Του Γιώργου Δημοσθένους
Είναι άλλωστε γνωστό πως τα χρόνια της κρίσης πολλοί συνταξιούχοι εργάζονται χωρίς να φαίνονται πουθενά. Βασική αιτία της αδήλωτης εργασίας είναι η μεγάλη περικοπή που γίνεται στις συντάξεις τους με το νόμο Κατρούγκαλου η οποία στερεί από τους συνταξιούχους το 60% της σύνταξης τους (κύριας και επικουρικής).
Σύμφωνα με γνωρίζοντες την αγορά εργασίας το πέναλτι του επέβαλε ο νόμος μετά το 2016 όχι μόνο δεν αύξησε τα έσοδα του ΕΦΚΑ, αντιθέτως, αύξησε τα φαινόμενα μαύρης και αδήλωτης εργασίας των συνταξιούχων στον ιδιωτικό τομέα και παράλληλα στέρησε το Δημόσιο από έμπειρα στελέχη που θα μπορούσαν να επαναξιοποιηθούν σε τομείς αιχμής ή να λειτουργήσουν ως μέντορες για το νεοεισερχόμενο δυναμικό. Επιπρόσθετα στέρησε επιπλέον φορολογικά αλλά και ασφαλιστικά έσοδα από την αύξηση του εισοδήματος.
Επιπλέον, η περικοπή του 60% επιβάρυνε, κυρίως, τους χαμηλοσυνταξιούχους και χαμηλόμισθους όταν δήλωναν τα επιπλέον εισοδήματα από εργασία, καθώς οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι με υψηλότερους μισθούς, κυρίως στελέχη, μπορούσαν με μεγαλύτερη ευκολία να αντέξουν την απώλεια του 60% της σύνταξής τους.
Σε ό,τι αφορά την πιθανή επίδραση στην αύξηση της ανεργίας των νέων, πηγές του υπουργείου Εργασίας εκτιμούν ότι μια βελτίωση κατά 50% στο πέναλτι για την απασχόληση των συνταξιούχων απλώς θα φέρει στην επιφάνεια το μαύρο χρήμα και δεν θα στερήσει νέες θέσεις καθώς αυτές είναι ήδη κατειλημμένες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας προβλέπει η μείωση της σύνταξης για όσους εργάζονται, να διαμορφωθεί από 1/1/2020 στο 30% -32%. Σκοπός είναι να μειωθεί η αδήλωτη εργασία, αλλά και να δοθεί ένα κίνητρο σε ανθρώπους οι οποίοι είναι συνταξιούχοι, να μπορούν να εργάζονται χωρίς να έχουν τόσο μεγάλη περικοπή.
Για παράδειγμα συνταξιούχος που λαμβάνει 1000 ευρώ αν ξεκινήσει σήμερα την εργασία του θα του παρακρατηθούν 600 ευρώ ενώ από το 2020 σύμφωνα με το σχέδιο του υπουργείου εργασίας θα του παρακρατούνται 300 – 320 ευρώ.