«Την ουσιαστική και έγκαιρη διαβούλευση της αιτούσας αρχής (σ.σ. κυβέρνησης) με όλους τους οικείους φορείς, περιλαμβανομένων των εποπτικών αρχών, καθώς τέτοιου είδους διαβουλεύσεις είναι πιθανόν να ρίξουν φως σε πτυχές του σχεδίου νόμου που κατά τα λοιπά ενδέχεται να μην καθίστανται άμεσα αντιληπτές», εισηγείται η ΕΚΤ στην έκφραση γνώμης για το σχέδιο Ηρακλής που κατατέθηκε στη Βουλή.
Στο κείμενο, η κεντρική τράπεζα προχωρά σε έξι «ειδικές παρατηρήσεις»:
Ασφάλεια δικαίου. Η ανάγκη ασφάλειας δικαίου επιτάσσει σαφήνεια στη διατύπωση των διατάξεων του σχεδίου νόμου. Η ΕΚΤ σημειώνει ότι η επίτευξη ασφάλειας δικαίου είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί ότι: i) το πρόγραμμα θα προσελκύσει σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον από τρίτους, ιδίως όσον αφορά τις ομολογίες χαμηλής προτεραιότητας και, εφόσον εκδίδονται τέτοιες, τις ομολογίες μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας, η διάθεση των οποίων αναμένεται ότι θα συνδράμει τις τράπεζες στην προσπάθειά τους να επιτύχουν σημαντική μεταβίβαση του κινδύνου με λογιστικό διαχωρισμό και
ii) θα αποσοβηθούν διαφωνίες ή/και ένδικες διαφορές ως προς το κύρος, το ύψος, τη διάρκεια και λοιπά χαρακτηριστικά των εγγυήσεων του Δημοσίου. Ορισμένες διατάξεις του σχεδίου νόμου ενδέχεται να δημιουργήσουν νομική αβεβαιότητα και θα μπορούσαν να αναδιατυπωθούν αποτελεσματικά, προς ενίσχυση της σαφήνειας και μείωση των κινδύνων.
Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να περιγραφούν με επαρκή σαφήνεια στο σχέδιο νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται να εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του οι ακόλουθες πτυχές του, καθώς όλες τους θα επηρεάζουν την εκτελεστότητα της εγγύησης του Δημοσίου και, συνεπώς, την εν γένει αποτελεσματικότητα του προγράμματος:
i) οι ημερομηνίες θέσης σε ισχύ και λήξης της εγγύησης του Δημοσίου και ii) οι ειδικότεροι κανόνες υποβολής αιτημάτων για χορήγηση εγγύησης του Δημοσίου. Είναι εξάλλου άκρως σημαντικό να διατυπωθεί με σαφήνεια στο σχέδιο νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται να εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του η ακριβής διαδικασία που θα ακολουθείται από την υποβολή αιτήματος κατάπτωσης της εγγύησης ως την καταβολή του ποσού της, κατά τρόπο που θα διασφαλίζει την ιδιότητα της εγγύησης ως καταβλητέας «σε πρώτη ζήτηση» κατά τα οριζόμενα στο σχέδιο νόμου.
Τέλος, προτείνεται να αποσαφηνιστούν περαιτέρω στο σχέδιο νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται να εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του οι ειδικότεροι κανόνες για την παρακολούθηση των τιτλοποιήσεων που λαμβάνουν χώρα βάσει των διατάξεών του, τα συναφή απαιτούμενα έγγραφα και τη συχνότητα της παρακολούθησης. Συνιστάται η πρόβλεψη ειδικής ανεξάρτητης οντότητας ως πλέον κατάλληλης για να παρακολουθεί τη συμμόρφωση της εγγύησης με τους προβλεπόμενους όρους έκδοσής της, τις ενέργειες του διαχειριστή και τα γεγονότα που θα προκαλούν κατάπτωση της εγγύησης.
Σαφέστερη αναδιατύπωση της διάταξης περί ολοσχερούς εξόφλησης του κεφαλαίου των ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας πριν από την εξόφληση του τόκου των ομολογιών μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας στο πλαίσιο της προτεραιότητας πληρωμών (waterfall structure). Το άρθρο 3 παράγραφος 3 του σχεδίου νόμου φαίνεται να ρυθμίζει την προτεραιότητα των πληρωμών με αυστηρό, προκαθορισμένο τρόπο. Προτείνεται η σαφέστερη αποτύπωση στο κείμενο του σχεδίου νόμου του βαθμού προτεραιότητας της καταβολής του τόκου των ομολογιών μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας, στο πλαίσιο διαμόρφωσης της προτεραιότητας πληρωμών, κατά τρόπο που να μην αποκλείει το ενδεχόμενο ολοσχερούς εξόφλησης (και κατά κεφάλαιο) των ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας πριν από την όποια καταβολή τόκου των ομολογιών μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας. Από άποψη προληπτικής εποπτείας, τούτο θα διασφαλίσει την ταχύτερη εξόφληση των ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας και, ως εκ τούτου, μπορεί να επιφέρει μείωση της διάρκειας της εγγύησης.
Πιστοληπτική αξιολόγηση των ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας. Το άρθρο 7 παράγραφος 1 του σχεδίου νόμου ορίζει ότι οι ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας πρέπει να έχουν αξιολογηθεί από ECAI «εγκεκριμένο κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της εγγύησης από την [ΕΚΤ]». Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι η ίδια δεν εγκρίνει τους ECAI. Το Ευρωσύστημα αποδέχεται ορισμένους ECAI των οποίων οι αξιολογήσεις θεωρούνται κατάλληλες ειδικά για τους σκοπούς των πράξεων νομισματικής πολιτικής που διενεργεί. Αυτοί πρέπει να πληρούν τα γενικά κριτήρια αποδοχής των ECAI, ένα εκ των οποίων συνίσταται στην εγγραφή τους από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
Διάρκεια εγγύησης του Δημοσίου. Το άρθρο 6 παράγραφος 7 του σχεδίου νόμου ορίζει ότι η εγγύηση του Δημοσίου χορηγείται έως την καθορισμένη λήξη των ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας. Προτείνεται η εγγύηση να διαρκεί έως την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλόμενων ποσών σε σχέση με τις εν λόγω ομολογίες.
Τακτική επανεξέταση. Τέλος, η ΕΚΤ παρατηρεί ότι θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί η τακτική επανεξέταση και αξιολόγηση, από ειδική ανεξάρτητη οντότητα, της αποτελεσματικότητας του προγράμματος που θεσπίζεται με το σχέδιο νόμου σε σχέση με τους στόχους και τις βραχυμεσοπρόθεσμες επιπτώσεις των διατάξεών του στα πιστωτικά ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. Εύλογος χρόνος για την αναθεώρηση της συνολικής λειτουργίας του νέου προγράμματος θα μπορούσε να είναι το ένα έτος από τη θέσπισή του.