Οι ανάγκες των ελληνικών επιχειρήσεων όλων των μεγεθών για ρευστότητα στην προσπάθεια τους να διαχειριστούν της συνέπειες που προκαλεί στην πραγματική οικονομία η πανδημία του κορονοϊού είναι τεράστιες.
Μόνο στο πρόγραμμα διετούς επιδότησης τόκων (ΤΕΠΙΧ ΙΙ) υποβλήθηκαν περί τις 100.000 αιτήσεις για δάνεια λίγο πάνω από 10 δισ. ευρώ, ενώ μόλις την πρώτη εβδομάδα που έτρεξε για το πρόγραμμα εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ), που στον πρώτο κύκλο μοιράζει 3,5 δισ. ευρώ, ενδιαφέρθηκαν ήδη περί τις 55.000 επιχειρήσεις με τα αιτούμενα ποσά άνω των 17 δισ. ευρώ.
ADVERTISING
Συνολικά οι αιτήσεις που έχουν κατατεθεί στο πιστωτικό σύστημα από επιχειρήσεις αφορούν δάνεια συνολικού ύψους άνω των 27 δις. ευρώ, την ίδια στιγμή που οι τράπεζες τοποθέτησαν το χρηματοδοτικό κενό της ελληνικής οικονομίας την δεδομένη χρονική στιγμή στα επίπεδα των 10 δις. ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αιτήματα για δάνεια με επιδότηση επιτοκίου μέσω του ΤΕΠΙΧ ΙΙ ξεπέρασαν τα 10 δισ. ευρώ, όταν οι πόροι του Ταμείου δεν υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ, ενώ αντίστοιχα στο Ταμείο Εγγυοδοσίας τα αιτήματα είναι πολλαπλάσια των κεφαλαίων που έχουν διατεθεί μέχρι στιγμής και τα οποία φθάνουν τα 3,5 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες τις αμέσως επόμενες ημέρες θα πέσουν στην οικονομία τα πρώτα χρήματα από τη δράση επιδότησης τόκων ΤΕΠΙΧ της EAT καθώς οι τράπεζες έχουν ήδη εγκρίνει 17.000 δάνεια ύψους 1,5 δισ. ευρώ, όσο δηλ είναι και ο αρχικός προϋπολογισμός του προγράμματος.
Τα μαζικά αιτήματα δανειοδότησης και η υπερκάλυψη των αρχικών προϋπολογισμών των δύο πρώτων προγραμμάτων, οδηγεί την κυβέρνηση στην απόφαση ενίσχυσής τους και ενεργοποίησης νωρίτερα σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό επόμενων κύκλων.
Ήδη ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνης Γεωργιάδης δεσμεύθηκε για ενίσχυσή του προγράμματος του ΤΕΠΙΧ με επιπλέον 300 - 400 εκατ. ευρώ για να ικανοποιηθεί μέρος της τεράστιας ζήτησης.
Ποιοι και πώς θα λάβουν δάνεια από την Αναπτυξιακή Τράπεζα
Το ύψος του ποσού δανείου που θα μπορούν να χορηγήσουν οι τράπεζες με εγγύηση της ΕΑΤ δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το ένα από τα παρακάτω, όποιο είναι μεγαλύτερο:
Το διπλάσιο του ετήσιου μισθολογικού κόστους της επιχείρησης για το 2019. Στην περίπτωση επιχειρήσεων που δημιουργήθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2019, το ανώτατο δάνειο δεν πρέπει να υπερβαίνει το κατ’ εκτίμηση ετήσιο μισθολογικό κόστος για τα δύο πρώτα έτη λειτουργίας, ή
Το 25% του συνολικού κύκλου εργασιών της επιχείρησης κατά το έτος 2019,
Μετά από τεκμηρίωση και βάσει αιτιολόγησης και σχεδίου που καθορίζει τις ανάγκες ρευστότητας του δικαιούχου, το ποσό του δανείου μπορεί να αυξηθεί πέραν των ανωτέρω ορίων για να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας από την ημερομηνία χορήγησης του δανείου και για τους επόμενους 18 μήνες για τη μικρομεσαία επιχείρηση και τον αυτοαπασχολούμενο και για τους επόμενους 12 μήνες για μεγάλη επιχείρηση.
