Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του, η συνολική συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε 6,9 δισ. ευρώ (3,7% του ΑΕΠ) το 2018. Έτσι, για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα 3,1 ευρώ στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 136.000 θέσεις εργασίας (ή 3,6% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 3 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Επίσης, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου εκτιμάται περίπου στα 1,9 δισ. ευρώ.
Το ΙΟΒΕ, με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), παρουσίασε τη Δευτέρα (22/06/2020) σε συνέντευξη Τύπου, την έκδοση «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2019» καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης «Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία».
Στην ετήσια έκθεση «Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2019» παρουσιάζονται τα κυριότερα στοιχεία, οι εξελίξεις και οι τάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, στο χώρο του φαρμάκου και της υγείας γενικότερα. Έμφαση δίνεται στις τρέχουσες προκλήσεις που ο κλάδος αντιμετωπίζει και στις προοπτικές που διαμορφώνονται στον ευρύτερο τομέα της υγείας. Την παρουσίαση έκαναν ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθ. Νίκος Βέττας, και Επιστημονικός Σύμβουλος του ΙΟΒΕ, Άγγελος Τσακανίκας.
Η φετινή έκθεση συμπίπτει με την εμφάνιση της πανδημίας του κορωνοϊού που έχει δημιουργήσει σημαντικές προκλήσεις σε πολλές χώρες του κόσμου. Εκτός από τις απώλειες ανθρώπινων ζωών, τον αριθμό νοσούντων και την ασφυκτική πίεση των συστημάτων υγείας, η παύση ή ο περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας σε πολλούς κλάδους προκαλεί οικονομική ύφεση και αύξηση της ανεργίας.
Το ΙΟΒΕ έχει εκτιμήσει σενάρια για συρρίκνωση του ΑΕΠ για φέτος από -5% έως -9% με μερική ανάκαμψη το 2021. Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα κρίση αναμένεται να έχει έντονη επίπτωση στην ελληνική οικονομία, αλλά και στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Συγχρόνως, τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας καλούνται να επαναξιολογήσουν τη δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας, καθώς οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται και η πίεση στο συνολικό σύστημα υγείας θα παραμείνει έντονη μεσοπρόθεσμα.
Αναφορικά με τις δημόσιες δαπάνες υγείας, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η υποχώρηση της δαπάνης υγείας το διάστημα 2009-2018 ανέρχεται σε 42%, ενώ ειδικά στην εξωνοσοκομειακή δαπάνη για το φάρμακο, το ίδιο διάστημα η μείωση ήταν 62%.
Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, στην Ελλάδα η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 3,9 δισ. ευρώ το 2019, εκ των οποίων μόλις το 1,945 εκατ. ευρώ αποτελεί δημόσια χρηματοδότηση. Παράλληλα, το βάρος μετακυλίστηκε στους ασθενείς και στον ιδιωτικό τομέα με το μεγαλύτερο μέρος να το επωμίζεται ο φαρμακευτικός κλάδος, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback και rebate) που καταβάλλει. Οι εκτιμήσεις για το συνολικό ποσό αγγίζουν τα 2 δισ. ευρώ για το 2020, ποσό το οποίο προστίθεται στα σχεδόν 2 δισ. της φορολογίας από τη δραστηριότητα του κλάδου.
Παρά τη σημαντική επίπτωση από τη δημοσιονομική προσαρμογή στη δημόσια χρηματοδότηση, η φαρμακοβιομηχανία εξακολουθεί να δαπανά σημαντικά ποσά για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α), καθώς αντιπροσωπεύει το 5% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα (2017), ενώ μέχρι το 2019 διεξήχθησαν 2.811 κλινικές μελέτες ανεξαρτήτως τύπου και φάσης (1.604 ολοκληρωμένες). Η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία το 2018 προσέγγισε το 1 δισ. ευρώ, ενώ η προστιθέμενη αξία στα 559 εκατ. ευρώ (3,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων άγγιξαν τα 17.100 άτομα το 2018, με το 60,6% των απασχολούμενων να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2019 σε 1,9 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 4,4% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2019.
Στην ομιλία του ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, σημείωσε: «Βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή κομβικής σημασίας, για τη χώρα, για τη δημόσια υγεία, για την οικονομία, αλλά και για τον κλάδο του φαρμάκου. Τώρα δίνεται στην Ελλάδα η ευκαιρία, να αναθεωρήσει και να εκσυγχρονίσει ουσιαστικά τη δομή του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Διαχρονικά καταθέτουμε στην κυβέρνηση ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες προτάσεις, όπως κάναμε και πρόσφατα. Καταθέσαμε μια πλήρη σειρά θέσεων και προτάσεων που συμπυκνώνονται σε 7 πυλώνες δράσεων και που μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση και την εφαρμογή ενός εθνικού σχεδιασμού για τη δημόσια Υγεία» τόνισε, συνοψίζοντας τα σημεία αιχμής ως εξής:
- Να επαναπροσδιοριστεί η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας μας.
- Να διασφαλιστεί η πρόσβαση σε νέες καινοτόμες θεραπείες για τους Έλληνες ασθενείς, που καθυστερεί τουλάχιστον 2 χρόνια.
- Να πάψει να στηρίζεται στην υπερφορολόγηση των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων που φθάνει στο 70% του κύκλου εργασιών των εταιριών του κλάδου, η βιωσιμότητα του συστήματος φαρμακευτικής περίθαλψης.
- Να αρθούν τα αντικίνητρα στην ανάπτυξη.
- Να δοθούν περαιτέρω κίνητρα για την ανάπτυξη των κλινικών μελετών.
- Μόνο εάν δοθούν λύσεις στα προηγούμενα 2 σημεία (κονδύλια και υπερφορολόγηση) θα μπορέσει η Ελλάδα να προσελκύσει νέες επενδύσεις και κλινικές μελέτες.
- Να αναγνωριστεί από την Πολιτεία η σημαντική αναπτυξιακή δυναμική του φαρμακευτικού κλάδου ώστε να μεγιστοποιηθεί η συμβολή του στην ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας.
«Ευελπιστούμε ότι αυτή τη φορά θα ληφθούν από τους κυβερνώντες σοβαρά υπόψη και μάλιστα άμεσα, γιατί τώρα είναι η ευκαιρία να εφαρμοστεί μια ασθενοκεντρική βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική, να αναγνωριστεί από την Πολιτεία η σημαντική αναπτυξιακή δυναμική του κλάδου μας και να μας επιτραπεί να συμβάλλουμε στην ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας!» κατέληξε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ.