Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσω της διεθνούς συνεργασίας και επιβολής ενιαίου φόρου στους ρύπους, πρόσθεσε ο διεθνής οργανισμός ενόψει της εξαμηνιαίας συνόδου, η οποία διεξάγεται και με τη συμμετοχή της Παγκόσμιας Τράπεζας. «Η υπερθέρμανση του πλανήτη επιφέρει σοβαρότατη βλάβη στη διεθνή οικονομία και στη φύση, ενώ ενέχει κινδύνους τέτοιους, που μπορούν να οδηγήσουν σε καταστάσεις μη αντιστρέψιμες», αναφέρεται στην έκθεση.
Στο μεταξύ, η ηχηρή αυτή προειδοποίηση διατυπώνεται ενόσω σε όλο τον κόσμο εκατομμύρια άνθρωποι διαδηλώνουν ειρηνικά στους δρόμους ζητώντας άμεση κινητοποίηση των κυβερνήσεων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Μέλη του επιστημονικού προσωπικού του ΟΗΕ δήλωσαν τον Σεπτέμβριο πως, σε περίπτωση μη δραστικότατης μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, ο πλανήτης θα ζήσει καταστροφές, όπως η βύθιση πόλεων, η ξήρανση ποταμών και η εξαφάνιση της θαλάσσιας ζωής.
Στην έκθεση δημοσιονομικής πολιτικής του, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα (2015) είναι να μην αυξηθεί η θερμοκρασία του πλανήτη κατά 2 βαθμούς Κελσίου έως το 2100. Κι όμως, με τις όποιες δεσμεύσεις έχουν αναλάβει οι χώρες μέχρι σήμερα, η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 3 βαθμούς Κελσίου. Πέραν του ότι πρέπει άμεσα να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους όλες οι χώρες, παράλληλα απαιτείται επειγόντως και ένας υποστηρικτικός μηχανισμός, όπως οι πράσινοι φόροι. Εάν επιβληθούν, θα αυξηθεί η τιμή των ορυκτών καυσίμων, αποτρέποντας τους καταναλωτές να τα χρησιμοποιούν. Κατά τον διεθνή οργανισμό, είναι η πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση στο θέμα, διότι νοικοκυριά και εταιρείες θα υποχρεωθούν να στραφούν σε άλλες μορφές ενέργειας, μη ρυπογόνες.
Επιπλέον, όπως συμπληρώνει το ΔΝΤ, τον αποτελεσματικότερο αντίκτυπο στην περιστολή των ρύπων θα είχε η επιβολή φόρου 75 δολαρίων ανά τόνο αερίων του θερμοκηπίου, ενώ έως το 2030 η τιμή του γαιάνθρακα θα αυξανόταν άνω του 200% από τα κατώτερα επίπεδά της.Σε μια τέτοια προοπτική, επίσης, θα προκαλούνταν σημαντικές αυξήσεις και στο ηλεκτρικό ρεύμα και στη βενζίνη, οι οποίες θα διαφοροποιούνταν από χώρα σε χώρα και ως προς την κλίμακα. Στις περισσότερες χώρες, πάντως, το κόστος βενζίνης, όπως εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θα αυξανόταν 5%-15%, δηλαδή θα είχε μια διακύμανση ανάλογη με εκείνη των τελευταίων δεκαετιών.
Τέλος, παρατηρεί πως η βασική δυσκολία της συγκεκριμένης φορολογίας είναι το πολιτικό της κόστος, δεδομένου ότι σε πρώτη φάση θα έκανε τα καύσιμα (και το πετρέλαιο θέρμανσης) ακριβότερα, μέχρις ότου οι φθηνότερες πράσινες μορφές ενέργειας να τύχουν ευρύτατης χρήσης.
Πηγή: kathimerini.gr