Με δεδομένο ότι η ηλεκτρονική εφαρμογή για τη νέα μορφή της πάγιας ρύθμισης θα καθυστερήσει να αναρτηθεί στο taxisnet λόγω του χρόνου που απαιτείται προκειμένου να "οικοδομηθεί", το υπουργείο Οικονομικών κατέληξε σε μια σημαντική λύση προκειμένου να διευκολύνει τους φορολογούμενους αλλά και να στηρίξει τα φορολογικά έσοδα.
Όπως γράφει το capital.gr το ΥΠΟΙΚ σε συνεργασία με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, κατέληξε στη λύση να δοθεί η δυνατότητα μέσω πρόβλεψης στη σχετική υπουργική απόφαση να γίνεται χωρίς προϋποθέσεις και περιορισμούς η μετάπτωση στη νέα και ευνοϊκότερη ρύθμιση, των φορολογικών οφειλών που ρυθμίστηκαν μετά την 1η Νοεμβρίου 2019 και πρόκειται να ρυθμιστούν έως και το άνοιγμα της εφαρμογής για την νέα πάγια ρύθμιση.
Για παράδειγμα, ένας φορολογούμενος που άφησε απλήρωτες τις τρεις τελευταίες δόσεις του ΕΝΦΙΑ (Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου, Ιανουαρίου) και προχώρησε στη ρύθμισή της σχετικής οφειλής σε 12 μηνιαίες δόσεις θα μπορεί, όταν ανοίξει η εφαρμογή για την νέα πάγια ρύθμιση, να επανεντάξει την ίδια απομένουσα οφειλή σε έως 24 μηνιαίες δόσεις.
Αντίστοιχα για τις έκτακτες φορολογικές οφειλές, όπως είναι ο φόρος κληρονομιάς και οι φόροι κατόπιν φορολογικού ελέγχου, οι οποίες ρυθμίστηκαν σε έως 24 δόσεις, θα μπορούν να ρυθμιστούν σε έως 48 δόσεις.
Με την παροχή αυτής της δυνατότητας στους οφειλέτες θα μπορούν να τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους χωρίς να είναι εκτεθειμένοι σε κατασχέσεις και άλλα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης ενώ θα μπορούν να κάνουν και χρήση των ευεργετημάτων της νέας πάγιας ρύθμισης όταν η εφαρμογή της "βγει στον αέρα".
Η νέα πάγια ρύθμιση
Αναλυτικά η νέα πάγια ρύθμιση προβλέπει τα εξής:
-Ελάχιστη δόση είναι τα 30 ευρώ το μήνα
- Η ετήσια δόση για τα νοικοκυριά ξεκινά από 1% του ετήσιου εισοδήματος (προκειμένου για τρίτεκνους και πολύτεκνους) ή από 4% κατ’ελάχιστον για όσους δεν έχουν παιδιά. Θα φτάνουν όμως εως και στο 25% για εισοδήματα 100.000 ευρώ και άνω.
- Το επιτόκιο θα είναι πιο "αλμυρό" και θα ξεπερνά το τραπεζικό (για να μη συμφέρει να πληρώνουν όσοι χρωστούν την τράπεζα αντί την εφορία) ειδικά για όσους ζητήσουν πάνω από 12 δόσεις.
- Για τις επιχειρήσεις η δόση κυμαίνεται ως ποσοστό επί του τζίρου.
Οι σχετικές διατάξεις προβλέπουν για τον αριθμό και το ύψος της ρύθμισης τα εξής:
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, με βάση
-το μέσο όρο του συνολικού εισοδήματός τους (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ή
-το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, για το οποίο έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο, και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής ως εξής:
Το συνολικό εισόδημα πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.
Για εισόδημα:
αα) από 0,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
ββ) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
γγ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
δδ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
εε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
στστ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
ζζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
ηη) πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013 (Α΄167), κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα για ένα (1) τέκνο, κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες για δύο (2) τέκνα και κατά τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες για τρία (3) τέκνα και άνω. Το άθροισμα των γινομένων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για κανένα από τα φορολογικά έτη που λαμβάνονται υπόψιν για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής, ή έχει υποβάλει μηδενικές δηλώσεις για όλα τα έτη αυτά, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης. Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν και οι οφειλές από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης α’ (ii), στο βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης.
Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, με βάση
-το μέσο όρο των συνολικών ακαθαρίστων εσόδων των τριών τελευταίων πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση φορολογικών ετών για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ή
-τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα. Τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.
Για ακαθάριστα έσοδα:
αα) από 0,01 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%),
ββ) από 1.000.000,01 ευρώ έως 1.500.000 ευρώ με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%),
γγ) από 1.500.000,01 ευρώ και άνω με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
Το άθροισμα των γινομένων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής.
Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Σε περίπτωση που για όλα τα φορολογικά έτη με βάση τα οποία καθορίζεται η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη έχουν υποβληθεί μηδενικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης. Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν και οι οφειλές από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης α’ (ii), στο βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης. Αν το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ακαθάριστο εισόδημα, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.
Πότε θα χάνεται η ρύθμιση
Η ρύθμιση θα χάνεται με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής εάν ο οφειλέτης:
α. δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς
β.καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός
γ.δεν υποβάλλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους
γ. δεν είναι ενήμερος στις οφειλές του από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά
δ. έχει υποβάλει ελλιπή ή αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
- Στην περίπτωση που κάποιος οφειλέτης του Δημοσίου σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις για την εξόφληση του χρέους (τακτικής ή έκτακτης οφειλής) για να μπορέσει να επανενταχθεί στη ρύθμιση θα πρέπει να πληρώσει διπλή προκαταβολή, θα αφαιρεθούν οι δόσεις που ήταν συνεπής, ενώ το επιτόκιο θα είναι προσαυξημένο κατά 1,5 μονάδες.
- Οι οφειλέτες που είναι συνεπείς στην εκπλήρωση των όρων της ρύθμισης, κατά την καταβολή της τελευταίας δόσης, θα απαλλάσσονται από την πληρωμή ποσού που ισούται με το 25% των τόκων που έχουν επιβαρύνει το ποσό των δόσεων της ρυθμιζόμενης οφειλής. Η απαλλαγή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος της τελευταίας δόσης.
Πηγή: capital.gr