Ποιες επιχειρήσεις μπορούν να λάβουν εγγυημένο δάνειο
Με το εγγυοδοτικό πρόγραμμα της Αναπτυξιακής Τράπεζας, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να λαμβάνουν από τις τράπεζες δάνειο για κεφάλαιο κίνησης. Το ποσοστό εγγύησης για κάθε δάνειο επιλέξιμης επιχείρησης ανέρχεται σε 80%. Η εγγύηση θα αφορά νέα δάνεια (όχι αναχρηματοδότηση υφιστάμενων) που θα χορηγηθούν έως και την 31η Δεκεμβρίου 2020, με διάρκεια έως 5 έτη. Θα καλύπτει το κάθε δάνειο καθ’ όλη τη διάρκειά του, μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση κάθε οφειλής.
Δικαιούχοι είναι όλες οι επιχειρήσεις που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων, αλιεία και υδατοκαλλιέργειες.
Επιπλέον, οι δικαιούχοι χρηματοδότησης πρέπει να είναι πιστοληπτικά αποδεκτές επιχειρήσεις που δεν είναι προβληματικές, δεν έχουν δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη του τριμήνου και επίσης δεν εκκρεμεί σε βάρος τους εντολή ανάκτησης προηγούμενης παράνομης και ασύμβατης κρατικής ενίσχυσης βάση απόφασης ΕΕ ή ΔΕΕ.
Από την εγγυημένη δανειοδότηση θα εξαιρούνται οι εξωχώριες επιχειρήσεις, οι εταιρείες συμμετοχών, επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, των δημοσίων φορέων και των θυγατρικών τους, των ΟΤΑ και των θυγατρικών τους.
Θα εξαιρούνται επίσης επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί σε προηγούμενα προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (πρώην ΕΤΕΑΝ) και εμφάνισαν δυσμενή συναλλακτική συμπεριφορά στην αποπληρωμή των οφειλών τους (καταγγελία δανείου ή ληξιπρόθεσμες οφειλές για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών).
Η εγγύηση
Όπως προαναφέρθηκε, η εγγύηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας θα καλύπτει το 80% του κάθε δανείου. Ωστόσο, υπάρχει όριο στο ύψος της ζημίας που θα μπορεί να αναλάβει η ΕΑΤ και αυτή ορίζεται μέχρι το 40% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων που θα χρηματοδοτήσει η κάθε τράπεζα και αντίστοιχα το 32% του συνολικού χαρτοφυλακίου μεγάλων επιχειρήσεων.
Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη στην περίπτωση που η επιχείρηση δεν αποπληρώσει το δάνειο που έχει την κρατική εγγύηση, η τράπεζα, και όχι το Δημόσιο, θα μπορεί (και θα είναι επιφορτισμένη) να ασκήσει νομικές ενέργειες κατά της επιχείρησης για την είσπραξη της οφειλής. Η τράπεζα θα στρέφεται κατά της επιχείρησης για το σύνολο του ποσού, δηλαδή και για το 80% που θα έχει εισπράξει ως εγγύηση του δανείου από την ΕΑΤ η τράπεζα και την οποία θα πρέπει να επιστρέψει σε αυτήν.
Σημειώνεται ότι επιπλέον της εγγύησης, θα παρέχεται επιχορήγηση προμήθειας εγγύησης των δανειοληπτών, προϋπολογισμού έως 250 εκατ. ευρώ. Η προμήθεια εγγύησης θα κινείται από 0,25% μέχρι και 2%, ανάλογα με τη διάρκεια της χρηματοδότησης και το μέγεθος της επιχείρησης, επιδοτούμενη ανάλογα με τη δραστηριότητα της επιχείρησης και μέχρι του ποσού των 800.000 ευρώ (μέγιστη ενίσχυση που έχει λάβει η επιχείρηση).
Τα κριτήρια
Τα κριτήρια επιλεξιμότητας, τα οποία έχουν θέσει οι 13 συμβεβλημένες τράπεζες με το Ταμείο Εγγυοδοσίας, κρίνονται βατά από την αγορά, επιτρέποντας την πρόσβαση στο πρόγραμμα σε όλες σχεδόν τις «υγιείς» επιχειρήσεις, που έχουν πληγεί από την Covid-19.
Σύμφωνα με τα στοιχεία οι επιχειρήσεις θα πρέπει να πληρούν τα εξής προαπαιτούμενα:
Ιδια κεφάλαια μεγαλύτερα του 50% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου,
Το σύνολο των υποχρεώσεών τους να μην υπερβαίνει το 75% των περιουσιακών τους στοιχείων στις χρήσεις 2018 και 2019,
Τα EBITDA κατά τις χρήσεις 2018 και 2019 να καλύπτουν έστω τους τόκους (interest cover >1x),
Business plan από το οποίο να προκύπτει ανάγκη κεφαλαίου κίνησης.
