Κατά την πρωτολογία του ο κ. Γεωργιάδης είπε:
«Ως προς τις χρεώσεις των τραπεζών -εννοώ για τις διαφορές συναλλαγές τους- η εικόνα που μας δίνουν οι υπηρεσίες, τόσο οι δικές μας οι ελληνικές, όσο και οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες, κύριε συνάδελφε, είναι ότι οι χρεώσεις των τραπεζών στην Ελλάδα γι’ αυτού του τύπου τις υπηρεσίες -δεν αναφέρομαι σε επιτόκια παραδείγματος χάριν καρτών- δεν είναι περισσότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αντιθέτως είναι αρκετά μικρότερες.
Θα φέρω και θα σας καταθέσω αμέσως την απάντηση που έδωσε ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης, κ. Αντρέα Ενρία, στις 26 Νοεμβρίου 2019, στον Ευρωβουλευτή και Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Δημήτριο Παπαδημούλη.
Εκεί στην τελευταία παράγραφο της απαντήσεώς του αναφέρει συγκεκριμένα ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2019 η συνεισφορά των προμηθειών των χρεώσεων στα λειτουργικά έσοδα των ελληνικών τραπεζών υπό την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ήταν μικρότερη από το μισό της αντίστοιχης συνεισφοράς σε τράπεζες άλλων χωρών, οι οποίες εφαρμόζουν παρόμοια επιχειρηματικά μοντέλα. Συγκεκριμένα για τις ελληνικές τράπεζες ήταν περίπου στο 16% των λειτουργικών εξόδων οι χρεώσεις αυτές -πόσο καλύπτουν δηλαδή αυτές οι χρεώσεις τα λειτουργικά τους έξοδα- ενώ ο μέσος όρος των υπολοίπων είναι 33%, μετρούμενες σε κυλιόμενη βάση τεσσάρων τριμήνων. Καταθέτω για τα Πρακτικά τη σχετική επιστολή, απλώς και μόνο για να ξέρουμε γιατί μιλάμε.
Τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας λένε ότι στο μέτρο που μπορούμε να μετρήσουμε τις χρεώσεις με βάση την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων των τραπεζών, οι ελληνικές τράπεζες είναι λίγο κάτω από το μισό του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Επικουρικά σε αυτό θα σας καταθέσω, για να το έχετε και να το μελετήσετε, την τιμολόγηση των βασικών τραπεζικών εργασιών από τέσσερις πολύ μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, την Societe Generale, την Deutsche Bank, την BBVA και την Banco BPI. Το καταθέτω για τα Πρακτικά.
Είναι αναλυτικός κατάλογος. Είναι όλες οι τραπεζικές εργασίες, είτε είναι στο γκισέ είτε είναι διατραπεζικές είτε είναι ηλεκτρονικές. Θα διαπιστώσετε και εκεί, με μια απλή ανάγνωση και σε σύγκριση με τις ελληνικές τράπεζες, ότι οι χρεώσεις είναι πολύ χαμηλές στην πραγματικότητα στην Ελλάδα. Αυτό για να ξέρουμε γιατί μιλάμε.
Τώρα, αν η συζήτηση είναι ότι λόγω της οικονομικής κρίσης που πέρασε η Ελλάδα, λόγω της στήριξης που πήραν οι τράπεζες στην Ελλάδα, λόγω άλλων συζητήσεων, θα πρέπει να πιέσουμε οι χρεώσεις να είναι έτι χαμηλότερες, αυτή είναι μια άλλη συζήτηση που μπορούμε να την κάνουμε στη δευτερολογία και ευχαρίστως να απαντήσω.
Πάντως τα επίσημα στοιχεία είναι αυτά τα οποία τώρα μόλις σας κατέθεσα. Τα κατέθεσα, όχι για να υπερασπιστώ τις τράπεζες, δεν έχω κανένα τέτοιο άγχος, κυρίως όμως γιατί για να κάνουμε μια κανονική συζήτηση πρέπει να ξέρουμε την πραγματικότητα, για τι πράγμα ακριβώς μιλάμε. Άρα, οι χρεώσεις δεν είναι υπερβολικές, τουλάχιστον, βάσει ευρωπαϊκής εμπειρίας.
