Tου Γιώργου Δημοσθένους
Όπως διαπίστωσε η πλειονότητα των συνταξιούχων στα μηνιαία ενημερωτικά σημειώματα πληρωμών σύνταξης που αναρτήθηκαν στον ΕΦΚΑ στις αρχές του μήνα υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ της παλιάς και της νέας σύνταξης Σε κάποιους η διαφορά αυτή ξεπέρασε τα 350 ευρώ.
Η εθνική σύνταξη και η ανταποδοτική σύνταξη είναι μικρότερες για περίπου 1,6 εκατομμύρια συνταξιούχους. Οι μειώσεις που καταγράφονται στα ενημερωτικά σημειώματα δεν έχουν οδηγήσει σε περικοπή των συντάξεων που καταβάλλονται διότι οι συνταξιούχοι λαμβάνουν το ποσό της μείωσης ως προσωπική διαφορά.
Η προσωπική διαφορά προκύπτει με την αφαίρεση της νέας σύνταξης πριν το φόρο από την παλιά σύνταξη πριν το φόρο.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος που ως το 2018 είχε σύνταξη προ φόρου στα 457,63 ευρώ ενώ από 1ης/1/2019 με τον επανυπολογισμό παίρνει εθνική σύνταξη 345 ευρώ και ανταποδοτική 77,33 ευρώ, έχει νέα σύνταξη 422,33 ευρώ (345+77,33= 449,29) και η μείωση από την παλιά σύνταξη είναι 35,30 ευρώ (1.100-850-250).
Τα 35,30 ευρώ που προέκυψαν από την περικοπή που έφερε ο επανυπολογισμός του νόμου 4387/2016 δεν αφαιρούνται από την καταβολή της σύνταξης προσδιορίζονται όμως ως προσωπική διαφορά κάτι που σημαίνει πως ο συνταξιούχος δεν θα πάρει αύξηση όταν αυτή δοθεί από το κράτος μέχρι να μηδενιστεί το ποσό της προσωπικής διαφοράς.
Ο νόμος προβλέπει πως το ποσό της προσωπικής διαφοράς θα συμψηφίζεται με τις γενικότερες αυξήσεις που θα δίνονται από το 2023 με βάση την εξέλιξη του ΑΕΠ και του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Για παράδειγμα, αν το 2023 δοθεί αύξηση στις συντάξεις 50 ευρώ και ο συνταξιούχος λαμβάνει προσωπική διαφορά 200 ευρώ, τότε θα μειωθεί η προσωπική του διαφορά κατά 50 ευρώ. Μέχρι αυτή η προσωπική διαφορά να εξαλειφθεί δεν θα λάβει αύξηση.
Υπάρχει επίσης και ένα μικρό ποσοστό συνταξιούχων , περίπου το 8% γα το οποίο η προσωπική διαφορά είναι θετική. Στις περίπτωση αυτή το ποσό της σύνταξης με το νέο τρόπο υπολογισμού είναι μεγαλύτερο από εκείνο που καταβάλλεται σήμερα στο συνταξιούχο με το παλιό σύστημα.
Για αυτούς τους συνταξιούχους προβλέπεται η καταβολή της διαφοράς σε πέντε ετήσιες δόσεις.