Όλα τα παραπάνω κριτήρια πρέπει να πληρούνται σε εταιρική και όχι ενοποιημένη βάση, καθώς το πρόγραμμα επιβάλλει την υποβολή αιτήσεων αποκλειστικά από εταιρείες. Υπάρχει περίπτωση να υπάρχουν τροποποιήσεις στα προαπαιτούμενα ανά τράπεζα.
Επίσης, οι τράπεζες έχουν την ευχέρεια χορήγησης μικρότερου ποσού από αυτό που δικαιούται η κάθε εταιρεία (έως το 25% του κύκλου εργασιών της χρήσης 2019 ή έως το διπλάσιο ποσό του μισθολογικού κόστους της ίδιας χρήσης).
Οι δε επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα υποβολής πολλαπλών αιτήσεων στις τράπεζες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Εξασφαλίσεις έως το 40% του δανείου
Το μέγιστο ποσό των εξασφαλίσεων που μπορούν να ζητούν οι τράπεζες ορίζεται στο 40% του ποσού του δανείου, με δεδομένη την κρατική εγγύηση. Η κρατική εγγύηση θα καλύπτει μεν το 80% των απαιτήσεων σε καθυστέρηση για κάθε δάνειο, τίθενται, όμως, ανώτατα όρια κάλυψης επί του συνόλου του χαρτοφυλακίου της δράσης.
Ειδικότερα, η εγγύηση καλύπτει κατ’ ανώτατο όριο το 32% του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους και ως το 24% του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων προς μεγάλες επιχειρήσεις. Αντίστοιχα, οι ζημίες του χαρτοφυλακίου δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό της εγγύησης.
Επίσης, η σύμβαση προβλέπει ότι σε περίπτωση κατάπτωσης και καταβολής της εγγύησης, η τράπεζα και το Ταμείο Εγγυοδοσίας της ΕΑΤ συμμετέχουν συμμέτρως (pari passu) σε κάθε ποσό ανάκτησης της απαίτησης από το συγκεκριμένο δάνειο.
Υπό το παραπάνω πλαίσιο, κάποιες τράπεζες έχουν γνωστοποιήσει στους πελάτες τους ότι διατηρούν την ευχέρεια να σταθμίζουν στο 70% της αξίας τους τις παρεχόμενες εξασφαλίσεις, προκειμένου να καλύψουν το ρίσκο. Με αυτό τον τρόπο, οι τράπεζες αυξάνουν την αξία των εξασφαλίσεων και καλύπτονται έναντι πιθανής πίεσης στις τιμές ακινήτων, λόγω της πανδημίας, αλλά και του ρίσκου οι ζημιές του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων να ξεπεράσουν το ανώτατο ύψος εγγύησης.
Επίσης κάποιες τράπεζες διαμηνύουν στους πελάτες τους ότι ενδέχεται να αποτελέσει όρο της δανειακής σύμβασης, η διατήρηση συγκεκριμένης αξίας ελεύθερων βαρών περιουσιακών στοιχείων, επί των οποίων θα εγγραφεί υποθήκη, εφόσον παραβιαστούν χρηματοοικονομικοί όροι (covenants).
Τέλος, δεν επήλθαν αλλαγές στο ύψος των προμηθειών για τις κρατικές εγγυήσεις και το ποσοστό επιδότησής τους από το Δημόσιο.
Μάχη για τα επιτόκια
Ισχυρός ανταγωνισμός αναπτύσσεται μεταξύ των τραπεζών για τα δάνεια με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, προκαλώντας πόλεμο τιμών ειδικά για μεγάλες επιχειρήσεις, για τις οποίες το μέσο επιτόκιο έχει οδηγηθεί ακόμη και κάτω από το 2%.
Η ισχυρή ζήτηση που υπάρχει μεταξύ και των μεγάλων επιχειρήσεων οδηγεί και σε μάχη ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών και είναι χαρακτηριστικό ότι το μέσο επιτόκιο υποχωρεί για τις υγιείς επιχειρήσεις ακόμη και κάτω από το 2%. Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες υπήρξαν επιχειρήσεις που επιδόθηκαν σε αναζήτηση ευνοικότερης τιμολόγηση μεταξύ των τραπεζών, επιτυγχάνοντας τιμολόγηση κοντά στο 1,5%-1,6%, καθώς το πρόγραμμα επιτρέπει σε μία επιχείρηση να πάρει δάνειο από πάνω από μία τράπεζα.
Σήμερα, το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού των μεγάλων επιχειρήσεων κινείται λίγο κάτω του 4%, για τις μεσαίες κινείται στο 4,50% - 5% και για τις μικρές στο 6%.
Πηγή: news247.gr