Όσον αφορά το άλλο θέμα που θίξατε, που είναι το θέμα του μεταξύ τους ανταγωνισμού: Ξέρετε ότι εδώ τρέχει μια έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Πριν από μερικούς μήνες υπήρξε και μια πολύ έντονη ημέρα με τους ελέγχους μέσα στα γραφεία, ακόμη και των CEO των τραπεζών από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αναμένεται το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού επ’ αυτού του ελέγχου.
Μέχρι να βγει το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού επ’ αυτού του θέματος δεν μπορώ να σας πω απολύτως τίποτε. Όταν η Επιτροπή Ανταγωνισμού καταλήξει βάσει των στοιχείων που συνέλεξε, αν υπάρχουν ή όχι εναρμονισμένες πρακτικές, αναλόγως θα κινηθεί και η Επιτροπή Ανταγωνισμού και το Υπουργείο Ανάπτυξης. Τα υπόλοιπα στη δευτερολογία μου.
Στη δευτερολογία του, ο κ. Γεωργιάδης τόνισε:
«Πρώτα απ’ όλα, η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή σας είπε αυτό που είπα και εγώ στην πρωτολογία μου. Μια συζήτηση είναι εάν υπάρχουν υπερβολικές χρεώσεις. Σας είπα τι λένε τα επίσημα στοιχεία. Έφερα δύο διαφορετικά επίσημα στοιχεία, το ένα ήταν το ποσοστό επί των λειτουργικών εξόδων, στο οποίο είπατε ότι είναι άλλα τα λειτουργικά έξοδα στην Ελλάδα, γι’ αυτό βγαίνει άλλο το ποσοστό, αλλά μετά σας έδωσα και έναν πίνακα με τις ίδιες χρεώσεις ανά τράπεζα στην Ευρώπη. Αυτό είναι ακέραιος αριθμός, το ένα είναι το ποσοστό, το άλλο είναι ακέραιος.
Δεν είμαι τόσο ειδικός για να δω αν και οι τράπεζες στην Ευρώπη κάνουν παρόμοια κόλπα. Μπορώ μόνο να στηριχθώ στα επίσημα στοιχεία που μπορεί να λάβει η υπηρεσία από τις ευρωπαϊκές εποπτικές τραπεζικές αρχές. Δεν μπορώ να συζητήσω πάνω σε κάτι άλλο.
Αν υπάρχει μία καταγγελία, όπως αυτή που κάνατε, παρακαλώ πολύ να κατατεθεί στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή και έχετε τον λόγο μου ότι θα το ψάξουμε και αν είναι παράνομο, θα μπει και πρόστιμο. Εμείς έχουμε βάλει ήδη πολλά πρόστιμα στις τράπεζες κατά το διάστημα της θητείας μου. Ίσως μέχρι στιγμής έχουν μπει και τα μεγαλύτερα πρόστιμα σε τραπεζικά ιδρύματα και σε ασφαλιστικές εταιρείες από όλους τους προηγούμενους υπουργούς ανάπτυξης για το διάστημα που είμαι Υπουργός και αναγκάστηκαν οι τράπεζες –δεν θα πω ποιες, γιατί δεν θέλω να εμπλακώ στην τραπεζική αγορά- να αναστείλουν πολλές αποφάσεις και εφαρμογές άρθρων τους που κρίθηκαν καταχρηστικά. Άρα, δεν αφήνουμε κανέναν χωρίς έλεγχο. Γι’ αυτό να είστε βέβαιος.
Κάντε, λοιπόν, την καταγγελία, θα την ερευνήσω και θα σας απαντήσουν οι υπηρεσίες, αφού κάνουν τον έλεγχο. Όμως, στη γενική εικόνα, επαναλαμβάνω, αυτό λένε τα επίσημα στοιχεία.
