Βάσει της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα, 1ον αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 15,9% του εργατικού δυναμικού τον Φεβρουάριο 2020 από 16,1% σύμφωνα με την προηγούμενη δημοσίευση και 2ον διαμορφώθηκε στο 14,4% τον Μάρτιο 2020 από 18,1% τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους. σημειώνει η Eurobank στο 7 ΗΜΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ.
Η εν λόγω πτώση αντικατοπτρίζει τη μείωση των διαθέσιμων πόρων προς εργασία, ήτοι του εργατικού δυναμικού, καθώς αρκετά άτομα που αναζητούσαν εργασία, δηλαδή ανήκαν στο σύνολο των ανέργων, έπαψαν να είναι άμεσα διαθέσιμα εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης του κορωνοϊού COVID-19 και συνεπώς, από το σύνολο των ανέργων μεταπήδησαν στο σύνολο του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού.
Επιπρόσθετα, η απασχόληση σε όρους ωρών εργασίας (στοιχεία εθνικών λογαριασμών) κινήθηκε έντονα καθοδικά το 1ο τρίμηνο 2020, με τον τριμηνιαίο και τον ετήσιο ρυθμό να διαμορφώνονται στο -5,4% και -4,8% αντίστοιχα.
Οι προαναφερθείσες μεταβολές εξηγούν σε όρους εθνικολογιστικής μεγέθυνσης τη συρρίκνωση του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) το 1ο τρίμηνο 2020.
Το ποσοστό ανεργίας ισούται με τον λόγο (κλάσμα) του αριθμού των ανέργων ως προς το εργατικό δυναμικό ή ισοδυνάμως με τη διαφορά ανάμεσα στη μονάδα και τον λόγο του αριθμού των απασχολούμενων ως προς το εργατικό δυναμικό.
Η τελευταία μεταβλητή ισούται με το άθροισμα του αριθμού των ανέργων και των απασχολούμενων.
Η απότομη πτώση σε μηνιαία και σε ετήσια βάση του ποσοστού ανεργίας τον Μάρτιο 2020 αντικατοπτρίζει τη μείωση του αριθμού των ανέργων κατά -79,4 χιλιάδες άτομα ή -10,8% σε σχέση με τον Φεβρουάριο 2020 και κατά -203,3 χιλιάδες άτομα ή -23,7% σε σύγκριση με τον Μάρτιο 2019.
Ωστόσο η συρρίκνωση του αριθμού των ανέργων δεν διοχετεύτηκε στο σύνολο των απασχολουμένων αλλά στο σύνολο του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού, δηλαδή εκτός εργατικού δυναμικού.
Η εξήγηση του εν λόγω αποτελέσματος παρατίθεται στο σχετικό δελτίο τύπου της ΕΛΣΤΑΤ (δημοσίευση 11/6/2020)όπου αναφέρεται: “… λόγω της πανδημίας της νόσου του Κορωνοϊού 2019 (COVID-19), αρκετά άτομα που αναζητούσαν εργασία δήλωσαν ότι δεν είναι άμεσα διαθέσιμα να εργαστούν και επομένως, σύμφωνα με τους ορισμούς του σχετικού ευρωπαϊκού Κανονισμού, κατατάσσονται στους οικονομικά μη ενεργούς”.
Συνεπώς, η πτώση του ποσοστού ανεργίας τον Μάρτιο 2020 δεν αντικατοπτρίζει ενίσχυση της απασχόλησης.
Τουναντίον, ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε σε μηνιαία και σε ετήσια βάση κατά -10,3 χιλιάδες άτομα ή -0,3% και -13,0 χιλιάδες άτομα ή -0,3% αντίστοιχα.
Η συρρίκνωση θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, αν τα άτομα που τέθηκαν σε αναστολή σύμβασης δεν θεωρούνταν απασχολούμενοι (βάσει των κατευθύνσεων της Eurostat, τα άτομα που τίθενται σε αναστολή σύμβασης εξακολουθούν να θεωρούνται απασχολούμενοι, εφόσον η διάρκεια της αναστολής είναι μικρότερη από 3 μήνες ή αν λαμβάνουν περισσότερο από το 50% των αποδοχών τους).
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα προαναφερθέντα εννοιολογικά και ποσοτικά στοιχεία, είναι πολύ πιθανόν στις επόμενες δημοσιεύσεις της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, ειδικά από τον Μάιο 2020 και έπειτα, δηλαδή τον μήνα κατά τον οποίο ξεκίνησε η σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων, να καταγραφούν απότομες μεταβολές του ποσοστού ανεργίας προς τα πάνω.
