησης, αφού αυτό είναι το σημαντικότερο θέμα για τη συμμετοχή τους. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, για τα πιστωτικά ιδρύματα υπάρχει το δέλεαρ των κρατικών εγγυήσεων. Πολύ θετικό πάντως χαρακτήριζαν οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που συμμετείχαν στη συνάντηση με τους θεσμούς το κλίμα από την πλευρά των κλιμακίων, τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τις τράπεζες. Οι θεσμοί, όπως έλεγαν, φαίνεται να κατανοούν πλέον απόλυτα τα προβλήματα τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και για την κυβέρνηση. Πέρα από το APS, για το οποίο ο χρονικός ορίζοντας προσδιορίζεται στις αρχές του επόμενου μήνα, τα τραπεζικά θέματα αφορούν στην κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα κόστη, την πιστωτική επέκταση και την επίδραση των capital controls. Η άποψη των θεσμών, αλλά και των ξένων επενδυτών είναι πως η χώρα, και κατ’ επέκταση οι τράπεζες, εισέρχονται σταδιακά σε μία περίοδο κανονικότητας. Οι τράπεζες, ωστόσο, θα πρέπει να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους, να εξορθολογήσουν το ύψος των προμηθειών, να αυξήσουν την κερδοφορία και, βεβαίως, την πιστωτική τους επέκταση, η οποία πρέπει να αποτελέσει κύρια πηγή κερδοφορίας για τις τράπεζες. Σε ό,τι αφορά τα capital controls, οι τράπεζες διαβεβαιώνουν πως δεν υπάρχουν επιδράσεις αρνητικές από την πλήρη απελευθέρωσή τους, ενώ αντιθέτως κατέγραψαν αυξήσεις καταθέσεων τον Αύγουστο, κατά περίπου 1 δις ευρώ. Το ΔΝΤ, με τη σειρά του, εξετάζει το μαξιλάρι ρευστότητας, την κερδοφορία, την εταιρική διακυβέρνηση, το μοντέλο ανάπτυξης εργασιών και εστιάζει στη σημερινή πραγματικότητα των ελληνικών τραπεζών.
Το Ε.Β.Ε.Π. επισημαίνει πως το APS, ουσιαστικά, είναι ένα «ασφαλιστικό σχήμα» που έχει σχεδιαστεί για να βοηθήσει τις τράπεζες, που έχουν πολλά επισφαλή δάνεια. Αφορά, κυρίως, τράπεζες των οποίων οι μετοχές έχουν χάσει την αξία τους και είναι απρόθυμες ή δεν μπορούν να συμμετάσχουν σε περαιτέρω δανεισμό επειδή η κεφαλαιουχική βάση τους απειλείται. Θεωρητικά, μόλις η κυβέρνηση ασφαλίσει τις τράπεζες από τις περαιτέρω απώλειες, αυτές μπορούν να επιστρέψουν στον δανεισμό σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά για να βοηθήσουν την οικονομία να επανεκκινήσει. Οι τράπεζες πρέπει να συμφωνήσουν με το Υπουργείο Οικονομικών και αυτό, με τη σειρά του, με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητας, πόσα περιουσιακά στοιχεία και το είδος των περιουσιακών στοιχείων που μπορούν να ασφαλίσουν. Βασικές προϋποθέσεις για να λειτουργήσει το σχήμα αυτό, είναι το Δημόσιο να καλύψει το 90% των ζημιών των τραπεζών, να χρεώσει για την ασφάλιση που παρέχει και να πάρει ως εγγύηση μετοχές των συστημικών τραπεζών.
Η διαπραγμάτευση ένταξης της Ελλάδας στο δεύτερο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE2, προϋποθέτει τη θετική επίδραση του σχήματος APS στα κόκκινα δάνεια των τραπεζών και, βεβαίως, την έξοδό μας στις αγορές με σημερινά ιστορικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού στα επίπεδα του 1,3%. Προϋπόθεση όλων είναι η τήρηση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Ελλάδα απέναντι στους θεσμικούς δανειστές της.
Ο Πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Βασίλης Κορκίδης, δήλωσε σχετικά:
«Η διαδικασία του APS ενδεχομένως να δώσει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης για το κορυφαίο θέμα της συμμετοχής μας στο νέο QE. Βασικό εμπόδιο, βεβαίως, παραμένει το γεγονός ότι η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας απέχει τουλάχιστον 3 επενδυτικές βαθμίδες από το επιτρεπτό όριο, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξή της στο δεύτερο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις εκτιμήσεις των διεθνών οίκων, η αναβάθμιση σε investment grade είναι δύσκολο να συμβεί νωρίτερα της διετίας και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να χαλαρώσουν οι όροι συμμετοχής για τη χώρα μας, που άλλωστε βρίσκεται υπό στενή μεταμνημονιακή παρακολούθηση. Πάντως, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, ενδεχομένως, να μετρήσουν ως πρόοδο ακόμα και το νομοθετικό κομμάτι για την εφαρμογή του APS και μία τέτοια προοπτική μπορεί να αποτυπωθεί στην αξιολόγηση της S&P για τη χώρα μας, στις 25 Οκτωβρίου»