Τώρα στο δεύτερο μέρος που είπατε, λόγω της μεγάλης αυξήσεως των ηλεκτρονικών συναλλαγών, αν πρέπει οι ίδιες οι τράπεζες να προχωρήσουν σε μείωση των τραπεζικών χρεώσεων δια των ηλεκτρονικών συναλλαγών, λόγω αυξημένου όγκου, εγώ μπορώ μόνο να σας πω τη γνώμη μου, δεν μπορώ να το επιβάλω και ούτε πιστεύω σε νομοθετικές εφαρμογές διατίμησης των τραπεζικών προϊόντων και των τραπεζικών υπηρεσιών, γιατί, όπως έχω πει και άλλες φορές στη Βουλή, είμαι οπαδός της ελευθέρας αγοράς και πιστεύω ότι ο ανταγωνισμός αυτά τα λύνει.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι το μείζον καθήκον μου είναι να διασφαλίσω ότι λειτουργεί ο ανταγωνισμός. Για να διασφαλίσω ότι λειτουργεί ο ανταγωνισμός συνεχίζεται απρόσκοπτα η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για να καταλήξει στο αν υπάρχουν εναρμονισμένες ή όχι πρακτικές. Εάν δεν καταλήξει η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, το να λέμε εγώ και εσείς εδώ ότι λειτουργεί ή δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός, θα ήταν ανεύθυνο. Όταν βγει το πόρισμα της Επιτροπής, εάν μεν λέει ότι λειτουργεί o ανταγωνισμός έχει καλώς, εάν λέει ότι δεν λειτουργεί ο ανταγωνισμός και υπάρχουν εναρμονισμένες πρακτικές, να είστε βέβαιος ότι θα εφαρμοστεί ο νόμος και τα πρόστιμα θα είναι πάρα πολύ βαριά, αλλά θα πάμε θεσμικά και σωστά.
Ως προς τη μεγάλη συζήτηση της κερδοφορίας των τραπεζών, της ανάγκης στήριξης του τραπεζικού συστήματος θα πω μόνο αυτό για να κλείσω. Η Κυβέρνηση, εν μέσω της πανδημίας του COVID-19, πήρε σειρά μέτρων για τη στήριξη των επιχειρήσεων από τη μια, αλλά και της αποφυγής νέου κύκλου κόκκινων δανείων από την άλλη. Και η πληρωμή των επιτοκίων των ενήμερων επιχειρηματικών δανείων και το πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ και το νέο πρόγραμμα το εγγυοδοτικό και γενικά τα τραπεζικά εργαλεία που έχουμε δημιουργήσει έχουν στόχο αφενός την παροχή ρευστότητας στην αγορά, που είναι το ζητούμενο για την οικονομική μας δραστηριότητα και τον έλεγχο της ανεργίας, αφετέρου την αποφυγή δημιουργίας νέου γύρου κόκκινων δανείων και άρα δια αυτού του τρόπου και της στήριξης του τραπεζικού συστήματος.
Μέσα στην οικονομία, κύριε συνάδελφε -και απαντώ και στον σεβαστό κύριο Πρόεδρο- εγώ δεν είμαι ούτε υπέρ των τραπεζών ούτε κατά των τραπεζών. Εμένα μου αρέσει να λειτουργεί η οικονομία της αγοράς και ο καπιταλισμός. Στον καπιταλισμό υπάρχουν και τράπεζες, μάλλον δεν γίνεται χωρίς τις τράπεζες. Χωρίς τις τράπεζες δεν υπάρχει καπιταλισμός.
Άρα, πρέπει να φροντίσουμε να υπάρχουν τράπεζες υγιείς, θέλουμε να έχουν κέρδη, γιατί αν δεν έχουν κέρδη υπάρχει πρόβλημα στο σύστημα, αλλά δεν θέλουμε να έχουν υπερκέρδη εις βάρος των πολιτών. Αυτό το ελέγχουμε και επαναλαμβάνω ότι θα είμαστε εξαιρετικά αυστηροί, εάν αποδειχθεί κάτι από αυτά που είπατε».