Επί παραδείγματι, ένα υψηλό ποσοστό των ανέργων που μεταπήδησε στον μη οικονομικά ενεργό πληθυσμό τον Μάρτιο 2020 αναμένεται να επιστρέψει στο αρχικό σύνολο, ήτοι των ανέργων, καθώς η αλλαγή στην ταξινόμηση έγινε κυρίως λόγω των φυσικών περιορισμών διαθεσιμότητας για εργασία που προκάλεσε η έξαρση της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19.
Αν στο σύνολο των ανέργων προστεθούν και ροές από το σύνολο των απασχολουμένων, τότε η αύξηση του ποσοστού ανεργίας θα είναι ακόμα υψηλότερη.
Σημειώνουμε ότι για το 1ο τρίμηνο 2020 (ίσως και για το 2ο) η μεταβλητή που δείχνει ξεκάθαρα τη μεγάλη μείωση στη χρήση του παραγωγικού συντελεστή της εργασίας είναι οι συνολικές ώρες απασχόλησης και όχι ο αριθμός των απασχολουμένων ατόμων ή το ποσοστό ανεργίας.
Σε όρους κλάδων οικονομικής δραστηριότητας οι υψηλότερες μειώσεις των συνολικών ωρών εργασίας καταγράφηκαν στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, επισκευές οχημάτων και μοτοσικλετών, μεταφορά και αποθήκευση, υπηρεσίες παροχής καταλύματος και υπηρεσίες εστίασης (-8,0% QoQ, -5,9% YoY), στις τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία, επισκευές ειδών νοικοκυριού και άλλες υπηρεσίες (-13,6% QoQ, -13,5% YoY), στη γεωργία, δασοκομία και αλιεία (-4,2% QoQ, -5,3% YoY), στις κατασκευές (-4,5% QoQ, -3,0% YoY) και στις επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (-3,7% QoQ, -5,4% YoY).
Με αρνητικό πρόσημο έκλεισε ο πληθωρισμός τον Μάιο 2020
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) παρουσίασε μείωση, το μήνα Μάιο, κατά -1,1% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαΐου 2019 και κατά -0,8% σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2020.
Ο δομικός πληθωρισμός, δηλαδή η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πληθωρισμού εξαιρουμένων των καυσίμων, των τροφίμων, των ποτών και του καπνού, διαμορφώθηκε το Μάιο στο 0,4% (έναντι ετήσιας μεταβολής -0,1% τον Απρίλιο του 2020).
Επιπλέον, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΚΤ), μειώθηκε κατά -0,7% σε ετήσια βάση τον Μάιο ( -0,2% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2020), ενώ ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή με Σταθερούς Φόρους (ΕνΔΚΤ-ΣΦ), παρουσίασε άνοδο κατά 0,6% σε σύγκριση με τον Μάιο του 2019 ( -0,2% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2020).
Αναλυτικότερα, η μείωση του ΕνΔΚΤ κατά 0,7% σε ετήσια βάση τον μήνα Μάιο, προήλθε από τις παρακάτω ομάδες αγαθών και υπηρεσιών: στέγαση (-4,9% σε σύγκριση με τα Μάιο του 2019), μεταφορές (-4,1%), επικοινωνίες (-2,2%), διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες (-0,9%), άλλα αγαθά και υπηρεσίες (-0,7%) και αναψυχή-πολιτιστικές δραστηριότητες (-0,5%).
Στις υπόλοιπες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών καταγράφηκαν το Μάιο του 2020 θετικές μεταβολές τιμών, σε ετήσια βάση, και συγκεκριμένα: ένδυση και υπόδηση (3,5% σε σύγκριση με τον Μάιο του 2019), διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά (2%), υγεία (+1,4%), εκπαίδευση (0,5%), ξενοδοχεία, καφέ και εστιατόρια (0,1%) και αλκοολούχα ποτά και καπνός (0,1%).
Το διαφορικό πληθωρισμού Ελλάδας και Ευρωζώνης, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού των δύο οικονομιών, παρέμεινε σε αρνητικό έδαφος για 36ο συνεχή μήνα τον Μάιο 2020 με αποτέλεσμα την περαιτέρω ενίσχυση του δείκτη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας σε όρους τιμών.
Τέλος, επισημαίνεται ότι ο ΕνΔΚΤ παρέμεινε σταθερός το πρώτο 5μηνο του 2020 (+0,0%), σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Spring 2020), προβλέπεται μείωση του ΕνΔΚΤ για το 2020 κατά -0,6% , ενώ για το 2021 προβλέπεται ήπια αύξηση του επιπέδου τιμών κατά 0,5%.